«Πιέσεις» από την κυβέρνηση προκειμένου αφενός, να διατηρήσουν το «πάγωμα» των επιτοκίων στα στεγαστικά δάνεια και αφετέρου, να μειώσουν τις προμήθειες στα POS, δέχονται οι τράπεζες, με το δυνητικό κόστος των επίμαχων ενεργειών να φαντάζει μικρό μπροστά στην υψηλή κερδοφορία που καταγράφουν το τελευταίο διάστημα.

Ειδικότερα, την ελπίδα πως οι τράπεζες θα διατηρήσουν και εφέτος το πλαφόν στα επιτόκια των στεγαστικών δανείων εξέφρασε χθες, Τετάρτη, ο υπουργός Οικονομικών, κ. Κωστής Χατζηδάκης.

«Εμείς, όχι μόνο ελπίζουμε, αλλά δεν μπορούμε να διανοηθούμε ότι οι τράπεζες δεν θα επεκτείνουν τις χαμηλότερες χρεώσεις για τα στεγαστικά δάνεια, τις οποίες είχαν υιοθετήσει πέρυσι για έναν χρόνο. Επειδή τα επιτόκια σε ευρωπαϊκό επίπεδο παραμένουν υψηλά, θεωρούμε ότι θα προχωρήσουν προς τα εκεί», ανέφερε χαρακτηριστικά σε τηλεοπτική του συνέντευξη. Όπως εξηγούν στο newmoney αρμόδιες πηγές, η επίμαχη τοποθέτηση του υπουργού αναγκάζει, ουσιαστικά, τις τράπεζες να επισπεύσουν τις σχετικές ανακοινώσεις, μιας και ήδη υπάρχει σιωπηρή συμφωνία περί παράτασης του «παγώματος», τουλάχιστον μέχρι τέλος του χρόνου. Κι αυτό γιατί, δεν είναι ακόμη ξεκάθαρο πότε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα αποφασίσει να μειώσει τα επιτόκια, γεγονός που θα επέτρεπε στις τράπεζες να απομακρύνουν το «πέπλο προστασίας».

Υπενθυμίζεται ότι το πρόγραμμα προέβλεπε για τα δάνεια που βασίζονται σε Euribor ενός μήνα το επιτόκιο να σταθεροποιείται στο 2,70%, ενώ για όσα βασίζονται σε Euribor τριών μηνών να διαμορφώνεται στα επίπεδα του 2,83% – 2,85%. Σήμερα τα αντίστοιχα επιτόκια βρίσκονται στο 3,895% και 3,943% αντίστοιχα. Αφορούσε δε, στα ενήμερα στεγαστικά δάνεια, στα οποία περιλαμβάνονται και τα δάνεια που είχαν ρυθμιστεί πρόσφατα, με την προϋπόθεση ότι ο δανειολήπτης δεν όφειλε καμία δόση. Επίσης, περιλαμβάνονταν όλα τα στεγαστικά δάνεια σε διαφορετικό νόμισμα από ευρώ, καθώς και σε διαφορετικό επιτόκιο από Euribor (π.χ. ελβετικό φράγκο ή/και Libor, MRO EKΤ κ.λπ.). Συνολικά, η προστασία αφορούσε σε περίπου 450.000 δάνεια, αξίας 19,5 δισ. ευρώ.

Το «πάγωμα» δε, αποδείχθηκε σωτήριο για τους δανειολήπτες, αφού συγκράτησε το κόστος εξυπηρέτησης των δόσεων. Ενδεικτικά, όπως είχε γράψει το newmoney, για ένα δάνειο, ύψους 100.000 ευρώ, που πριν τις αυξήσεις τιμολογούνταν με επιτόκιο 2,5% (σ.σ. μηναία δόση 672 ευρώ για 15 χρόνια, 536 ευρώ για 20 χρόνια και 401 ευρώ για 30 χρόνια) με το πλαφόν το επιτόκιο «κλείδωσε» στο 5,35% (επιτόκιο βάσης 2,85% + 2,5% spread) και δόση περίπου 820 ευρώ, 690 ευρώ και 570 ευρώ αντίστοιχα. Χωρίς το «πάγωμα» ο ίδιος δανειολήπτης θα είχε φτάσει να πληρώνει 880 ευρώ, 750 ευρώ και 640 ευρώ το μήνα αντίστοιχα.

POS

Την ίδια στιγμή, σε συνάντηση που είχε την Τετάρτη ο κ. Χατζηδάκης με εκπροσώπους των τραπεζών, καθώς και των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών POS, τέθηκε επί τάπητος το ζήτημα των προμηθειών.

Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, ο αρμόδιος υπουργός υπογράμμισε την ανάγκη να εξεταστεί από τις τράπεζες και τους παρόχους η μείωση των προμηθειών κατά τη χρήση των POS για συναλλαγές μικρής αξίας, με τον υφυπουργό, κ. Χάρη Θεοχάρη, να σημειώνει πως «η χρήση των καρτών και των συστημάτων άμεσων πληρωμών είναι ένας πολύτιμος σύμμαχος στη μάχη κατά της φοροδιαφυγής. Για να εμπεδωθεί η χρήση τους είναι σημαντικό οι καθημερινές συναλλαγές να έχουν λογικές χρεώσεις».

Στην Ελλάδα, όπως εξηγούν στο newmoney πηγές, οι οποίες συμμετείχαν στη συνάντηση με το οικονομικό επιτελείο, η μέση προμήθεια που πληρώνει ένας έμπορος κυμαίνεται σε 0,70% – 0,80% ανά συναλλαγή, ανεξαρτήτως ποσού. Αυτή η επιβάρυνση μοιράζεται μεταξύ τριών μερών: της τράπεζας, με την οποία ο εκάστοτε επαγγελματίες έχει πελατειακή σχέση, του εκδότη της κάρτας, δηλαδή, Visa ή Mastercard και του acquirer που αναλαμβάνει να κάνει την εκκαθάριση της συναλλαγής. Υπενθυμίζεται πως και οι τέσσερις συστημικές τράπεζες προχώρησαν στην πώληση των POS σε τρίτους παίκτες και συγκεκριμένα η Τράπεζα Πειραιώς στη Euronet Worldwide, η Eurobank στη Worldline, η Alpha Bank στη Nexi και τέλος, η Εθνική Τράπεζα στην Evo. «Η χρέωση της κάθε κάρτας είναι θεσμοθετημένη από την ΕΕ και πρόκειται για 0,20% για τις χρεωστικές και 0,30% για τις πιστωτικές. Τα σχήματα χρεώνουν σε μηνιαία ή τριμηνιαία βάση και το κόστος για τις εγχώριες κάρτες είναι 0,15% και για τις ξένες ενδέχεται να φτάσει μέχρι και 2%. Τέλος, οι πάροχοι χρεώνουν περί το 0,20%», σημειώνουν οι παραπάνω πηγές.

Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση πιέζει να υπάρξει αναπροσαρμογή προς τα κάτω στις προμήθειες που αφορούν πρωτίστως σε μικροσυναλλαγές. «Η συζήτηση αφορούσε σε συναλλαγές, οι οποίες γίνονται σε κλάδους, όπως, για παράδειγμα, τα περίπτερα. Είναι λογικό να υπάρχουν αντιδράσεις, αν και ο επαγγελματίας γνωρίζει πως τα περιθώρια κέρδους δεν είναι ίδια για όλα τα προϊόντα, Στην τελική, αυτό που πρέπει να μετράει είναι η συνολική εικόνα», καταλήγουν.

Διαβάστε ακόμη: