Μετά την περίοδο της πανδημίας covid 19 όπου το Ηράκλειο κατέγραψε, ανάμεσα σε μια σειρά από ευρωπαϊκές πόλεις, τη μεγαλύτερη μείωση σε εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO 2 ), οι νέες μετρήσεις και εκτός περιόδου πανδημίας, δείχνουν ότι με επίκεντρο τις αναπλάσεις που έγιναν και τον περιορισμό της κυκλοφορίας οχημάτων στο κέντρο της πόλης, επήλθε μείωση σε σχέση με την προ αναπλάσεων εποχή, σε ποσοστό που φτάνει το 20-30% σύμφωνα με τις μετρήσεις του Εργαστηρίου Τηλεπισκόπησης και Εφαρμογών σε Αστικό και Φυσικό Περιβάλλον του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας (ΙΤΕ).
Οι μετρήσεις, σύμφωνα με τον συντονιστή του διεθνούς ερευνητικού προγράμματος για την αστική ανθεκτικότητα με χρήση δορυφορικής τεχνολογίας Νεκτάριο Χρυσουλάκη, έγιναν από τον μικρο-μετεωρολογικό πύργο που λειτουργεί από το 2016 στο κέντρο του Ηρακλείου και οι παρατηρήσεις του είναι αντιπροσωπευτικές για μια μεγάλη περιοχή εντός των τειχών.
Όπως ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Χρυσουλάκης το Εργαστήριο πραγματοποίησε συγκριτική μελέτη των μετρήσεων αυτών για χρονική περίοδο ενός έτους, τόσο πριν όσο και μετά την υλοποίηση των αναπλάσεων στο κέντρο της πόλης.
«Η μελέτη αυτή έδειξε μείωση 20% – 30% στις εκπομπές CO2 , οι οποίες αποδόθηκαν στη μείωση της κυκλοφορίας στην περιοχή αυτή, ως αποτέλεσμα των αναπλάσεων και έχει τη δική του σημασία να πούμε ότι κάτι αντίστοιχο σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό είχε καταγραφεί στην περίοδο της καραντίνας για την πανδημία COVID19, που η μείωση είχε φτάσει περίπου στο 75%. Μάλιστα μελέτη σε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις, στην οποία συμμετείχε το Εργαστήριο Τηλεπισκόπησης και Εφαρμογών σε Αστικό και Φυσικό Περιβάλλον και είναι δημοσιευμένη σε σχετική Επιστημονική Επιθεώρηση, έδειξε ότι η μείωση που παρατηρήθηκε τότε στην εντός των τειχών πόλη του Ηρακλείου ήταν η μεγαλύτερη από όλες τις πόλεις που μελετήθηκαν, λόγω του ότι οι εκπομπές CO2 στην περιοχή του κέντρου, οφείλονται κυρίως στην κυκλοφορία και η μείωση αυτή των εκπομπών ήταν αποτέλεσμα της καθολικής απαγόρευσης της κυκλοφορίας» ανέφερε ο κ. Χρυσουλάκης, προσθέτοντας ότι ο λόγος που προκάλεσε αυτή τη μείωση και επί πανδημίας και στις πιο πρόσφατες μετρήσεις μετά τις αναπλάσεις, είναι πρακτικά ο ίδιος.
Σε μια περίοδο που γενικά η συγκέντρωση των θερμοκηπικών αερίων συνεχίζει να αυξάνεται, παρά την πρόσκαιρη μείωση των εκπομπών που παρατηρήθηκε την περίοδο του εγκλεισμού λόγω της COVID19, η αύξηση αυτή είχε ως συνέπεια -όπως πρόσθεσε ο συντονιστής του διεθνούς ερευνητικού προγράμματος- η τελευταία δεκαετία να είναι η πιο θερμή που έχει καταγραφεί ποτέ σε παγκόσμιο επίπεδο.
«Η μείωση των εκπομπών CO2 από τις αστικές περιοχές συμβάλλει στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, εφόσον οι πόλεις συμβάλλουν με περίπου 75% των συνολικών εκπομπών παγκοσμίως. Αυτός είναι και ο στόχος του συμφώνου των Δημάρχων που έχουν υπογράψει και αρκετές ελληνικές πόλεις, αλλά και στόχος της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και της Συμφωνίας του Παρισιού για το Κλίμα, καθώς επίσης της Αποστολής “ 100 Cities Mission” του Προγράμματος Πλαισίου Horizon Europe, στο οποίο συμμετέχουν προς το παρόν έξι ελληνικές πόλεις. Η μείωση των εκπομπών CO2 στις πόλεις μπορεί να επιτευχθεί κυρίως με δράσεις σε δυο βασικές κατευθύνσεις που αφορούν στην κυκλοφορία και στην ενεργειακή αποδοτικότητα» είπε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ κ. Χρυσουλάκης, επισημαίνοντας ότι σε ό,τι αφορά την κυκλοφορία, απαιτούνται παρεμβάσεις βιώσιμης κινητικότητας όπως η ηλεκτροκίνηση, η καθιέρωση του προτύπου της πόλης των 15 λεπτών, οι πεζοδρομήσεις, η εκτεταμένη χρήση των μέσων μαζικής μεταφοράς, κλπ., ενώ σε ό,τι αφορά την ενεργειακή αποδοτικότητα, απαιτούνται παρεμβάσεις εξοικονόμησης ενέργειας κυρίως στα κτίρια, όπως οι παραβάσεις στο κέλυφος, στα κουφώματα, η αντικατάσταση των ενεργοβόρων ηλεκτρικών συσκευών κλπ.
«Θα πρέπει να επισημανθεί ωστόσο ότι τέτοιες δράσεις μείωσης των εκπομπών CO2 αποτελούν τη συμβολή κάθε πόλης στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης γενικά, εφόσον η συνισταμένη μπορεί να οδηγήσει σε μείωση των εκπομπών και ανάσχεση της υπερθέρμανσης σε πλανητικό επίπεδο μακροπρόθεσμα (π.χ. αισιόδοξα σενάρια του IPCC).
Όμως, για την αντιμετώπιση της υπερθέρμανσης σε τοπικό επίπεδο (π.χ. γειτονιά), απαιτούνται δράσεις προσαρμογής (adaptation) στην κλιματική αλλαγή, οι οποίες μπορούν να έχουν άμεσα και μετρήσιμα αποτελέσματα, συμβάλλοντας στη βελτίωση της ποιότητας ζωής στις πόλεις».
Τέτοιες δράσεις, όπως επισήμανε, αφορούν παρεμβάσεις σε δυο βασικές κατευθύνσεις οι οποίες σχετίζονται με το ενεργειακό ισοζύγιο της αστικής επιφάνειας και την εφαρμογή ψυχρών υλικών και ταυτόχρονα την εφαρμογή λύσεων βασισμένων στη φύση (Nature Based Solutions), όπως η αύξηση του αστικού πρασίνου. Το Εργαστήριο Τηλεπισκόπησης έχει τη δυνατότητα εκτίμησης της αποτελεσματικότητας τέτοιων παρεμβάσεων με βάση την αποτύπωση και παρακολούθηση της δυναμικής τους, τόσο μέσω δορυφορικών καταγραφών, όσο και μέσω παρατηρήσεων με υπερφασματικές και θερμικές κάμερες που διαθέτει.
«Στην πρώτη περίπτωση η καταπολέμηση της υπερθέρμανσης επιτυγχάνεται κυρίως λόγω της υψηλής ανακλαστικότητας στην ακτινοβολία που έχουν τα υλικά αυτά σε διάφορες περιοχές του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος και στη δεύτερη, κυρίως λόγω της απορρόφησης μέρους της εισερχόμενης ακτινοβολίας και χρήση της για την αλλαγή φάσης του νερού κατά τη διαδικασία της εξατμισοδιαπνοής. Σημειώνεται ότι στην τελευταία περίπτωση, εκτός από την αντιμετώπιση της υπερθέρμανσης σε τοπικό επίπεδο, η απορρόφηση CO2 από τη βλάστηση, ισοδυναμεί με μείωση εκπομπών, συμβάλλοντας στη γενικότερη προσπάθεια μετριασμού της κλιματικής αλλαγής. Συνεπώς, με βάση τα παραπάνω, το παράδειγμα του Ηρακλείου, τόσο σε ό,τι αφορά τις πεζοδρομήσεις, όσο και την αύξηση του αστικού πρασίνου, εντάσσεται σε μια σύγχρονη λογική που προτρέπει τέτοιου είδους μέτρα και υλοποίηση έργων και σε άλλες αστικές περιοχές» πρόσθεσε ο κ. Χρυσουλάκης.
Σε ό,τι αφορά την υλοποίηση των αναπλάσεων, ο αντιδήμαρχος Τεχνικών Έργων, Πρασίνου και Καθημερινότητας του Δήμου Ηρακλείου Γιάννης Αναστασάκης, είπε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι τα αποτελέσματα αυτά, συνδέονται με τη στρατηγική που ακολουθήθηκε, ως στόχευση.
«Πριν από χρόνια χαράξαμε το δρόμο για μια στρατηγική, με στόχο τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος του Δήμου Ηρακλείου και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή με όλες τις προκλήσεις που τη συνοδεύουν» είπε, σημειώνοντας ότι «στις βασικές προτεραιότητες μας τέθηκε το ζήτημα της ενεργειακής αναβάθμισης των δημοτικών υποδομών, η προώθηση χρήσεως ΑΠΕ στα κτίρια αλλά και μέσω ενεργειακής κοινότητας, η αύξηση πρασίνου, η προώθηση πεζοδρομήσεων, ηλεκτροκίνησης και του δικτύου Park and Ride με τα mini bus προς το κέντρο της πόλης, ενώ ταυτόχρονα επενδύσαμε στη δημιουργία εκατοντάδων χώρων γειτονιάς, παιδικών χαρών, γηπέδων αλλά και πάρκων τσέπης που δίνουν κίνητρο για περιορισμό των άσκοπων μετακινήσεων».
Μάλιστα όπως εξήγησε ο κ. Αναστασάκης, πριν από λίγες ημέρες βρέθηκε μετά από πρόσκληση της διευθύντριας της Σχολής Περιβαλλοντικών Σπουδών Karen C. Seto, στο αμερικανικό Πανεπιστήμιο Γέιλ (Yale) και συμμετείχε ως ομιλητής σε ημερίδα με θέμα «Μεταμορφωτική Ηγεσία – Λήπτες αποφάσεων στο κατώφλι της αλλαγής», όπου παρουσίασε το παράδειγμα του Ηρακλείου.
«Το Ηράκλειο προβλήθηκε ως μια από τις πόλεις που πρωτοπορούν διεθνώς στην αντίληψη των προκλήσεων της κλιματικής αλλαγής και την αποτελεσματική δράση απέναντί τους με μετρήσιμα αποτελέσματα. Και αποτελεί ένα καλό παράδειγμα προς την κατεύθυνση αυτή» είπε για να συμπληρώσει πως κατά διάρκεια της παραμονής του στην Αμερική, είχε την ευκαιρία να ανταλλάξει απόψεις με ανθρώπους της αυτοδιοίκησης που καινοτομούν σε διάφορες χώρες, αλλά και με ειδικούς αξιωματούχους των ομοσπονδιακών και πολιτειακών περιβαλλοντικών φορέων στις ΗΠΑ, ενόψει της έκδοσης οδηγιών για αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής σε πόλης μεγέθους γύρω από τις 250.000 κατοίκους.