Προβληματισμός και βαρύ κλίμα επικρατούν τις τελευταίες ημέρες στην χρηματιστηριακή αγορά ενόψει της κρίσιμης και καθοριστικής συνεδρίασης του ΔΣ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας αύριο Πέμπτη 16 Δεκεμβρίου κατά την οποία θα συζητηθεί το μείζον ζήτημα του QE και της ποσοτικής χαλάρωσης και επί της ουσίας κατά πόσον θα συνεχιστεί το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων και μετά το πέρας του, την 30η Μαρτίου 2022!
Η αίσθηση που υπάρχει αλλά και οι σχετικές πληροφορίες που έχουν διαρρεύσει κάνουν λόγο για ολοκλήρωση μεν του έκτακτου προγράμματος αγοράς ομολόγων (PEPP) τον προσεχή Μάρτιο και αντικατάσταση του από το τακτικό πρόγραμμα (APP), που στην πράξη σημαίνει ότι για τις χώρες που διαθέτουν υψηλή πιστοληπτική αξιολόγηση, η ενίσχυση – παροχή ρευστότητας- από την ΕΚΤ θα συνεχιστεί τουλάχιστον ως τα τέλη του 2022 ή τις αρχές του 2023!
Το ζήτημα που μπαίνει στο τραπέζι, όπως αντιλαμβάνεστε, είναι αυτό της Ελλάδας και τούτο διότι η χώρα μας δεν διαθέτει επενδυτική βαθμίδα, ούτε υψηλή πιστοληπτική αξιολόγηση από τους διεθνείς οίκους, κάτι που αναμένεται να συμβεί περί τα τέλη του 2022 όπως είχε επισημάνει ο Διοικητής της ΤτΕ κ. Ι. Στουρνάρας ή πιθανόν κατά το 2023 όπως υποστηρίζουν έγκυροι οικονομολόγοι, τραπεζίτες και κυβερνητικοί παράγοντες!
Επομένως η Ελλάδα θα βρίσκεται ούτως ή άλλως εκτός του τακτικού προγράμματος αγοράς ομολόγων που θα επαναρχίσει τον Απρίλιο και θα επικεντρωθεί κατά κύριο λόγο στις επαναγορές ομολόγων που λήγουν, σε πρώτη φάση!
Ωστόσο η κυρία Λαγκάρντ και η ΕΚΤ γενικότερα, παρά τις πιέσεις του Βορρά και των κρατών – μελών που επιθυμούν επιστροφή σε σφιχτή και περιοριστική νομισματική πολιτική από την Κεντρική Τράπεζα, φέρονται διατεθειμένοι – και για λόγους πανδημίας που λόγω της Όμικρον επελαύνει και πάλι απειλώντας τις πιο αδύναμες οικονομίες- να «ανοίξουν παράθυρα» που θα επιτρέψουν την έμμεση – έστω- παροχή ρευστότητας εντάσσοντας τες διά της πλαγίας σε ένα ειδικό πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, κυρίως επαναγορών, με πρόσχημα την γεωγραφική κάλυψη στον ευρωπαϊκό χάρτη!
Υπό το πρίσμα αυτό, η αυριανή συνεδρίαση της ΕΚΤ έχει μεγάλο ενδιαφέρον για το Χρηματιστήριο της Αθήνας, καθώς το ανοικτό ζήτημα της ποσοτικής χαλάρωσης αναμένεται να διευκρινιστεί σε όλες τις εκφάνσεις και εκδοχές του.
Το γεγονός πάντως είναι πως η έκρηξη της ακρίβειας και των πληθωριστικών πιέσεων δεν αποτελούν συμμάχους της Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία αντιλαμβανόμενη τα ζητήματα ενίσχυσης των οικονομιών που εκ των λόγων τούτων τίθενται, δεν είναι διατεθειμένη να υποκύψει στις πιέσεις των «σκληρών» της ΕΕ, που ούτως ή άλλως, σε μόνιμη βάση, δεν επιθυμούν την χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής, ούτε την παροχή ρευστότητας, ιδίως η Γερμανία που για ιστορικούς λόγους «τρέμει» τον πληθωρισμό, την ακρίβεια, τα υψηλά επιτόκια και την απειλή της ανεργίας…
Σε κάθε περίπτωση πάντως, το Χρηματιστήριο της Αθήνας, πέραν του συγκεκριμένου ζητήματος που θα επηρεάσει στο βαθμό που δεν θα δοθεί από την ΕΚΤ ξεκάθαρη εικόνα όσον αφορά την – έστω διά της πλαγίας- ένταξη και της Ελλάδας στο πρόγραμμα επαναγοράς ομολόγων, μολονότι πιέζεται λόγω ακρίβειας και πληθωρισμού, έχει μπροστά του πολύ μεγάλα επιχειρηματικά stories και προσδοκίες, που αργά ή γρήγορα θα του προσδώσουν ανοδική κατεύθυνση…
Άλλωστε οι ρυθμοί ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας είναι εκρηκτικοί, τα μεγάλα έργα προχωρούν όπως και το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων, το τραπεζικό σύστημα εξυγιαίνεται, ενώ οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης στο βαθμό που απορροφηθούν, θα δώσουν την τελική ώθηση σε επιχειρήσεις και Χρηματιστήριο…