Η Ελλάδα αποτελεί την προτιμώμενη αγορά της JP Morgan από την περιοχή των αναδυόμενων αγορών της Ευρώπης για το 2023, όπως σημειώνει σε νέα της έκθεση.
Η JP Morgan σημειώνει ότι το 2023 προβλέπεται ένα δύσκολο έτος για την παγκόσμια οικονομία και ειδικά για την περιοχή των CEEMEA, τουλάχιστον στο πρώτο εξάμηνο, η Ελλάδα μοιάζει με ένα πιο προβλέψιμο μακροοικονομικό υπόβαθρο, με αυξανόμενη κερδοφορία στον τραπεζικό τομέα.
Έτσι, εκτιμά πως υπό το θετικό της σενάριο ο δείκτης MSCI της Ελλάδας θα σημειώσει άνοδο της τάξη του 15% από τα τρέχοντα επίπεδα το επόμενο έτος, ενώ συμφώνα με το βασικό της σενάριο η άνοδος θα είναι της τάξης του 8%.
Η bull case για τον δείκτη υποστηρίζεται από το ότι στην Ελλάδα είναι μικρότερος ο αντίκτυπος από τις υψηλές τιμές του φυσικού αερίου από ό,τι σε άλλες χώρες της ΕΕ, οι προοπτικές ανάπτυξης για το 2023 φαίνονται ισχυρές καθώς τα κεφάλαια της ΕΕ ρέουν, η εκκαθάριση των ισολογισμών των τραπεζών έχει ολοκληρωθεί σε μεγάλο βαθμό και οι τοποθετήσεις των επενδυτών είναι ακόμα περιορισμένες.
Στους κινδύνους τοποθετεί το μικρό μέγεθος της ελληνικής αγοράς, που την κάνει ευάλωτη, καθώς και τη μακροπρόθεσμη δυναμική ανάπτυξης.
Σε ό,τι αφορά την Alpha Bank, που αποτελεί πλέον μία από τις 10 κορυφαίες επιλογές της JP Morgan από την περιοχή (η μόνη ελληνική μετοχή από το 2014 και η μόνη μετοχή από την αναδυόμενη Ευρώπη), τονίζει πως η εκκαθάριση που έχει κάνει στον ισολογισμό της υποτιμάται από τους επενδυτές των αναδυόμενων αγορών και είναι φθηνότερη από τις περισσότερες τράπεζες της ΕΕ, ενώ έχει ισχυρά περιθώρια ανόδου μεσοπρόθεσμα, δεδομένου του υπομοχλευμένου ιδιωτικού τομέα.
Η JP Morgan παραδέχεται πως δεν έχει ασχοληθεί πολύ με την ανάλυση της ελληνικής χρηματιστικής αγοράς, στο πλαίσιο της στρατηγικής της για την περιοχή της Κεντρικής και Ανατολική Ευρώπης, Μέσης Ανατολής και Αφρικής. Όπως εξηγεί, ήταν και εξακολουθεί να είναι ένα μικρό μέρος του σύμπαντος, με βάρος 2,1% στον δείκτη MSCI EMEA και 0,30% στον MSCI Αναδυόμενων Αγορών.
Η αμερικάνικη τράπεζα εξέτασε την τελευταία εκτενή της έκθεση για την Ελλάδα η οποία ήταν το 2017 (“Ελλάδα- παραμένουμε ουδέτεροι”, με ημερομηνία 24 Φεβρουαρίου 2017).
Η πορεία ανάκαμψης της Ελλάδας, όπως επισημαίνει η JP Morgan, φαίνεται πιο ξεκάθαρη και σίγουρη στον απόηχο του πακέτου βοήθειας της ΕΕ μετά την COVID. Επιπλέον, οι σχέσεις Ελλάδας-ΕΕ έχουν βελτιωθεί έντονα υπό την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας μετά τις εκλογές του 2019. Η Ελλάδα μπόρεσε να κερδίσει ένα καλό μερίδιο από τα κονδύλια της ΕΕ (NGEU) που θα βοηθήσουν το επόμενο σκέλος της ανάπτυξης.
Η καταστροφή της προηγούμενης δεκαετίας άφησε τον ελληνικό ιδιωτικό τομέα υπομοχλευμένο, με το εταιρικό χρέος του μη χρηματοπιστωτικού τομέα και το χρέος νοικοκυριών/ΑΕΠ να είναι από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη. Η JP Morgan βλέπει αυτά τα χαμηλά επίπεδα χρέους του ιδιωτικού τομέα ως ευκαιρία για τις ελληνικές τράπεζες. Οι χαμηλές αποτιμήσεις των ελληνικών τραπεζών συνεπάγονται περιορισμένη εμπιστοσύνη σε αυτήν τη μεσοπρόθεσμη ανάκαμψη του δανεισμού, κάτι που δεν είναι ρεαλιστικό, σύμφωνα με την αμερικάνικη τράπεζα.
Διαβάστε ακόμη:
- Στοιχεία για τον κομβικό ρόλο ενός χρηματιστή και ενός manager στην απάτη της Folli Follie
- Μουντιάλ 2022: Όλα όσα μάθαμε για τη μεγάλη γιορτή του ποδοσφαίρου
- Σελίν Ντιόν: Αποκάλυψε ότι πάσχει από σπάνια και ανίατη ασθένεια
- Έλενα Κρεμλίδου: Ένοχος ο άνδρας που την απειλούσε με διαρροή πορνογραφικού υλικού