Την υψηλότερη επίδοση από τον Μάιο του 2020 σημείωσε το οικονομικό κλίμα στην Ελλάδα τον Απρίλιο, σύμφωνα με τον ΙΟΒΕ.
Όπως συνέβη συνολικά στην Ευρώπη τον Απρίλιο, και στην Ελλάδα ο δείκτης οικονομικού κλίματος ενισχύθηκε περαιτέρω και διαμορφώθηκε στις 97,9 μονάδες, έναντι 96,9 μονάδων τον Μάρτιο.
Καταγράφεται βελτίωση των προσδοκιών σε όλους τους τομείς της οικονομίας, εκτός από τη Βιομηχανία όπου υπάρχει ανεπαίσθητη υποχώρηση, με τους υπόλοιπους τομείς να εισπράττουν ήδη τα πρώτα οφέλη από την επανέναρξη των δραστηριοτήτων και την επαναλειτουργία των φυσικών καταστημάτων, προσδοκώντας το άνοιγμα του τουρισμού. Παράλληλα, βελτιώθηκε σημαντικά η καταναλωτική εμπιστοσύνη.
Σταδιακή επανεκκίνηση της οικονομίας
Συνεχίζεται, έτσι, η άμβλυνση της απαισιοδοξίας που ξεκίνησε τους προηγούμενους μήνες, καθώς γίνονται βήματα σταδιακής επανεκκίνησης τμημάτων της οικονομίας σε αναστολή, αλλά και της κοινωνικής ζωής.
Η επιταχυνόμενη πρόοδος στη διαδικασία εμβολιασμού, οι διευρυμένες δυνατότητες ανίχνευσης του ιού, τα ηπιότερα επιδημιολογικά δεδομένα από το δεύτερο δεκαήμερο του Απριλίου, και η αναμενόμενη μερική ή πλήρης άρση περιορισμών στην κατανάλωση και την επιχειρηματική λειτουργία στο πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαΐου (τουρισμός, διαπεριφερειακές μετακινήσεις, εστίαση), δημιουργούν ένα σαφώς θετικότερο κλίμα στην οικονομία, ενισχύοντας τις προσδοκίες επιστροφής τους επόμενους μήνες σε συνθήκες «κανονικότητας».
Το πώς θα εξελιχθούν οι προσδοκίες στην οικονομία στο επόμενο διάστημα, θα εξαρτηθεί από τον ρυθμό και τα χαρακτηριστικά της ανάκαμψης μαζί με τη σταδιακή απόσυρση των μέτρων στήριξης που ισχύουν εδώ και περίπου ένα έτος.
Η επαναφορά σημαντικών τομέων της οικονομίας στα επίπεδα πριν από την πανδημία δεν θα είναι αυτόματη, ούτε σίγουρη, και σε αυτή την πορεία εξεύρεσης νέας ισορροπίας πολλές θέσεις εργασίας και επιχειρήσεις δεν θα επιβιώσουν, ενώ και οι αποφάσεις οικονομικής πολιτικής θα αποκτούν μεγάλη κρισιμότητα.
Συνολικά, το στοίχημα για την ελληνική οικονομία θα είναι η ανάκαμψη που αναμένεται καθώς θα υποχωρεί η πανδημία να μετουσιωθεί σε μεσοπρόθεσμα ισχυρή ανάπτυξη.
Αναλυτικότερα:
- στη Βιομηχανία, το αρνητικό ισοζύγιο των εκτιμήσεων για τις παραγγελίες και τη ζήτηση ενισχύθηκε ήπια, οι εκτιμήσεις για τα αποθέματα διογκώθηκαν και οι θετικές προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες βελτιώθηκαν ήπια.
- στις Κατασκευές, οι αρνητικές προβλέψεις για την παραγωγή αμβλύνθηκαν ελαφρά, ενώ παράλληλα οι προβλέψεις για την απασχόληση ενισχύθηκαν.
- στο Λιανικό Εμπόριο, οι αρνητικές εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις ενισχύονται, με το ύψος των αποθεμάτων να παραμένει σε υψηλά για την εποχή επίπεδα, όμως οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή των πωλήσεων είναι πολύ αισιόδοξες.
