Αυξήσεις από 3,5% έως και 16,4% περιλαμβάνουν οι εισηγήσεις των φορέων και των επιστημονικών ινστιτούτων της χώρας που συμμετέχουν στη διαδικασία αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού, με τους επιστήμονες να λαμβάνουν υπόψη στα πορίσματά τους, εκτός από τον πληθωρισμό και τον ρυθμό ανάπτυξης, τον πληθωρισμό των τροφίμων που παραμένει σε υψηλά επίπεδα, τη χαμηλή κάλυψη των μισθωτών από κλαδικές ή επιχειρησιακές συμβάσεις, τη μείωση της ανεργίας, την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, την προοπτική μείωσης των επιτοκίων αλλά και τις ελλείψεις σε προσωπικό.
Όπως αναφέρει η εφημερίδα Καθημερινή, πρόκειται για ένα μείγμα δημοσιονομικών και δομικών θεμάτων της ελληνικής οικονομίας που θα ληφθεί εκ των πραγμάτων υπόψη και από την αρμόδια υπουργό Εργασίας Δόμνα Μιχαηλίδου, η οποία άλλωστε έχει και τον τελικό λόγο, καθώς στις 22 Μαρτίου θα πρέπει να έχει καταλήξει στην τελική της πρόταση προς το υπουργικό συμβούλιο.
Ολες οι ενδείξεις συντείνουν στο ότι η νέα αύξηση για το 2024 δεν θα είναι κάτω από 5%, ώστε ο νέος κατώτατος μισθός από 780 ευρώ σήμερα να αυξηθεί τουλάχιστον στα 820 ευρώ, χωρίς να μπορεί να αποκλειστεί και μεγαλύτερη αύξηση.
Αλλωστε, η κυβέρνηση έχει θέσει στόχο έως το 2027 ο κατώτατος μισθός να ανέλθει στα 950 ευρώ και ο μέσος στα 1.500, από περίπου 1.220 ευρώ σήμερα, μεικτά. Αυτό στην πράξη σημαίνει πως οι αυξήσεις μισθών θα πρέπει να είναι κατά μέσον όρο 5% από το 2024 έως και το 2027. Για παράδειγμα, αν υποθέσουμε ότι ο μισθός αυξάνεται κάθε χρόνο κατά 5,2%, από 780 θα ανέλθει στα 821 ευρώ το 2024, στα 863 ευρώ το 2025, στα 908 ευρώ το 2026, για να καταλήξει στα 955 ευρώ το 2027.
Βέβαια, η ΓΣΕΕ ζητεί από το 2024 την αύξηση που στο παραπάνω παράδειγμα φαίνεται ως πιθανή να εφαρμοστεί το 2026. Αναλυτικά, στο υπόμνημά της ζητεί αύξηση του κατώτατου μισθού στα 908 ευρώ, από 780 ευρώ που είναι σήμερα, θέτοντας σε νέα βάση τις βασικές αποδοχές στον ιδιωτικό τομέα, καθώς πρόκειται για αύξηση της τάξης του 16,4% ή 128 ευρώ (μεικτές αποδοχές).
Στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση φαίνεται πως βρίσκεται η πρόταση της ΕΣΕΕ, καθώς σύμφωνα με πληροφορίες δεν κινείται πάνω από τον πληθωρισμό του 2023. Οι εκπρόσωποι του λιανικού εμπορίου φαίνεται πως στηρίζουν την πρότασή τους για αυξήσεις πέριξ του 3,5% στο γεγονός ότι το εισόδημα προς κατανάλωση έχει μειωθεί δραστικά, καθώς η ακρίβεια για τα τρόφιμα απορροφά το μεγαλύτερο μέρος του προϋπολογισμού των νοικοκυριών.
Μάλιστα, φέτος, θέτουν ακόμη ένα επιχείρημα στη λογική συγκράτησης των αυξήσεων που αφορά τις αλλαγές στη φορολογία, επισημαίνοντας ότι πλέον η αύξηση των μισθών συνδέεται με την τεκμαρτή φορολόγηση των επιχειρήσεων. Γι’ αυτόν τον λόγο, άλλωστε, ζητούν επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών και κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος.
Συγκρατημένες αυξήσεις, όχι πολύ πάνω από τον πληθωρισμό, στο 4% προτείνει σύμφωνα με πληροφορίες η Τράπεζα της Ελλάδος, ο ΣΕΤΕ ζητεί αυξήσεις της τάξης του 5%, όσο δηλαδή και οι αυξήσεις που προβλέπει για φέτος η κλαδική ΣΣΕ στον τουρισμό, ενώ η ΓΣΕΒΕΕ θεωρεί πως μια αύξηση της τάξης του 5,5% θα αυξήσει τα εισοδήματα των μισθωτών, τα οποία θα γυρίσουν στις επιχειρήσεις αφού θα αυξηθεί η κατανάλωση.