Ο κ. Μανουσάκης σημείωσε πως η «πράσινη» μετάβαση είναι ένας δύσβατος αλλά απολύτως αναγκαίος δρόμος, προκειμένου να παραδώσουμε ένα πιο βιώσιμο μέλλον στις επόμενες γενιές και επεσήμανε την ανάγκη «να περάσουμε στην εποχή της καθαρής ενέργειας με τη μέγιστη δυνατή ταχύτητα, αλλά και όρους ασφάλειας για την κοινωνία και το περιβάλλον», μιλώντας στη Διεθνή Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το κλίμα, στο Σαρμ Ελ–Σεΐχ.

Συνομιλώντας με κορυφαίους εκπροσώπους του διεθνούς ενεργειακού κλάδου, υπογράμμισε ότι χρειαζόμαστε πιο πυκνές / διασυνοριακές αλλά και διηπειρωτικές / ηλεκτρικές διασυνδέσεις, ανθεκτικά και έξυπνα δίκτυα, καθώς και τεχνολογίες αποθήκευσης που θα μεγιστοποιήσουν την ενσωμάτωση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, στο ενεργειακό μείγμα.

Έναν νέο διάδρομο για ανταλλαγές καθαρής ενέργειας ανάμεσα στην Ευρώπη και τη βόρεια Αφρική, χαρακτήρισε ο κ. Μανουσάκης την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας – Αιγύπτου και επανέλαβε ότι ο ΑΔΜΗΕ προτίθεται να συμμετάσχει και επενδυτικά σε αυτό το κορυφαίο έργο, για το οποίο συνεργάζεται με τον Διαχειριστή της Αιγύπτου EETC και τον φορέα υλοποίησης ELICA.

Ανέφερε, επίσης, ότι με τις διεθνείς και εγχώριες διασυνδέσεις που υλοποιεί ο Διαχειριστής στο πλαίσιο του επενδυτικού προγράμματος, ύψους 5 δισ. ευρώ, το ελληνικό Σύστημα Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας θα υπερδιπλασιασθεί έως το 2030.

«Η αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας για την «πράσινη» μετάβαση είναι καταλυτική»

«Η κλιματική αλλαγή επιβάλλει να επισπεύσουμε την ενεργειακή μετάβαση, που είναι ο δύσβατος αλλά απολύτως αναγκαίος δρόμος για να παραδώσουμε ένα πιο βιώσιμο μέλλον στις επόμενες γενιές. Ωστόσο, δεν έχουμε ακόμη οικονομικά προσιτές τεχνολογίες αποθήκευσης που να μπορούν να εξασφαλίσουν αξιόπιστη λειτουργία των δικτύων μόνο με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Μέρος της λύσης, είναι η δημιουργία πιο έξυπνων και ανθεκτικών δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας που μπορούν να λειτουργήσουν με μεγαλύτερη ασφάλεια εν μέσω αυξανόμενης διείσδυσης στοχαστικών μορφών ενέργειας και σε πιο ακραίες καιρικές συνθήκες. Για αυτό τον σκοπό, ο ΑΔΜΗΕ ενισχύει την ανθεκτικότητα του Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς, εκσυγχρονίζοντας τις ηλεκτρικές υποδομές και αντικαθιστώντας πλήρως τον πλέον κρίσιμο εξοπλισμό υψηλής και υπερυψηλής τάσης έως το 2023.

Υλοποιούμε, επιπλέον, σύνθετα τεχνικά έργα που σχετίζονται με την ενεργειακή μετάβαση, εισάγοντας έξυπνες τεχνολογίες και υπερσύγχρονες πλατφόρμες πληροφορικής με σκοπό την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη κατανομή ενέργειας (dispatching) και τη μέγιστη σταθερότητα του Συστήματος σε συνθήκες υψηλής παραγωγής ανανεώσιμων πηγών. Όλες αυτές οι παρεμβάσεις είναι απολύτως απαραίτητες, αλλά η αποθήκευση θα διαδραματίσει τον καταλυτικό ρόλο για την ενεργειακή μετάβαση».

«Η επείγουσα ανάγκη για περισσότερη καθαρή ενέργεια λόγω της κλιματικής αλλαγής, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι δεν έχουμε ακόμη στη διάθεσή μας οικονομικά προσιτές τεχνολογίες αποθήκευσης, θέτει σημαντικές προκλήσεις στην προσπάθεια να περάσουμε όχι μόνο γρήγορα, αλλά και με ασφάλεια, στην εποχή της καθαρής ενέργειας.

Προς αυτή την κατεύθυνση, απαιτείται η χάραξη νέων πολιτικών και η συστηματική συνεργασία σε διεθνές επίπεδο. Τα κράτη, ως “κλιματικοί ηγέτες”, είναι σημαντικό να επενδύσουν τα ίδια σε ακόμη περισσότερα έργα ενεργειακής μετάβασης, αλλά και να διευκολύνουν και να ενθαρρύνουν την υγιή επιχειρηματικότητα, μεριμνώντας, παράλληλα, για την κοινωνική συνοχή και την περιβαλλοντική ισορροπία.

Χρειαζόμαστε περισσότερα διασυνοριακά και διηπειρωτικά έργα μεταφοράς, ώστε να δημιουργήσουμε πυκνότερα δίκτυα αλλά και για να είμαστε σε θέση να χρησιμοποιούμε ενέργεια που παράγεται σε διαφορετικές κλιματικές και γεωγραφικές ζώνες.

Οι διεθνείς διασυνδέσεις παίζουν βασικό ρόλο για την “πράσινη” μετάβαση, αφού διαφοροποιούν τις πηγές εφοδιασμού και συμβάλλουν στην ενσωμάτωση νέων ανανεώσιμων πηγών, στο ενεργειακό μείγμα.

Ο ΑΔΜΗΕ προσφέρει, επίσης, τεχνογνωσία στη διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ και σκοπεύει να συμμετάσχει ως μέτοχος στον φορέα υλοποίησης, EuroAsia Interconnector. Αυτό το σημαντικό έργο θα δημιουργήσει έναν ακόμη ενεργειακό διάδρομο μεταξύ Ευρώπης και Μέσης Ανατολής, μέσω Κύπρου και Ελλάδας.

Με τις εγχώριες νησιωτικές και χερσαίες διασυνδέσεις του Διαχειριστή, το ελληνικό σύστημα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας θα υπερδιπλασιασθεί, έως το 2030. Αυτά τα έργα βελτιώνουν την ποιότητα ηλεκτροδότησης στα ελληνικά νησιά, μειώνουν το ενεργειακό κόστος για όλους τους καταναλωτές και εξασφαλίζουν σημαντικά περιβαλλοντικά οφέλη.

Οι πετρελαϊκοί σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής αποσύρονται σταδιακά από τα νησιά, ενώ, μέχρι το τέλος της δεκαετίας, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που σχετίζονται με την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στο Αιγαίο σχεδόν θα μηδενισθούν και θα μειωθούν κατά 2.8 εκατομμύρια τόνους ετησίως, σε σύγκριση με το 2020», σημείωσε ο Μάνος Μανουσάκης.

Διαβάστε ακόμη: