«Ανοσιούργημα ιστορικών διαστάσεων». Με αυτόν τον τρόπο διατυπώθηκε η οργισμένη αντίδραση του Ισραηλινού Πρωθυπουργού, Μπέντζαμιν Νετανιάχου στο άκουσμα της είδησης περί της έκδοσης εντάλματος σύλληψης από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο σχετικά με εγκλήματα πολέμου εις βάρος του ίδιου και του Υπουργού Άμυνας της χώρας.

Εντάλματα σύλληψης εκδόθηκαν επίσης και εις βάρος του Γιαχιά Σινουάρ (επικεφαλής της Χαμάς στη Γάζα), του Μοχάμεντ αλ Μασρί (ηγέτη του στρατιωτικού σκέλους της οργάνωσης) και του Ισμαήλ Χανίγε (πολιτικού ηγέτη). Αυτή η κίνηση θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική, καθώς πρόκειται για την πρώτη φορά που το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο βάζει στο στόχαστρο έναν ηγέτη χώρας που είναι στενή σύμμαχος των ΗΠΑ.

Μέσω της συγκεκριμένης απόφασης, ο Νετανιάχου μπαίνει στο ίδιο κάδρο με τον Βλάντιμιρ Πούτιν, για το οποίον εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης τον Μάρτιο του 2023, αλλά και με τον Μουαμάρ Γκαντάφι ο οποίος κατηγορούνταν επίσης για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας μέχρι την εκτέλεσή του το 2011.

«To Iσραήλ εξάγει δίκαιο πόλεμο εναντίον της Χαμάς, γενοκτονικής τρομοκρατικής οργάνωσης που διέπραξε τη χειρότερη επίθεση εναντίον του εβραϊκού λαού μετά το Ολοκαύτωμα», συμπλήρωσε ο Νετανιάχου, χαρακτηρίζοντας τον επικεφαλής εισαγγελέα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, Καρίμ Χαν «έναν από τους μεγάλους αντισημίτες της σύγχρονης εποχής».

Το προφίλ του Καρίμ Χαν

O Kαρίμ Χαν είναι Βρετανός πολίτης που αυτοχαρακτηρίζεται ως θρησκευόμενος Μουσουλμάνος. Συχνά μάλιστα στις δημόσιες παρεμβάσεις του χρησιμοποιεί στίχους από το Κοράνι. Συγκεκριμένα, ανήκει στην θρησκευτική ομάδα Αχμαντίγια, που ένα ισλαμικό μεσσιανικό κίνημα που βρίσκει πολλούς οπαδούς στις τάξεις των Βρετανών μουσουλμάνων.

Γεννήθηκε στο Εδιμβούργο το 1970 από ευκατάστατη οικογένεια. Ο πατέρας του είχε γεννηθεί στο Πακιστάν και δούλευε ως δερματολόγος, ενώ η μητέρα του, γεννημένη στο Ηνωμένο Βασίλειο, δούλευε ως νοσοκόμα στο NHS. Ο παππούς του Χαν ήταν ένας πολύ σημαντικός πολιτικός στο Πακιστάν κατά την περίοδο της πρώτης ανεξαρτησίας του κράτους.

Ο Καρίμ μεγάλωσε στην Αγγλία, φοίτησε στο ιδιωτικό σχολείο Silcoates School του Wakefield και σπούδασε νομικά στο King’s College. Ξεκίνησε από πολύ νωρίς την καριέρα του στα νομικά, ώστε πλέον, στα 54 του, μετρά ήδη τρεις δεκαετίες εμπειρίας σε ζητήματα διεθνούς ποινικού δικαίου και ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Παρά την εντυπωσιακή του καριέρα, πάντοτε τον ακολουθεί ως στίγμα το γεγονός ότι υπερασπίστηκε τον πρώην πρόεδρο της Λιβερίας, Charles Taylor που είχε καταδικαστεί για εγκλήματα πολέμου σε ένα ειδικό δικαστήριο που έγινε στη Σιέρα Λεόνε.

Η εκλογή στη θέση του επικεφαλής εισαγγελέα

Ο Χαν εξελέγη στη θέση του επικεφαλής εισαγγελέα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου τον Φεβρουάριο του 2021 και ορκίστηκε τον Ιούνιο του ίδιου χρόνου, μετά από μία ιδιαιτέρως περιπετειώδη διαδικασία που στιγματίστηκε από πολιτικές, lobbying και διακρατικές συγκρούσεις.

