Οι ανησυχίες ότι οι βαριές κυρώσεις, που έχουν επιβληθεί στη Ρωσία θα πλήξουν σημαντικά και ευρωπαϊκά οικονομικά συμφέροντα, έχουν αρχίσει και αποτυπώνονται ήδη στα ταμπλό των χρηματιστηρίων.
Μεγάλες χαμένες οι τράπεζες, ειδικότερα μετά τον αποκλεισμό της Ρωσίας από το σύστημα SWIFT, με την Credit Suisse να μιλά για το ενδεχόμενο να δούμε καταστάσεις ανάλογες με εκείνες που προκάλεσε η κατάρρευση της Lehman Brothers.
Εκτιμάται ότι εξαιτίας του SWIFT αρκετοί συναλλασσόμενοι δεν θα εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους και θα προκληθούν υπεραναλήψεις οι οποίες, για να καλυφθούν, θα πρέπει οι Kεντρικές Τράπεζες – και κυρίως η FED, εφόσον οι διεθνείς συναλλαγές της Ρωσίας γίνονται σε δολάρια – να παρέμβουν ρίχνοντας δολάρια στην αγορά.
Χρηματιστηριακές συνέπειες
Στον απόηχο των ανησυχιών αυτών αλλά και της εξαιρετικά αβέβαιης προοπτικής από τα πεδία της μάχης, οι μετοχές των ευρωπαϊκών τραπεζών που συνδέονται με τη Ρωσία βρίσκονται σε κάθε πτώση από το άνοιγμα των αγορών τη Δευτέρα.
Η Raiffeisen Bank International της Αυστρίας υποχωρούσε έως και 18%, ενώ η γαλλική Societe Generale SA και η ιταλική UniCredit SpA κατέγραφαν απώλειες περίπου 10%. Και οι τρεις έχουν σημαντικές επιχειρήσεις στη Ρωσία.
Η Raiffeisen ανακοίνωσε τη Δευτέρα ότι δεν μπορεί ακόμη να εκτιμήσει τις οικονομικές επιπτώσεις των κυρώσεων καθώς επεκτείνονται καθημερινά. Είπε επίσης ότι τα μέτρα είχαν «σκληρό και εκτεταμένο» αντίκτυπο στις χρηματοπιστωτικές αγορές και την πραγματική οικονομία.
Σύμφωνα με το Bloomberg Intelligence, η τράπεζα έχει περίπου 11,6 δισεκατομμύρια ευρώ των δανείων της στη Ρωσία, ή το 11% του συνόλου της, και πραγματοποιεί εκεί πάνω από το 30% των κερδών της προ φόρων.
«Ο αποκλεισμός των ρωσικών τραπεζών από τις διεθνείς πληρωμές σημαίνει ότι αυτά τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δεν μπορούν πλέον να αποπληρώσουν τα χρέη τους προς τους ευρωπαίους πιστωτές τους», δήλωσε ο επικεφαλής οικονομολόγος της VP Bank, Τόμας Γκίτσελ. «Για την ΕΕ συνολικά, οι υποχρεώσεις της Ρωσίας είναι διαχειρίσιμες. Οι απαιτήσεις ανέρχονται σε περίπου 75 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ ή 0,7% των συνολικών τραπεζικών απαιτήσεων».
Η έξοδος της ΒΡ
Σε μια από τις πιο εντυπωσιακές «απαντήσεις», που έχουν δοθεί μέχρι τώρα στη Ρωσία, για την απόφασή της να εισβάλλει στην Ουκρανία, η BP εγκαταλείπει το μερίδιό της στον ρωσικό πετρελαϊκό κολοσσό Rosneft, τερματίζοντας μια συνεργασία τριών δεκαετιών.
Η Rosneft αντιπροσωπεύει περίπου τα μισά αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου της BP και το ένα τρίτο της παραγωγής της και η εκποίηση του μεριδίου του 19,75% θα οδηγήσει σε επιβαρύνσεις έως και 25 δισεκατομμυρίων δολαρίων, δήλωσε η βρετανική εταιρεία, χωρίς να διευκρινίσει πώς σχεδιάζει να απεγκλωβιστεί.
«Έχω σοκαριστεί και λυπηθεί βαθύτατα από την κατάσταση που εκτυλίσσεται στην Ουκρανία και η καρδιά μου είναι με όλους τους πληγέντες. Μας έκανε να ξανασκεφτούμε τη θέση της ΒΡ με τη Rosneft”, δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της BP Bernard Looney.