- στις Υπηρεσίες, οι αρνητικές εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων και τη ζήτηση παραμένουν αρνητικές, παρά τη μικρή αποκλιμάκωση, όμως οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή της ζήτησης είναι ακόμα πιο θετικές
- στην Καταναλωτική Εμπιστοσύνη, οι αρνητικές προβλέψεις των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας αμβλύνονται σημαντικά, όπως και οι αντίστοιχες για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους, ενώ παράλληλα βελτιώνονται οι εκτιμήσεις για μείζονες αγορές και ενισχύεται η πρόθεση για αποταμίευση.
ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ: Μικρή επιδείνωση προσδοκιών
Ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στη Βιομηχανία υποχώρησε τον Απρίλιο στις 99,8 (από 100,8 τον Μάρτιο) μονάδες, επίπεδο ελαφρώς υψηλότερο από το αντίστοιχο περυσινό (97,6 μον.).
Από τις μεταβλητές του δείκτη, το αρνητικό ισοζύγιο των εκτιμήσεων για τις παραγγελίες και την τρέχουσα ζήτηση ενισχύθηκε ήπια, το ύψος των αποθεμάτων εντάθηκε ελαφρώς, ενώ το ισοζύγιο προβλέψεων για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες ενισχύθηκε.
Αναλυτικά:
α) Σε ότι αφορά το επίπεδο παραγγελιών και τρέχουσας ζήτησης, ο αρνητικός δείκτης ενισχύθηκε ήπια τον Απρίλιο, στις -20 μονάδες (από -17 μον. τον Μάρτιο), με το 30% των επιχειρήσεων να δηλώνουν χαμηλές για την εποχή παραγγελίες και το 10% να αναφέρει το αντίθετο.
β) Στις προβλέψεις για την εξέλιξη της παραγωγής τους προσεχείς 3-4 μήνες, το σχετικό ισοζύγιο ενισχύθηκε και διαμορφώθηκε στις +22 μονάδες (από +19), με το 32% (από 31%) των επιχειρήσεων να προβλέπει αύξηση της παραγωγής του το επόμενο τρίμηνο και μόλις το 10% (από 12%) μείωσή της.
γ) Στα αποθέματα έτοιμων προϊόντων, το σχετικό ισοζύγιο κλιμακώθηκε ήπια και διαμορφώθηκε στις +13 (από +9) μονάδες, με το 22% των επιχειρήσεων να αναφέρει υψηλά για την εποχή αποθέματα και το 9% (από 13%) να δηλώνει το αντίθετο.
δ) Στους δείκτες εξαγωγικής δραστηριότητας καταγράφηκαν τον Απρίλιο μικτές τάσεις: οι θετικές εκτιμήσεις για τις εξαγωγές κατά το τελευταίο τρίμηνο ήταν αμετάβλητες στις +11 μονάδες, οι αρνητικές εκτιμήσεις για τις παραγγελίες και τη ζήτηση εξωτερικού κλιμακώθηκαν αισθητά στις -12 (από -6) μονάδες, ενώ οι θετικές προβλέψεις για εξαγωγές τους προσεχείς μήνες βελτιώθηκαν σημαντικά και διαμορφώθηκαν στις +30 μονάδες (από +22).
ε) Οι θετικές προβλέψεις για τις πωλήσεις τους προσεχείς μήνες υποχώρησαν ήπια και το ισοζύγιο διαμορφώθηκε στις +25 μον. από +29, με το 37% (από 43%) των επιχειρήσεων να αναμένει άνοδο πωλήσεων το προσεχές χρονικό διάστημα και το 11% (από 13%) μείωσή τους. Παράλληλα, ο ήπια θετικός δείκτης εκτιμήσεων για τις τρέχουσες πωλήσεις ήταν αμετάβλητος στις +4 μονάδες, με το 24% (από 25%) των ερωτηθέντων να προβλέπει μείωσή τους.
στ) Οι μήνες εξασφαλισμένης παραγωγής διατηρήθηκαν στους 4,6 μήνες, με το ποσοστό χρησιμοποίησης εργοστασιακού δυναμικού να υποχωρεί ήπια, στο 74,1% (από 75,2%).
ζ) Ο δείκτης προβλέψεων για την απασχόληση βελτιώθηκε αισθητά, στις +13 μονάδες (από +7 μονάδες), με το ποσοστό των επιχειρήσεων που προβλέπει άνοδο απασχόλησης το προσεχές τρίμηνο να ενισχύεται στο 17% (από 10%) και μόλις το 4% να αναμένει υποχώρηση.
η) Το ισοζύγιο στις προβλέψεις για τις μεταβολές των τιμών ενισχύθηκε έντονα, στις +23 μονάδες, με το 72% (από 77%) των επιχειρήσεων να μην αναμένει μεταβολές τους το προσεχές τρίμηνο και ένα 25% (από 17%) να αναμένει άνοδό τους.
ι) Ως προς τους λόγους που παρεμποδίζουν την παραγωγική δραστηριότητα, το 54% των επιχειρήσεων θεωρεί ότι η επιχειρηματική λειτουργία του είναι απρόσκοπτη, ενώ από τις υπόλοιπες, ένα 18% δηλώνει ως σημαντικότερο εμπόδιο την ανεπάρκεια ζήτησης και το 10% άλλους συγκυριακούς λόγους.
κ) Στο τριμηνιαίο ερώτημα σχετικά με την ανταγωνιστική θέση των επιχειρήσεων στις αγορές στις οποίες δραστηριοποιούνται, οι εκτιμήσεις των ερωτηθέντων υποχώρησαν ήπια έναντι του προηγούμενου τριμήνου ως προς την εγχώρια αγορά (+10 από +12 μον. ο δείκτης), ενώ αντίθετα, ενισχύθηκαν αισθητά στις λοιπές αγορές (+10 από +1 μον. το ισοζύγιο) και στην αγορά της ΕΕ (+15 από +5 μον. ο δείκτης).
λ) Τέλος, στο τριμηνιαίο ερώτημα σχετικά με τις προβλέψεις των επιχειρήσεων για τον προορισμό των εξαγωγών τους τους προσεχείς μήνες, καταγράφεται ισχυρή επιδείνωση στους σχετικούς δείκτες σε σχέση με τη μέτρηση Ιανουαρίου προς την ΕΕ (+13 από +44 μον.), ηπιότερη αλλά σημαντική προς τις βαλκανικές χώρες (+6 από +21 μον.), ενώ προς τις λοιπές χώρες σημειώθηκε παρόμοια υποχώρηση (+22 από +36 μον.).
Σε επίπεδο βασικών τομέων, ο δείκτης προσδοκιών στα Καταναλωτικά αγαθά υποχώρησε στις 94,4 μονάδες (από 96,3 μον.).
Σημειώθηκε αισθητή επιδείνωση στις παραγγελίες και τη ζήτηση, ενώ παράλληλα τα αποθέματα κλιμακώθηκαν σημαντικά και οι εκτιμήσεις για την παραγωγή τους προσεχείς 3-4 μήνες ενισχύθηκαν αισθητά. Στα Κεφαλαιουχικά αγαθά ο δείκτης ενισχύθηκε ελαφρώς, στις 111,6 (από 108,5) μονάδες.
Η βελτίωση προήλθε κυρίως από την αισθητή ενίσχυση στις προβλέψεις για την παραγωγή τους 3-4 προσεχείς μήνες, με τις παραγγελίες και τη ζήτηση να κινούνται ήπια ανοδικά, ενώ το ύψος των αποθεμάτων υποχώρησε ήπια.
Μικρή υποχώρηση παρουσίασε ο δείκτης στα Ενδιάμεσα αγαθά, στις 104,3 (από 105,5) μονάδες, με τις αρνητικές εκτιμήσεις για τις παραγγελίες και τη ζήτηση να υποχωρούν, ενώ οι θετικές προβλέψεις για την παραγωγή τους 3-4 ερχόμενους μήνες περιορίστηκαν ελαφρώς και τα αποθέματα κλιμακώθηκαν.