H θητεία του είναι εννεαετής και θεωρείται μία από τις σημαντικότερες για τον νεοπαγή οργανισμό, που ιδρύθηκε το 1998. «Όποιος επιλεγεί ως επικεφαλής εισαγγελέας, θα αντιμετωπίσει πολύ σημαντικές προκλήσεις που θα αποδείξουν αν το Σώμα, που φτιάχτηκε ως ανεξάρτητος φορέας, θα μπορεί να αποδώσει δικαιοσύνη για τα χειρότερα εγκλήματα ή αντιθέτως θα αντιμετωπιστεί ως ακόμα ένας πολιτικά κατευθυνόμενος οργανισμός», έλεγε η Telegraph λίγο πριν την ψηφοφορία.

Ο Καρίμ Χαν ήρθε για πρώτη φορά στο προσκήνιο της ειδησεογραφίας, όταν το όργανο που εκπροσωπεί, τον Μάρτιο του 2023, ανακοίνωσε κατηγορίες εναντίον του Βλάντιμιρ Πούτιν και της Ρωσίδας αξιωματούχου, Μαρίας Λβόβα-Μπέλοβα. Ο λόγος ήταν καταγγελίες για σχέδιο βίαιης απέλασης παιδιών ουκρανικής καταγωγής από τη Ρωσία.

Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο αντιμετώπισε και τότε εξοργισμένες αντιδράσεις. Το Κρεμλίνο απέρριψε όλους τους ισχυρισμούς τονίζοντας ότι το συγκεκριμένο όργανο δεν έχει απολύτως καμία δικαιοδοσία στη Ρωσία, ενώ ο Μεντβέντεφ παρομοίασε το ένταλμα σύλληψης με χαρτί υγείας. Μάλιστα ο ίδιος ο Καρίμ Χαν βρέθηκε στο στόχαστρο της Ρωσίας, καθώς το όνομά του μπήκε στη λίστα των καταζητούμενων από τις ρωσικές αρχές.

Η απόφαση του Χαν

Σε συνέντευξη που έδωσε στο CNN ο Kαν μίλησε για τη νέα απόφασή του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου. Ξεκίνησε μιλώντας για τη Χαμάς. «Ο κόσμος σοκαρίστηκε από τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου όταν άνθρωποι αρπάχτηκαν από τις κρεβατοκάμαρές τους». «Έχουν υποφέρει σε απίστευτο βαθμό», συμπλήρωσε.

Ο Καν στη συνέχεια αναγνώρισε ότι το Ισραήλ έχει «κάθε δικαίωμα και στην πραγματικότητα υποχρέωση να πάρει πίσω τους ομήρους του». Υποστήριξε όμως ότι «αυτό το πράγμα όμως πρέπει να το κάνεις εναρμονισμένος με τον νόμο». «Το γεγονός ότι οι μαχητές της Χαμάς χρειάζονται νερό δεν δικαιολογεί το να αρνείσαι την πρόσβαση στο νερό σε όλους του πολίτες της Γάζας».

«Τώρα, πιο πολύ από ποτέ, οφείλουμε να αποδείξουμε συλλογικά ότι το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο, η θεμελιώδης βάση για την ανθρώπινη συμπεριφορά κατά τη διάρκεια συγκρούσεων, ισχύει για όλα τα άτομα και εφαρμόζεται εξίσου σε όλες τις καταστάσεις που αντιμετωπίζει το δικαστήριο», συμπλήρωσε.

Οι άμεσες επιπτώσεις της απόφασής

Δεν ξέρουμε ακόμη ποιες θα είναι οι άμεσες επιπτώσεις της απόφασης. Εξάλλου, κανείς δεν περιμένει ότι ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου ή ο Βλάντιμιρ Πούτιν θα βρεθούν πίσω από τα κάγκελα της φυλακής. Υπάρχει όμως και μία άλλη πιο πολιτική εκδοχή.

Το αρραγές μέτωπο της Δύσης, όπως είχε διαμορφωθεί ιδίως μετά την εισβολή της Ρωσίας στο Ισραήλ φαίνεται να αποκτά τις πρώτες ρωγμές του. Έτσι, ενώ ο Τζο Μπάιντεν δήλωσε εξίσου εκνευρισμένος με την απόφαση, η Αυστραλία, αλλά και η Γαλλιά, δια στόματος μάλιστα του Mακρόν, στήριξαν τον ανεξάρτητο ρόλο του διεθνούς οργανισμού.

Το ίδιο ακριβώς συνέβη και με τον ύπατο εκπρόσωπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Ζοζέπ Μπορέλ, που τόνισε ότι «όλα τα κράτη που έχουν επικυρώσει το καταστατικό του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου υποχρεούνται να εκτελούν τις αποφάσεις του Δικαστηρίου».

Διαβάστε ακόμη: