Πάνω από ένα ΑΕΠ είναι το ληξιπρόθεσμο χρέος των Ελλήνων προς ∆ημόσιο και χρηματοπιστωτικούς φορείς, δηλαδή τράπεζες και funds, φθάνοντας τα 224,2 δισ. ευρώ.
Οι οφειλές αυτές μοιράζονται σε φορείς δημοσίου και ιδιωτικού τομέα ως εξής:
- Τα 105 δισ. ευρώ προς ΑΑΔΕ, αντιπροσωπεύοντας ως ποσοστό το 47%.
- Τα 46 δισ. ευρώ προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης, αντιπροσωπεύοντας το 21%.
- Τα 11,7 δισ. ευρώ σε τράπεζες, αντιπροσωπεύοντας το 5%.
- Τα 61 δισ. ευρώ προς funds που διαχειρίζονται οι servicers, ποσό που αντιπροσωπεύει το 27% του συνολικού ληξιπρόθεσμου ιδιωτικού χρέους.
Να σημειωθεί ότι στο ποσό αυτό, που υπερβαίνει το ΑΕΠ της χώρας, δεν περιλαμβάνεται το ενήμερο χρέος των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, που ανέρχεται στα 113,2 δισ. ευρώ, ανεβάζοντας το συνολικό ύψος των οφειλών στα 337,4 δισ. ευρώ.
Με τον πρόσφατο νόμο 5072/2023 θεσμοθετήθηκαν επιπλέον βελτιώσεις του εξωδικαστικού μηχανισμού, προβλέποντας κατ’ αρχάς την αυτόματη και υποχρεωτική αποδοχή των ρυθμίσεων από τράπεζες και Δημόσιο για τους ευάλωτους.
Επιπλέον, αναμένονται σχετικές υπουργικές αποφάσεις για τη βελτίωση του αλγορίθμου που θα επιφέρει ακόμη υψηλότερο «κούρεμα» (έως 28%), 3% σταθερό επιτόκιο για 3 έτη για όλες τις ρυθμίσεις, καθώς και αξιοποίηση του εργαλείου από πρόσωπα που κληρονόμησαν οφειλές προς το Δημόσιο και έχουν βεβαιωθεί εις βάρος επιχειρήσεων που έχουν κλείσει.
Επιπλέον, θεσμοθετήθηκαν δικλίδες προστασίας για τους δανειολήπτες με την επιβολή συγκεκριμένων υποχρεώσεων στις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις (servicers). Συγκεκριμένα θα πρέπει:
- Να διαθέτουν κατάλληλους μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου.
- Να εφαρμόζουν κατάλληλη πολιτική που διασφαλίζει συμμόρφωση με τους κανόνες για την προστασία των δανειοληπτών και την αντιμετώπισή τους με δίκαιο και επιμελή τρόπο, μεταξύ άλλων, με το να λαμβάνεται υπόψη η οικονομική κατάστασή τους.
- Να εφαρμόζουν ειδικές εσωτερικές διαδικασίες που διασφαλίζουν την καταγραφή και τη διεκπεραίωση των παραπόνων των δανειοληπτών.
Παράλληλα ενισχύονται οι μηχανισμοί εποπτείας σε ό,τι αφορά τη λειτουργία των συγκεκριμένων εταιρειών από την Τράπεζα της Ελλάδος, το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και δη τη Γενική Γραμματεία Χρηματοπιστωτικού Τομέα και ∆ιαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, καθώς και την Αρχή Προστασίας ∆εδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.
Ο εξωδικαστικός μηχανισμός λειτουργεί συμπληρωματικά με άλλες πολιτικές που εφαρμόζονται για τη διαχείριση του προβλήματος της υπερχρέωσης. Μια τέτοια πολιτική είναι και οι ρυθμίσεις που γίνονται σε διμερές επίπεδο μεταξύ οφειλετών και πιστωτών. Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση των εταιρειών διαχείρισης από δάνεια και πιστώσεις, το 2022 πραγματοποιήθηκαν πάνω από 27 δισ. ευρώ ρυθμίσεις και 8 δισ. ευρώ αναταξινομήθηκαν και επέστρεψαν στα υγιή χαρτοφυλάκια των τραπεζών, ενώ στο διάστημα Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2023 πραγματοποίησαν ρυθμίσεις ύψους 5,1 δισ. ευρώ.