Η σπατάλη τροφίμων είναι ένα τεράστιο παγκόσμιο πρόβλημα, καθώς εκατομμύρια τόνοι τροφίμων πετιούνται κάθε χρόνο, αντιπροσωπεύοντας το 8% έως 10% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου παγκοσμίως. Σύμφωνα με ανθρώπους της αγοράς τροφίμων «συνήθως οι καταναλωτές με καλύτερο βιοτικό επίπεδο είναι εκείνοι που πετούν αδιάφορα τα ανεπιθύμητα τρόφιμα και προϊόντα στα σκουπίδια τους». Όπως αναφέρουν οι ίδιοι, τα υπόλοιπα των τροφίμων μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη δημιουργία προϊόντων.
Σπατάλη τροφίμων – Γράφει η Ειρήνη Θεοφανίδου
Με το διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών να αυξάνεται, η αξία των διαθέσιμων τροφίμων και άλλων αγαθών έχει μειωθεί σημαντικά. Αυτό είναι ιδιαίτερα κοινό στις αναπτυσσόμενες αγορές όπου η περιβαλλοντική συνείδηση είναι πολύ χαμηλότερη από τις ανεπτυγμένες περιοχές.
Οι πλούσιες χώρες είναι επίσης γνωστό ότι αγοράζουν περισσότερα τρόφιμα από όσα απαιτούνται και στη συνέχεια τείνουν να τα σπαταλούν. Αυτό έχει δημιουργήσει σημαντικές ευκαιρίες για τα προϊόντα από την «wastemarket» αγορά.
Επίσης, ορισμένοι καταναλωτές συνειδητοποιούν την απώλεια τροφίμων από άποψη ηθικής και βιωσιμότητας, και επινοούν οικιακές μεθόδους για να καταναλώνουν τέτοιου είδους προϊόντα. Η φιλανθρωπία αλλά και η χρήση ορισμένων τροφίμων από μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς για να ταΐσουν ορισμένες κατηγορίες ανθρώπων, όπως οι άστεγοι, είναι επίσης κάτι που «ανθεί» το τελευταίο διάστημα σε ορισμένες χώρες του εξωτερικού.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι παραγωγοί ξεχωρίζουν κάποια από τα βασικά τρόφιμα όπως τα καρότα, οι πατάτες κ.ά. και φρούτα τα οποία «εμφανισιακά» δεν μπορούν να βρεθούν στα ράφια των σούπερ μάρκετ –αφού οι εταιρίες τροφίμων έχουν συγκεκριμένες προδιαγραφές– και τα προωθούν σε ΜΚΟ οι οποίες τα χρησιμοποιούν για φιλανθρωπικά συσσίτια.
Η εικόνα στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα αρκετά μεγάλο παραμένει, παρά την οικονομική κρίση, το ποσοστό σπατάλης φαγητού (foodwaste) η οποία μεσοσταθμικά ανέρχεται στο 6%. Όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα έρευνας που πραγματοποίησε το Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών την περίοδο 5-11 Νοεμβρίου 2021 με δείγμα 1.000 καταναλωτών από όλη την Ελλάδα, η πλειοψηφία σε ποσοστό 60% δηλώνει ότι σπαταλά μέχρι 10%, το 9% από 10%-25% και το 2% πάνω από 25%.
Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι η οικιακή σπατάλη τροφίμων ξεπερνά τους 300.000 τόνους τροφίμων ετησίως. Το ποσό αυτό αντιστοιχεί στην ετήσια κατανάλωση 200.000 καταναλωτών, κάτι ενδεικτικό της σημασίας του θέματος. Τα στοιχεία αυτά είναι η εκτίμηση των ίδιων των καταναλωτών, η οποία ιστορικά έχει αποδειχθεί ότι είναι κατά κανόνα χαμηλότερη της πραγματικής σπατάλης.
Σημειώνεται όμως ότι συγκριτικά με άλλες χώρες, όπως π.χ. οι ΗΠΑ, τα στοιχεία είναι περισσότερο ενθαρρυντικά. Σύμφωνα με έρευνα της Movinga του 2019, οι περισσότερες χώρες της δυτικής Ευρώπης και της Αμερικής καταγράφουν υψηλότερα ποσοστά, όπως ΗΠΑ 24%, Καναδάς 18%, Μεγάλη Βρετανία 15%, Γαλλία 14%, Βέλγιο 14%, Ιταλία 13%, Αυστρία 13% κ.α. Όσον αφορά τις κύριες κατηγορίες τροφίμων στις οποίες εμφανίζεται σπατάλη.
Το πρόβλημα εντοπίζεται κυρίως στις κατηγορίες των φρούτων και λαχανικών στις οποίες σχεδόν 7 στους 10 καταναλωτές (68%) δηλώνουν ότι καταγράφουν σπατάλη και ακολουθούν το ψωμί και αρτοσκευάσματα στο 58%, τα αλλαντικά στο 37%, τα γαλακτοκομικά στο 29%, τα γλυκά και σνακ στο 28%, το γάλα στο 27%. Μικρότερη σπατάλη καταγράφεται στα ξηρά τρόφιμα, ρύζι, ζυμαρικά, όσπρια στο 15% λόγω της μεγαλύτερης διάρκειας ζωής των προϊόντων και το κρέας-ψάρι στο 14% λόγω της μεγαλύτερης αξίας/κιλό των προϊόντων.
Σπατάλη τροφίμων – Οι αρνητικές συνέπειες
Οι καταναλωτές αναγνωρίζουν σε ένα βαθμό τις αρνητικές συνέπειες της σπατάλης τροφίμων. Το 81% του κοινού δηλώνει ότι νιώθει άσχημα όταν πετάει τρόφιμα, κάτι που δείχνει ότι υπάρχει πρόσφορο έδαφος για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Παρ’ όλα αυτά, μόλις το 11% δηλώνει ότι θεωρεί ότι η ποσότητα τροφίμων που σπαταλάει το νοικοκυριό του είναι μεγάλη. Σε σχέση με τους λόγους στους οποίους αποδίδουν την σπατάλη, το 21% την αποδίδει στην κακή διαχείριση των υπολειμμάτων φαγητού στο νοικοκυριό και το 18% σε πραγματοποίηση μεγαλύτερων αγορών από όσες χρειάζονται.
Οι καταναλωτές σε ποσοστό 30% θεωρούν ότι στο θέμα αυτό θα πρέπει να βοηθηθούν από τις επιχειρήσεις τροφίμων.
Το στοιχείο αυτό δείχνει ότι οι καταναλωτές αποδίδουν σε μεγαλύτερο βαθμό στη δική τους κινητοποίηση την προσπάθεια μείωσης της σπατάλης, αλλά χρειάζονται και την αρωγή τρίτων. Η έρευνα του ΙΕΛΚΑ αναδεικνύει ότι το συγκεκριμένο θέμα έχει σημαντική επίδραση στην ελληνική κοινωνία και αρκετά μεγάλα μεγέθη, τα οποία θα πρέπει να ενταχθούν σε οργανωμένες δράσεις διαχείρισής τους.