Ένα “παράθυρο” για τις αγορές άνοιξε για την Ελλάδα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με την ειδική αναφορά για τα ελληνικά ομόλογα.
Η ΕΚΤ, όπως θα δούμε, θα αναπροσαρμόζει το ύψος της επανεπένδυσης των τίτλων με δυνατότητα αγοράς ομολόγων εκδόσεως Ελληνικού Δημοσίου, εφόσον χρειαστεί. Εφόσον λοιπόν οι συνθήκες στις αγορές ευνοούν την έξοδο, ο ΟΔΔΗΧ θα εκτελέσει αναλόγως το πρόγραμμα του, ενώ θα ακολουθήσουν και οι ελληνικές τράπεζες για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες για κεφαλαιακά “μαξιλάρια”.
Μέσα στο πρώτο εξάμηνο, όμως, η Τράπεζα της Ελλάδος σε συνεργασία με τις τέσσερις συστημικές τράπεζες θα ξεκινήσει τις απαραίτητες πρωτοβουλίες προκειμένου να έλθει πιο κοντά η επενδυτική βαθμίδα.
Τότε δεν θα χρειάζεται καμία ειδική απόφαση καθώς τα ομόλογα θα είναι επιλέξιμα τόσο για το υφιστάμενο πρόγραμμα της ΕΚΤ, ενώ αυτό θα σημάνει εισροή κεφαλαίων επενδυτών από τις ανεπτυγμένες αγορές για το ελληνικό χρηματιστήριο.
Αυτή η εξέλιξη θα αλλάξει το παιχνίδι στην ελληνική αγορά τόσο στα ελληνικά ομόλογα, όσο και στις ελληνικές μετοχές. Ήδη μια ελληνική επενδυτική τράπεζα εργάζεται πάνω σ αυτόν τον τομέα και διεξάγει τις πρώτες επαφές με τους επενδυτές, ενώ ήδη ελληνικές επιχειρήσεις έχουν αρχίσει να σκέπτονται την περαιτέρω διεθνοποίηση του μετοχολογίου τους, κατά το πρότυπο της ΔΕΗ. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι, η ΕΚΤ έδωσε το σήμα προς τους ξένους επενδυτές στην αγορά ομολόγων και όπως συμβαίνει συνήθως έπεται και το ελληνικό χρηματιστήριο.
Άλλωστε, οι ξένοι επενδυτές απαλλαγμένοι πλέον από τις εξελίξεις στα επιτόκια στις ΗΠΑ θα στρέψουν το ενδιαφέρον τους και στην ελληνική αγορά η οποία εμφανίζει τους ελκυστικότερους δείκτες σε ό,τι αφορά τις αποτιμήσεις, τις μερισματικές αποδόσεις. Οι παράγοντες ανησυχίας είναι πλέον η μετάλλαξη Ο και οι επιπτώσεις στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, αλλά και ο υψηλός πληθωρισμός ο οποίος χρειάζεται να δώσει ενδείξεις αποκλιμάκωσης μέσα στο πρώτο τρίμηνο του έτους.
Ράλι με πτώση της απόδοσης και άνοδο των τιμών
Η απόφαση της ΕΚΤ οδήγησε σε ράλι ανακούφισης σε ό,τι αφορά τα ελληνικά ομόλογα με αρχική πτώση της απόδοσης έως 9% ενώ το χρηματιστήριο έκλεισε με άνοδο 1,07% πλησιάζοντας εκ νέου τις 900 μονάδες (892 μονάδες).
Ειδικά για τα ελληνικά ομόλογα υπάρχει συγκεκριμένη αναφορά, στην απόφαση, η οποία προβλέπει ότι η ΕΚΤ θα μπορεί να αγοράζει περισσότερα ομόλογα από εκείνα που έχει στην κατοχή της και λήγουν.
Στο συνοδευτικό της αποφάσεως κείμενο, αναφέρεται ότι, θα είναι δυνατό η ΕΚΤ να προσαρμόζει το ύψος της επανεπένδυσης των τίτλων, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας αγοράς ομολόγων εκδόσεως Ελληνικού Δημοσίου, εφόσον χρειάζεται.
Οι καθαρές αγορές τίτλων χωρών της Ευρωζώνης στο πλαίσιο του τακτικού προγράμματος νομισματικής στήριξης (APP) θα αυξηθούν στα 40 δισ. ευρώ ανά μήνα στο β’ τρίμηνο του 2022 από το τρέχον ύψος των 20 δισ. ευρώ, ενώ στο γ’ τρίμηνο θα διαμορφωθεί στα 30 δισ. ευρώ ανά μήνα.