Η Rosneft κατηγόρησε την απόφαση της BP για «πρωτοφανή πολιτική πίεση», ανέφεραν ρωσικά πρακτορεία ειδήσεων, αναφέροντας ότι 30 χρόνια επιτυχημένης συνεργασίας καταστράφηκαν.
Η BP είπε ότι η απόφαση αυτή δεν θα επηρεάσει τους βραχυπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους οικονομικούς στόχους της στο πλαίσιο της στρατηγικής της για στροφή από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο σε καύσιμα χαμηλών εκπομπών άνθρακα και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Οι άλλες εταιρείες…
Γαλλικές εταιρείες ενέργειας που δραστηριοποιούνται στην Αρκτική Θάλασσα της Ρωσίας. Ιταλικές μπουτίκ πολυτελείας κοντά στην Κόκκινη Πλατεία. Γερμανικά εργοστάσια αυτοκινήτων γύρω από το ρωσικό νότο.
Καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση εφαρμόζουν κυρώσεις για να τιμωρήσουν τη Ρωσία για την εισβολή της στην Ουκρανία, οι ευρωπαϊκές εταιρείες προετοιμάζονται για την πιθανότητα η τιμωρία που προορίζεται για τη Μόσχα να τις βλάψει επίσης.
Και παρά τις διαβεβαιώσεις ότι οι κυρώσεις σχεδιάστηκαν για να πλήξουν κυρίως τα ρωσικά συμφέροντα, χιλιάδες ξένες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη Ρωσία για χρόνια προετοιμάζονται για μια αναπόφευκτη οικονομική ανατροπή
«Η επίθεση στην Ουκρανία αντιπροσωπεύει ένα σημείο καμπής στην Ευρώπη», δήλωσε ο Κρίστιαν Μπρουχ, διευθύνων σύμβουλος της Siemens Energy με έδρα τη Γερμανία, μεγάλου παραγωγού στροβίλων και γεννητριών. «Εμείς ως εταιρεία πρέπει τώρα να αναλύσουμε τι ακριβώς σημαίνει αυτή η κατάσταση για την επιχείρησή μας».
Κορυφαίος εμπορικός εταίρος
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ρωσίας, αντιπροσωπεύοντας το 37% του παγκόσμιου εμπορίου της Ρωσίας το 2020. Μεγάλο μέρος αυτού είναι ενέργεια: Περίπου το 70% των εξαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου και το ήμισυ των εξαγωγών πετρελαίου της πηγαίνουν στην Ευρώπη.
Και ενώ οι πωλήσεις στη Ρωσία αντιπροσωπεύουν μόλις το 5% του συνολικού εμπορίου της Ευρώπης με τον κόσμο, για δεκαετίες ήταν βασικός προορισμός για ευρωπαϊκές εταιρείες σε μια σειρά βιομηχανιών, συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών, της γεωργίας και των τροφίμων, της ενέργειας, της αυτοκινητοβιομηχανίας, της αεροδιαστημικής και των προϊόντων πολυτελείας .
Ορισμένες ευρωπαϊκές εταιρείες, ειδικά στη Γερμανία, είχαν επιχειρηματικούς δεσμούς με τη Ρωσία εδώ και αιώνες. Η Deutsche Bank και η Siemens, δραστηριοποιούνται εκεί από τα τέλη του 19ου αιώνα. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι οικονομικοί δεσμοί θεωρήθηκαν ως ένας τρόπος διατήρησης των σχέσεων πέρα από το Σιδηρούν Παραπέτασμα.
Μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, δυτικές εταιρείες ήρθαν στη Ρωσία για διαφορετικούς λόγους, είτε για να πουλήσουν Renaults ή Volkswagen στην αναπτυσσόμενη αστική μεσαία τάξη της χώρας είτε για να εξυπηρετήσουν έναν αυξανόμενο αριθμό πλούσιων ελίτ που αναζητούσαν ιταλικές και γαλλικές πολυτέλειες. Άλλοι ήθελαν να πουλήσουν γερμανικά τρακτέρ σε Ρώσους αγρότες ή να αγοράσουν ρωσικό τιτάνιο για αεροπλάνα.
