Ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης Moody’s υποβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα του Ισραήλ για δεύτερη φορά φέτος, αλλά αυτή τη φορά κατά δύο βαθμίδες, επικαλούμενος την κλιμακούμενη ένταση των συγκρούσεων μεταξύ του Ισραήλ και της Χεζμπολάχ και τα σενάρια για παρατεταμένο πόλεμο.
Ο οίκος αξιολόγησης μείωσε την πιστοληπτική ικανότητα του Ισραήλ από Α2 σε Baa1 και διατηρεί αρνητικό το outlook, εκφράζοντας τις ανησυχίες ότι οι εγχώριοι πολιτικοί κίνδυνοι έχουν αυξηθεί παράλληλα με τους γεωπολιτικούς κινδύνους.
«Με τους αυξημένους κινδύνους ασφαλείας, δεν αναμένουμε πλέον μια γρήγορη και ισχυρή οικονομική ανάκαμψη όπως σε προηγούμενες συγκρούσεις», αναφέρει η Moody’s. «Με τη σειρά της, μια καθυστερημένη και βραδύτερη οικονομική ανάκαμψη σε συνδυασμό με μια πιο παρατεταμένη και ευρύτερη στρατιωτική εκστρατεία θα επηρεάσει πιο επίμονα τα δημόσια οικονομικά, απομακρύνοντας περαιτέρω την προοπτική σταθεροποίησης του λόγου του δημόσιου χρέους, σε σύγκριση με τις προηγούμενες προβλέψεις μας».
«Κατά την άποψή μας, η σημαντική κλιμάκωση του γεωπολιτικού κινδύνου υποδηλώνει επίσης μειωμένη ποιότητα των θεσμών και της διακυβέρνησης του Ισραήλ, οι οποίες δεν έχουν μετριάσει πλήρως τις ενέργειες που είναι επιζήμιες για τα πιστωτικά μεγέθη του κράτους», προειδοποιεί ο οίκος αξιολόγησης.
Η υποβάθμιση της Moody’s ήρθε μετά από μια εβδομάδα σχεδόν ασταμάτητων ισραηλινών χτυπημάτων που κατέστρεψαν την ανώτερη διοίκηση της τρομοκρατικής ομάδας του Λιβάνου. Από την έναρξη του πολέμου με την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου υπό την ηγεσία της Χαμάς, και οι τρεις μεγάλοι οίκοι αξιολόγησης – Moody’s, S&P και Fitch – μείωσαν την πιστοληπτική ικανότητα του Ισραήλ και διατήρησαν αρνητικές προοπτικές, αφήνοντας ανοιχτή την πόρτα για περαιτέρω υποβαθμίσεις, εάν κλιμακωθεί η ένταση ή επιδεινωθεί η δημοσιονομική θέση της χώρας.
Τον Φεβρουάριο, η Moody’s μείωσε την πιστοληπτική ικανότητα του Ισραήλ από Α1 σε Α2 – η πρώτη υποβάθμιση που έγινε ποτέ – και άλλαξε τις προοπτικές σε «αρνητικές», επικαλούμενη τον αντίκτυπο του συνεχιζόμενου πολέμου στη Γάζα στο βάρος του χρέους της κυβέρνησης, καθώς και δημοσιονομικούς και πολιτικούς κινδύνους.