Την «πλάτη» της Τουρκίας βλέπει πλέον η ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια, που μολονότι ήταν η κορυφαία παγκόσμια δύναμη επί τριάντα περίπου χρόνια στη μεσογειακή υδατοκαλλιέργεια έχοντας θέση leader σε τσιπούρα και λαβράκι, πλέον βλέπει την Τουρκία να έχει εκτοξεύσει την παραγωγή της σε διπλάσια επίπεδα, παράγοντας 280 χιλ. τόνους ετησίως.
Πρόκειται για μια εξέλιξη που ήρθε νομοτελειακά, με την πάροδο των ετών, και οφείλεται τόσο στα τεράστια προβλήματα που αντιμετώπισε ο κλάδος τα προηγούμενα 15 χρόνια, με την κακοδιαχείριση, τον υπερδανεισμό και τις κακές επιλογές, όσο και από την κωλυσιεργία της πολιτείας που ακόμη έως σήμερα, δεν έχει ολοκληρώσει το μεγάλο ζήτημα του χωροταξικού με τον ορισμό των Περιοχών Οργανωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών (ΠΟΑΥ).
Τα προβλήματα που αντιμετώπισαν οι πρώην εισηγμένες Νηρέας και Σελόντα είναι γνωστά, με τον υπερδανεισμό και το κακό και αδιαφανές management, που έφερε σε κατάσταση χρεοκοπίας δύο ομίλους που είχαν τα κορυφαία μερίδια διεθνώς στον τομέα τους, με ένα εξαιρετικό προϊόν, όμως «κατάφεραν» και χρεοκόπησαν.
Πλέον, ο κλάδος βρίσκεται σε ολοσχερή μετασχηματισμό, υπήρξε μπαράζ εξαγορών και συγχωνεύσεων, ήρθαν και ξένοι επενδυτές, όμως – όπως φανερώνει το παράδειγμα της Avramar – τα προβλήματα παραμένουν στο ακέραιο.
Την ίδια ώρα, η τουρκική πλευρά πολλαπλασιάζει κάθε έτος την παραγωγή της, έχοντας φτάσει πλέον να παράγει 280 χιλ. τόνους, υπερδιπλάσιους από την ελληνική παραγωγή που παραμένει πέριξ των 120 χιλ. τόνων.
Με λίγα λόγια, χάνουμε το… τραίνοτραίνο στα ψάρια από την Τουρκία, κάτι που οδήγησε χθες τον πρόεδρο της Ελληνικής Οργάνωσης Παραγωγών Υδατοκαλλιέργειας (ΕΛΟΠΥ) και μέλος της διοίκησης της Avramar Απόστολο Τουραλιά να τονίζει πως χάνουμε το τραίνο στις ιχθυοκαλλιέργειες και «είναι καιρός να σταματήσουν τα πανηγύρια στον κλάδο».
Η δήλωση του κ. Τουραλιά έγινε στη χθεσινή συνέντευξη Τύπου με αφορμή το 3ο Συνέδριο Ιχθυοκαλλιέργειας που θα λάβει χώρα μεταξύ 28 και 29 Ιουνίου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
Το χωροταξικό ζήτημα που θα φέρει επενδύσεις
Αναφορικά με το μεγάλο ζήτημα του χωροταξικού με τον ορισμό των Περιοχών Οργανωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών (ΠΟΑΥ), έχει πάρει παράταση έως το τέλος του 2024.
Η θεσμοθέτηση των ΠΟΑΥ, όταν ολοκληρωθεί, θα ρυθμίσει οριστικά τη λειτουργία του κλάδου όσον αφορά στη χωροταξία, λύνοντας οριστικά τις εκκρεμότητες και τις αβεβαιότητες του παρελθόντος. Όταν γίνει αυτό, και οριοθετηθεί με ακρίβεια το πού και το πώς μπορεί να αναπτυχθεί η συγκεκριμένη δραστηριότητα – με βάση πολύ αναλυτικές μελέτες και με πρώτη προτεραιότητα την προστασία του περιβάλλοντος, θα αλλάξουν πολλά στον κλάδο.
Όπως σημειώνουν παράγοντες του κλάδου, αυτό θα γίνει διότι με το χωροταξικό ζήτημα ρυθμισμένο, απελευθερώνεται το πεδίο για ουσιαστικές επενδύσεις μεγάλης κλίμακας και για ακόμα ταχύτερο εκσυγχρονισμό.
Έτσι ο κλάδος θα αξιοποιήσει το μεγάλο δυναμικό του και οι τοπικές κοινωνίες θα ενισχυθούν ακόμα περισσότερο, με νέες θέσεις εργασίας και διευρυμένη εμπορική δραστηριότητα.