Ενώ ορισμένες πολυεθνικές, όπως η Deutsche Bank, απέσυραν τις συναλλαγές τους στη Ρωσία μετά την προσάρτηση της Κριμαίας σε μια στρατιωτική επιχείρηση το 2014, άλλες εργάστηκαν επιμελώς για να αυξήσουν το μερίδιο αγοράς τους τα τελευταία χρόνια και προσπαθούσαν με τόλμη να επεκτείνουν τις ρωσικές δραστηριότητές τους — ακόμη και όταν ο πρόεδρος Βλαντιμίρ Β. Πούτιν ετοιμαζόταν να εισβάλει στη γειτονική χώρα της Ουκρανίας.
Τον περασμένο μήνα, 20 κορυφαία στελέχη της Ιταλίας οργάνωσαν μια βιντεοκλήση με τον κ. Πούτιν για να μιλήσουν για την ενίσχυση των οικονομικών δεσμών, ενώ τα ρωσικά στρατεύματα συγκεντρώνονταν για τα σύνορα της Ουκρανίας και οι Ευρωπαίοι ηγέτες συζητούσαν τις κυρώσεις.
Γαλλικά συμφέροντα
Όπως επισημαίνουν οι New York Times, μόνο για τη Γαλλία, 35 από τις 40 μεγαλύτερες γαλλικές εταιρείες που είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο CAC 40 της χώρας έχουν σημαντικές ρωσικές επενδύσεις, από τα σούπερ μάρκετ Auchan στους δρόμους της Μόσχας έως τις δραστηριότητες υγροποιημένου φυσικού αερίου του γαλλικού ενεργειακού κολοσσού TotalEnergies στη χερσόνησο Γιαμάλ.
Όλες εκτός από δύο από τις 40 εταιρείες που περιλαμβάνονται στον δείκτη DAX στη Φρανκφούρτη έχουν επενδύσεις στη Ρωσία.
Περίπου 700 γαλλικές θυγατρικές δραστηριοποιούνται στη Ρωσία σε διάφορους κλάδους που απασχολούν πάνω από 200.000 εργαζόμενους, σύμφωνα με το γαλλικό υπουργείο Οικονομικών.
Αυτό το πρόβλημα έχει ήδη πλήξει τη Volkswagen , η οποία δήλωσε την Παρασκευή ότι θα αναστείλει τη λειτουργία της για αρκετές ημέρες την επόμενη εβδομάδα σε δύο εργοστάσια στην Ανατολική Γερμανία που κατασκευάζουν ηλεκτρικά οχήματα, επειδή οι παραδόσεις κρίσιμων εξαρτημάτων από τη δυτική Ουκρανία έχουν διακοπεί λόγω μαχών.
Η Volkswagen θα μπορούσε επίσης να πληγεί από τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, όπου από το 2009 έχει ένα εργοστάσιο στην Καλούγκα που απασχολεί περίπου 4.000 άτομα που παράγει τα μοντέλα της Tiguan και Polo, καθώς και τα Audi Q8 και Q9 και το Skoda Rapid. Η Mercedes-Benz έχει ένα εργοστάσιο έξω από τη Μόσχα, ενώ η BMW συνεργάζεται με έναν τοπικό συνεργάτη.
Και οι τρεις έχουν επενδύσει στη ρωσική αγορά και σε ένα αυξανόμενο δυναμικό καταναλωτών που μπορούν να αντέξουν οικονομικά τα αυτοκίνητά τους.
Η BMW είπε ότι «η πολιτική ορίζει τους κανόνες εντός των οποίων λειτουργούμε ως εταιρεία» και ότι «αν αλλάξουν οι συνθήκες πλαισίου, θα τις αξιολογήσουμε και θα αποφασίσουμε πώς θα τις αντιμετωπίσουμε».
Οι τιμές στα commodities
Οι πρώτες συνέπειες έκαναν την εμφάνισή τους αρχής γενομένης από τα commodites καθώς τα χρήματα που κινούν την ροή τους, από το αργό πετρέλαιο μέχρι το σιτάρι άρχισαν να στερεύουν…
Ορισμένες ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν αρχίσει να επιβάλλουν περιορισμούς στη χρηματοδότηση του εμπορίου εμπορευμάτων που συνδέεται με τη Ρωσία και την Ουκρανία, συσσωρεύοντας πιέσεις στους εμπόρους που ήδη αναζητούσαν πρόσθετη πίστωση και προετοιμάζονται για σκληρές δυτικές κυρώσεις στη Μόσχα.
Σύμφωνα με πληροφορίες που επικαλείται το Bloomberg, οι ολλανδικοί τραπεζικοί κολοσσοί ING Groep NV και Rabobank περιορίζουν τη χορήγηση δανείων σε συμφωνίες που αφορούν διακίνηση εμπορευμάτων από τη Ρωσία και την Ουκρανία.