Από τον Οκτώβριο του 2022, το ύψος των αγορών τίτλων θα διαμορφώνεται στα 20 δισ. ευρώ ανά μήνα για όσο χρειάζεται, ώστε να διατηρηθεί επαρκής νομισματική στήριξη.
H ειδική αναφορά της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στην Ελλάδα και τα ελληνικά ομόλογα στην ανακοίνωση της προκάλεσε ένα ράλι με πτώση της απόδοσης έως και 9% στο 1,12% καθώς επενδυτές που είχαν λάβει θέσεις σορτ, έσπευσαν να καλυφθούν.
Αργότερα το απόγευμα η απόδοση σταθεροποιήθηκε στο 1,17% ωστόσο όπως θα δούμε οι κινήσεις θα επαναληφθούν συνεπώς οι επενδυτές θα συνεχίσουν το short covering.
Όπως σημείωσε η JP Morgan «Εάν η ΕΚΤ δεσμευθεί ξεκάθαρα πως θα στηρίξει την Ελλάδα στρέφοντας των βάρος των ροών από τα ομόλογα του PEPP που λήγουν, προς τα ελληνικά ομόλογα, θα είναι ένα αρκετά αξιόπιστο και εποικοδομητικό μήνυμα προς τους επενδυτές».
Ειδικότερα, σε περίπτωση νέου κατακερματισμού της αγοράς που σχετίζεται με την πανδημία οι επανεπενδύσεις ομολόγων που αποκτήθηκαν μέσω του έκτακτου προγράμματος αγοράς τίτλων (PEPP), μπορούν να προσαρμοστούν με ευελιξία σε χρονική διάρκεια, επενδυτική τάξη και αρμοδιότητα ανά πάσα στιγμή. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει και αγορές ομολόγων που εξέδωσε η Ελλάδα, πέρα και πάνω από το rollover τίτλων που ήδη έχει στην κατοχή της.
Διευκολύνονται οι εκδόσεις των ελληνικών τραπεζών και των επιχειρήσεων – Προς αυξήσεις με αποκλεισμό των δικαιωμάτων προτίμησης
Πέραν της προστασίας έναντι κερδοσκοπικών κινήσεων η απόφαση ουσιαστικά αποτελεί ένα μεταβατικό στάδιο μέχρις ότου η Ελλάδα αποκτήσει επενδυτική βαθμίδα προς το τέλος του 2022 ή αργότερα εντός του 2023.Τι σημαίνει, όμως, η απόφαση;
Η απόφαση για την συνέχιση των αγορών στα ελληνικά ομόλογα δεν μειώνει μόνο το κόστος των εκδόσεων που θα επιχειρηθούν μέσα στο πρώτο τρίμηνο από τον ΟΔΔΗΧ (11-12 δισ. ευρώ). Οι Ελληνικές Τράπεζες στο πλαίσιο των υποχρεώσεων τους (MREL) εντός του 2022 σχεδιάζουν να εκδώσουν ομόλογα (preferred, AT -1, Tier II κ.ά.) ύψους 4 δισ. ευρώ.
Είναι προφανές ότι εφόσον οι αγορές είναι θετικές μέσα στο πρώτο τρίμηνο οι ελληνικές τράπεζες θα σπεύσουν να εκμεταλλευτούν το όποιο ευνοϊκό “παράθυρο” στις αγορές, εκτός απροόπτου με την μετάλλαξη.
Οι επενδυτές από την πλευρά τους έχουν κίνητρο καθώς μια αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης θα σημάνει αυτόματα και αναβαθμίσεις στην αξιολόγηση των ελληνικών τραπεζών, η οποία παραμένει η χαμηλότερη στην Ευρωζώνη.
Την σκυτάλη στην συνέχεια θα λάβουν και οι ελληνικές επιχειρήσεις, και ίσως, δεν είναι τυχαίο, ότι ήδη μεγάλες εισηγμένες εξετάζουν όχι μόνο την έξοδο με διεθνή ομόλογα , αλλά σχεδιάζουν και αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου κατά το πρότυπο των ελληνικών τραπεζών – ΔΕΗ, δηλαδή με παραίτηση των δικαιωμάτων προτίμησης των υφιστάμενων μετόχων.
Μετά το επιτυχημένο εγχείρημα της ΔΕΗ, μια μικρή ομάδα εταιρειών θα σπεύσει να εκμεταλλευθεί την συγκυρία, πριν ξεκινήσει η συζήτηση για την αύξηση των επιτοκίων στις ΗΠΑ ή στην Ευρώπη.