Ο κλάδος, ιστορικό
Ο κλάδος της ελληνικής ιχθυοκαλλιέργειας κατέγραψε εντυπωσιακή πορεία τα τελευταία σαράντα χρόνια, αποτελώντας ένα πραγματικό success story, εκμεταλλευόμενος τα σπάνια μορφολογικά και κλιματολογικά συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας μας, φτάνοντας να είναι leader παγκοσμίως σε κάποιους τομείς.
Αν και το 1980 μόλις το 2% της εγχώριας παραγωγής αλιευτικών προϊόντων προέρχονταν από την υδατοκαλλιέργεια (2.000 τόνοι), πλέον αυτό έχει αντιστραφεί πλήρως, καθώς το 65% της παραγωγής αλιευτικών προϊόντων αποτελεί προϊόν υδατοκαλλιέργειας και το 35% αφορά ελεύθερη αλιεία.
Ο κλάδος έφτασε να δεσπόζει διεθνώς στην αγορά και να οριοθετεί τις εξελίξεις, ενώ για τη χώρα ήταν ένα ισχυρό εξαγωγικό ατού, ακόμη και στα χρόνια της κρίσης και της χρεοκοπίας. Αξίζει να τονιστεί ότι η καλλιέργεια τσιπούρας και λαβρακίου είχε τέτοια ανάπτυξη, αγγίζοντας το 2012 το 0,38% του ΑΕΠ!
Τα τελευταία χρόνια όμως, ο κλάδος πέρασε το δικό του «καθαρτήριο», καθώς ο υπερδανεισμός και η οικονομική κρίση έφεραν σε αδιέξοδο τους δύο leader του χώρου, της Νηρέα και Σελόντα, οι οποίες πουλήθηκαν στο επενδυτικό σχήμα Amerra Capital – Mubadala.
Προοπτικές και προκλήσεις
Σύμφωνα με στοιχεία του ΕΛΟΠΥ, ο κλάδος εξακολουθεί να έχει ηγετική θέση στην Ε.Ε. καθώς το 2023 παρήγαγε 120.000 τόνους μεσογειακών ειδών ιχθύων αξίας 685 εκατ. ευρώ, με την αξία εξαγωγών να υπερβαίνει τα 572 εκατ. ευρώ. Ακόμη μια φορά ο κλάδος επιβεβαίωσε τον ισχυρό του εξαγωγικό χαρακτήρα εφόσον 80% της παραγωγής εξήχθη σε 37 χώρες συνεισφέροντας θετικά στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας. Η εκτίμηση για το 2024 είναι ότι θα κινηθεί σταθερά, περίπου στα ίδια με πέρυσι επίπεδα.
Η ΕΛΟΠΥ ξεκινάει για πρώτη φορά ένα έργο καταγραφής του πραγματικού οικονομικού και κοινωνικού αποτυπώματος ενός κλάδου που στις 11 από τις 13 περιφερειακές ενότητες δημιουργεί πάνω από 12.000 θέσεις άμεσες και έμμεσες θέσεις απασχόλησης.
Σύμφωνα με την ΕΛΟΠΥ, δεν είναι μόνο η αξία των πωλήσεων και ο όγκος των εξαγωγών, αλλά η συνολικά προστιθέμενη αξία του κλάδου σε άλλες παραγωγικές δραστηριότητες και υπηρεσίες που εξαρτώνται ή αναπτύσσονται χάρη στην ιχθυοκαλλιέργεια, όπως η παραγωγή ιχθυοτροφών, τα υλικά συσκευασίας, ο εξοπλισμός, τα αναλώσιμα, οι μεταφορές, οι τοπικοί προμηθευτές, τα οφέλη από την αποκέντρωση εξειδικευμένου προσωπικού και άλλα.
Όπως δηλώνουν τα στελέχη του χώρου, την περαιτέρω ανάπτυξη του κλάδου αναστέλλουν η έλλειψη ενός σύγχρονου και ανταγωνιστικού θεσμικού πλαισίου που θα ενισχύσει τη λειτουργία των υφιστάμενων επιχειρήσεων και την προσέλκυση νέων στρατηγικών επενδύσεων.
Το κυριότερο – όπως προαναφέρθηκε – έγκειται στην απουσία ολοκληρωμένου χωροταξικού σχεδιασμού που εμποδίζει το σχεδιασμό της αναπτυξιακής στρατηγικής του. Ουσιαστικά από το 2015 και μετά από δύο διαδοχικές παρατάσεις, έχουν ιδρυθεί μόνο έξι από τις 23 περιοχές οργανωμένης ανάπτυξης υδατοκαλλιεργειών (ΠΟΑΥ).