Παγώνουν οι πιστώσεις
Άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες μειώνουν επίσης την έκθεσή τους, με ορισμένες να περιορίζουν την έκδοση εγγυητικών επιστολών έναντι φορτίων που προέρχονται από τη Ρωσία.
Με τις τιμές των εμπορευμάτων να εκτινάσσονται στα ύψη, οι εταιρείες που αγοράζουν και πωλούν τους φυσικούς πόρους του κόσμου είχαν ήδη αναγκαστεί τα τελευταία χρόνια να αναζητήσουν νέες μορφές χρηματοδότησης — μεταξύ άλλων από ρωσικές τράπεζες — αφού ορισμένοι παραδοσιακοί χρηματοδότες αποχώρησαν.
Οι κερδισμένοι
Αναλυτές εκτιμούν ότι κερδισμένες από αυτή την κρίση αναμένεται να βγουν εταιρείες που θα ωφεληθούν από τη μείωση της εξάρτησης από το ρωσικό αέριο. Και αυτό αποτυπώνεται ήδη στο χρηματιστηριακή ταμπλό.
Οι δανέζικες εταιρείες αιολικής ενέργειας Orsted και Vestas Wind Systems, η γερμανική εταιρεία κοινής ωφέλειας RWE, ο γαλλικός προμηθευτής πυρηνικής ενέργειας Electricite de France, η ισπανική Iberdrola η Enel SpA της Ιταλίας φαίνεται ότι επί του παρόντος ευνοούνται, τουλάχιστον χρηματιστηριακά.
Σημειώνεται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση προμηθεύεται πάνω από το 40% του φυσικού αερίου της από τη Ρωσία. Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, δήλωσε σε πρόσφατη ομιλία της ότι η ζώνη του ευρώ δεν μπορεί να βασίζεται πλέον τόσο πολύ σε έναν προμηθευτή ενέργειας που απειλεί να ξεκινήσει πόλεμο στην ευρωπαϊκή ήπειρο.
«Είναι μια περίπτωση του πόσο γρήγορα μπορούν να βρεθούν εναλλακτικές λύσεις. Ίσως θα δούμε πιο ήπια πολιτική για τον άνθρακα και τα πυρηνικά βραχυπρόθεσμα. Ίσως δούμε περισσότερα έργα στον χώρο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας», δήλωσε στο Reuters η Λουίζ Ντάντλεϊ, διευθύντρια χαρτοφυλακίου παγκόσμιων μετοχών στην Federated Hermes, προσθέτοντας ότι «η μετάβαση σε πιο πράσινη τεχνολογία μπορεί να βοηθήσει στην επιτάχυνση αυτού».
Τα social media
Εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο χρησιμοποιούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τις τελευταίες ημέρες, για να ενημερώνονται, καθώς o πόλεμος βρίσκεται σε εξέλιξη.
Όλα αυτά είναι πιθανό να ευνοήσουν σημαντικά ορισμένες εταιρείες τεχνολογίας. Αναλυτές τονίζουν ότι, ωφελημένες από την κατάσταση θα βγουν η Meta Platforms, η μητρική εταιρεία του Facebook και του Instagram, όπως και το Twitter, αλλά και η μητρική των Google και YouTube, Alphabet.
Τα γεγονότα στην Ουκρανία έχουν αυξήσει τη χρήση των Meta, Twitter και Alphabet κατά περίπου 3% έως 5%, δήλωσε ο Trip Chowdhry, αναλυτής της Global Equities Research. Ο Chowdhry ανέφερε ότι το YouTube έχει σημειώσει την ισχυρότερη άνοδο, λόγω των εξελίξεων στην Ουκρανία, με το Facebook και το Instagram να το ακολουθούν και το Twitter να έπεται των μέσων αυτών συνολικά.
Το γεγονός ότι οι πολίτες χρησιμοποιούν περισσότερο τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σχετίζεται άμεσα με διάφορα οφέλη για τις επιχειρήσεις τους. Και οι τρεις εταιρείες βασίζονται, σε μεγάλο βαθμό, στα έσοδα από διαφημίσεις, τα οποία, με τη σειρά τους, έχουν σχέση με το πόσα κλικ κάνουν οι χρήστες στις διαφημίσεις και το πόσο βέβαιοι είναι οι διαφημιστές για την αποτελεσματικότητά τους και την ανταπόκριση πιθανών καταναλωτών.