Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται η τουρκική επενδυτική επέλαση στην Ελλάδα, με τις άμεσες επενδύσεις να εκτοξεύονται το 2024 στα 548 εκατ. δολάρια, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας. Μέσα σε μόλις τρία χρόνια, ο όγκος των τουρκικών κεφαλαίων στη χώρα μας δεκαπλασιάστηκε, σηματοδοτώντας μια νέα εποχή στις οικονομικές σχέσεις των δύο χωρών – και ανοίγοντας πολλές συζητήσεις για το μέλλον.

Ακίνητα, Golden Visa και λιανεμπόριο: Οι βασικοί άξονες των επενδύσεων στην Ελλάδα

Ο πρώτος μεγάλος πυλώνας αυτής της δυναμικής είναι η αγορά ακινήτων: οι Τούρκοι επενδυτές βρίσκονται στη δεύτερη θέση των «πελατών» του προγράμματος Golden Visa, μετά τους Κινέζους, με 1.471 άδειες διαμονής να έχουν ήδη χορηγηθεί. Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Κρήτη, Ρόδος και Κέρκυρα βρίσκονται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός τους, σε ένα περιβάλλον όπου άλλες χώρες της Ευρώπης κλείνουν τα αντίστοιχα προγράμματα και η Ελλάδα γίνεται ελκυστικός προορισμός.

Παράλληλα, οι τουρκικές επιχειρήσεις προχωρούν σε στρατηγικές επενδύσεις σε τουριστικά projects, αγροτικές εκτάσεις και υποδομές, ενώ και το λιανεμπόριο βλέπει νέα κύματα εισόδου: από την πολυτελή Vakko στο Κολωνάκι μέχρι τη μαζική επέκταση της LC Waikiki («τα τουρκικά Zara»), της Penti και της Madame Coco.

Από εξαγορές μέχρι βιομηχανίες

Δεν σταματούν όμως εκεί. Οι στρατηγικές εξαγορές ελληνικών επιχειρήσεων – από την Avis Greece μέχρι την Καλλιμάνης – δείχνουν ότι οι τουρκικές επενδύσεις δεν είναι απλώς κεφάλαια, αλλά θέλουν θέση και ρόλο στην ελληνική παραγωγή και οικονομία.

Προφανώς, το νέο αυτό τοπίο έχει δύο αναγνώσεις: από τη μία, εισέρχονται νέα κεφάλαια και δημιουργούνται νέες ευκαιρίες ανάπτυξης, ειδικά σε κλάδους όπως ο τουρισμός και το real estate. Από την άλλη, τίθεται το ερώτημα πώς θα διασφαλιστεί ότι οι επενδύσεις αυτές θα λειτουργούν ενισχυτικά και όχι αποδυναμωτικά για την εθνική οικονομία και τον ανταγωνισμό.

Μια νέα πραγματικότητα με προκλήσεις για την Ελλάδα

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η τουρκική επιχειρηματική παρουσία στην Ελλάδα ενισχύεται με ραγδαίους ρυθμούς. Όμως η διαχείριση αυτής της πραγματικότητας απαιτεί προσοχή: σωστό θεσμικό πλαίσιο, στρατηγική παρακολούθηση των επενδύσεων και ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής.

Η Ελλάδα βρίσκεται μπροστά σε ένα παράδοξο: από τη μία χρειάζεται τα ξένα κεφάλαια για να συνεχίσει τη δυναμική της ανάπτυξης, από την άλλη πρέπει να προστατεύσει την αυτάρκεια και την ανεξαρτησία των βασικών κλάδων της οικονομίας της.

Και στο τέλος της ημέρας, το κλειδί θα είναι όχι πόσα κεφάλαια μπαίνουν, αλλά πώς και πού επενδύονται.

Διαβάστε ακόμη: