Η πορεία των τεσσάρων συστημικών τραπεζών το 2025 καταγράφει μια από τις πιο δυναμικές περιόδους στην πρόσφατη ιστορία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Με κερδοφορία που προσεγγίζει ιστορικά υψηλά, ισχυρή κεφαλαιακή επάρκεια και ελεγχόμενους κινδύνους χαρτοφυλακίου, οι τράπεζες γυρίζουν σελίδα, αφήνοντας οριστικά πίσω την περίοδο των μνημονίων και των περιορισμών στη διανομή κερδών.

Η Moody’s, σε πρόσφατη ανάλυσή της, χαρακτηρίζει τα αποτελέσματα του πρώτου εξαμήνου ως ανθεκτικά, επισημαίνοντας την ισχυρή πιστωτική επέκταση και τα σταθερά επαναλαμβανόμενα έσοδα. Η βελτίωση στην ποιότητα του ενεργητικού είναι σαφής, καθώς ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων υποχώρησε στο 2,9% τον Ιούνιο του 2025, από 3% στο τέλος του 2024 και 4,2% το 2023, πλησιάζοντας πλέον τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που διαμορφώνεται στο 2,2%. Η αποκλιμάκωση αυτή αποδίδεται σε στοχευμένες αναδιαρθρώσεις δανείων, μικρής κλίμακας συναλλαγές μεταβίβασης NPEs και την αύξηση των χορηγήσεων, ενώ η δημιουργία νέων προβληματικών δανείων παρέμεινε περιορισμένη. Παράλληλα, η κάλυψη προβλέψεων ανέβηκε στο 79%, έναντι 76% στο τέλος του 2024, υποστηρίζοντας την ασφάλεια του χαρτοφυλακίου.

Η κεφαλαιακή βάση των τραπεζών παραμένει σε πολύ υψηλά επίπεδα, με τον μέσο δείκτη CET1 στο 16%, σαφώς άνω των ελάχιστων εποπτικών απαιτήσεων. Οι αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις, αν και ακόμη σημαντικές, μειώνονται ταχύτερα από ό,τι αναμενόταν, χάρη σε ρυθμιστικές παρεμβάσεις που συνδέουν την απόσβεσή τους με τη διανομή μερισμάτων. Αυτό επιταχύνει την πλήρη απαλοιφή τους από τους ισολογισμούς σε 6-7 χρόνια, βελτιώνοντας σταδιακά την ποιότητα των κεφαλαίων. Στο μέτωπο της ρευστότητας, οι εγχώριες καταθέσεις αυξήθηκαν κατά 5,1% σε ετήσια βάση και πλέον αντιστοιχούν στο 75% του συνολικού ενεργητικού, ενώ ο δείκτης κάλυψης ρευστότητας παραμένει εξαιρετικά υψηλός στο 209%.

Στην κερδοφορία, ο κλάδος εμφανίζεται ισχυρότερος από κάθε άλλη φορά μετά την κρίση. Ο στόχος για το 2025 τοποθετείται στα 4,7 δισ. ευρώ καθαρών κερδών, από 4,2 δισ. το 2024 και 2,8 δισ. το 2023. Η επίδοση αυτή είναι αποτέλεσμα της πιστωτικής ανάπτυξης, της συγκράτησης του λειτουργικού κόστους και της μείωσης των προβλέψεων. Παρά τη μικρή πτώση στα καθαρά έσοδα από τόκους κατά 2,4% στο πρώτο εξάμηνο, λόγω της πίεσης στα επιτόκια, οι νέες εκταμιεύσεις δανείων και η συνεχιζόμενη βελτίωση της αποδοτικότητας διατηρούν την κερδοφορία σε υψηλά επίπεδα.

Το μεγάλο νέο της χρονιάς είναι η πολιτική διανομής κερδών. Για πρώτη φορά μετά από δεκαπέντε χρόνια, οι τράπεζες θα μοιράσουν στους μετόχους τους ποσά που ξεπερνούν τα 2,5 δισ. ευρώ, με ποσοστά διανομής που κυμαίνονται από 50% έως και άνω του 60% των ετήσιων κερδών. Το ποσό αυτό είναι υπερδιπλάσιο του 2023 και σημαντικά αυξημένο σε σχέση με το 2024. Η εικόνα συμπληρώνεται από την ανακοίνωση προμερίσματος συνολικά 640 εκατ. ευρώ, το οποίο θα καταβληθεί το τέταρτο τρίμηνο, σε μετρητά ή μέσω επαναγοράς μετοχών.

Η Alpha Bank, με κέρδη πρώτου εξαμήνου 460 εκατ. ευρώ και στόχο έτους τα 900 εκατ., έχει δεσμευθεί να διανείμει τουλάχιστον το 50% της κερδοφορίας του 2025, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο αύξησης του ποσοστού. Το προμέρισμα ανέρχεται στα 111 εκατ. ευρώ και θα δοθεί σε μετρητά, ενώ η συνολική ετήσια διανομή αναμένεται να αγγίξει τα 450 εκατ. ευρώ.

Η Εθνική Τράπεζα, με κέρδη εξαμήνου 701 εκατ. ευρώ και στόχο τα 1,3 δισ., σκοπεύει να διανείμει πάνω από το 60% των κερδών, κάτι που μεταφράζεται σε μέρισμα περίπου 780 εκατ. ευρώ. Το προμέρισμα ανέρχεται στα 260 εκατ. ευρώ σε μετρητά, ποσό που αντιστοιχεί σχεδόν στο ένα τρίτο της ετήσιας κερδοφορίας.

Η Eurobank, η οποία εμφάνισε κέρδη εξαμήνου 711 εκατ. ευρώ και στοχεύει σε 1,4 δισ. για όλο το έτος, προσανατολίζεται σε διανομή άνω του 50% των κερδών. Το προμέρισμα που ανακοινώθηκε φτάνει τα 170 εκατ. ευρώ, με το συνολικό μέρισμα να αναμένεται πάνω από τα 700 εκατ. ευρώ.

Η Τράπεζα Πειραιώς, με κέρδη εξαμήνου 576 εκατ. ευρώ και στόχο έτους 1,1 δισ., θα διανείμει το 50% των κερδών. Το προμέρισμα ύψους 100 εκατ. ευρώ θα δοθεί μέσω επαναγοράς μετοχών, πρακτική που η διοίκηση σκοπεύει να καθιερώσει ετησίως. Το συνολικό μέρισμα για το 2025 εκτιμάται στα 500 εκατ. ευρώ.

Η στρατηγική αυτή αυξάνει σημαντικά τη μερισματική απόδοση των τραπεζικών μετοχών, καθιστώντας τον κλάδο ιδιαίτερα ελκυστικό στους επενδυτές. Σε συνδυασμό με τη σταθερή πορεία της ελληνικής οικονομίας και τις θετικές προοπτικές ανάπτυξης, δημιουργεί τις προϋποθέσεις ώστε η επόμενη διετία να παραμείνει εξίσου κερδοφόρα, ακόμη και σε ένα περιβάλλον σταδιακής μείωσης των επιτοκίων. Η πρόκληση για τις τράπεζες θα είναι να διατηρήσουν την κερδοφορία μέσω περαιτέρω διαφοροποίησης των πηγών εσόδων και επενδύσεων στην τεχνολογική αναβάθμιση των υπηρεσιών τους.

Διαβάστε ακόμη: