Την προηγούμενη δεκαετία υπήρξε σημαντική προσπάθεια για τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (ΙΤΣ). Το μεν δημοσιονομικό έλλειμμα, από 10,2% του ΑΕΠ το 2008, μετατράπηκε σε πλεόνασμα 1,1% του ΑΕΠ το 2019, το δε έλλειμμα του ΙΤΣ, από 15,1% του ΑΕΠ το 2008, μειώθηκε σε 1,5% του ΑΕΠ στο τέλος του 2019.
Ωστόσο, το ξέσπασμα της πανδημίας COVID-19 το 2020 ανέκοψε απότομα την πορεία βελτίωσής τους. Η έκτακτη δημοσιονομική –μέσω των μέτρων στήριξης– παρέμβαση για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας, που ξεκίνησε το 2020 και παρατάθηκε το 2021, συνετέλεσε στην επιβάρυνση του δημοσιονομικού αποτελέσματος και τα δύο αυτά έτη. Κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης, το αποτέλεσμα της γενικής κυβέρνησης σύμφωνα με την Εισηγητική Έκθεση του Προϋπολογισμού για το 2022 διαμορφώθηκε σε έλλειμμα 10,1% του ΑΕΠ το 2020 και εκτιμάται σε περίπου 9,6% του ΑΕΠ το 2021.
Παράλληλα, το έλλειμμα του ΙΤΣ διευρύνθηκε σημαντικά, κυρίως λόγω της πτώσης των εισπράξεων από ταξιδιωτικές υπηρεσίες, ανήλθε σε 6,6% του ΑΕΠ της χώρας το 2020 και παρέμεινε και το 2021 σε υψηλό επίπεδο περίπου στο 6% του ΑΕΠ. Συνεπώς, η εμφάνιση των δίδυμων ελλειμμάτων, δηλαδή εκείνου του εξωτερικού τομέα της οικονομίας και του δημοσιονομικού, δημιουργεί ανησυχία και τίθεται το ερώτημα αν, μετά το τέλος της υγειονομικής κρίσης, η οικονομία θα επανέλθει στην προ της πανδημίας κατάσταση και στην πορεία περαιτέρω βελτίωσής τους.
Η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) σε σχετική ανάλυση παρουσιάζει τους παράγοντες που οδήγησαν στην εμφάνιση των δίδυμων ελλειμμάτων με την εκδήλωση της πανδημίας και εξετάζει σε ποιο βαθμό αυτοί είναι προσωρινοί. Επίσης, παρουσιάζεται μια εμπειρική διερεύνηση της υπόθεσης των δίδυμων ελλειμμάτων στην ελληνική οικονομία, δηλαδή αν το δημοσιονομικό έλλειμμα συντελεί στο έλλειμμα του ΙΤΣ, καθώς και το βαθμό συσχέτισης μεταξύ των δύο, τόσο πριν την πανδημία όσο και κατά τη διάρκειά της, με βάση τα μέχρι τώρα διαθέσιμα στοιχεία.
Ειδικότερα, το 2020 το κενό αποταμίευσης-επενδύσεων της γενικής κυβέρνησης, από θετικό κατά τα έτη 2018-19, μετατράπηκε σε αρνητικό. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στη μείωση της αποταμίευσής της και αντανακλά τόσο τα δημοσιονομικά μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας COVID-19 όσο και τα μειωμένα έσοδα από φόρους λόγω της μείωσης της οικονομικής δραστηριότητας. Αντίθετη ήταν η πορεία του κενού αποταμίευσης των νοικοκυριών, το οποίο, παρότι παρέμεινε αρνητικό, συρρικνώθηκε σημαντικά το 2020, αφού η αποταμίευση των νοικοκυριών αυξήθηκε.
Η εξέλιξη αυτή συνδέεται πρωτίστως με τη μείωση της κατανάλωσης και την αύξηση της αποταμίευσής τους εξαιτίας των διοικητικών μέτρων περιορισμού της οικονομικής δραστηριότητας σε συνδυασμό με τα μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής που στόχευσαν εξ αρχής στη διατήρηση του διαθέσιμου εισοδήματός και της απασχόλησης.
Η αύξηση της αποταμίευσης των νοικοκυριών, που παρατηρήθηκε και στην ευρωζώνη, συνδέεται αφενός με την αναγκαστική αποταμίευση των νοικοκυριών, που λόγω των μέτρων περιορισμού της οικονομικής δραστηριότητας δεν μπόρεσαν να καταναλώσουν συγκεκριμένα αγαθά και υπηρεσίες (πχ. εστίαση, ταξίδια, ψυχαγωγία), και αφετέρου στην αποταμίευση για λόγους πρόνοιας εξαιτίας της αβεβαιότητας που συνδέεται με την πανδημία.
Συνολικά, η διεύρυνση του κενού αποταμίευσης της γενικής κυβέρνησης αντισταθμίστηκε μόνο μερικώς από τη συρρίκνωση του αντίστοιχου κενού των νοικοκυριών, με αποτέλεσμα να καταγραφεί επιδείνωση του ΙΤΣ και συνεπώς επανεμφάνιση των δίδυμων ελλειμμάτων. Οι παραπάνω εξελίξεις διατηρήθηκαν και τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2021.
Επιπτώσεις της πανδημίας στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών
Η εμφάνιση της πανδημίας COVID-19 το 2020 ανέκοψε την πορεία βελτίωσης του ΙΤΣ της χώρας. Ειδικότερα, η επιδείνωση που καταγράφηκε το 2020 οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στην πτώση των εισπράξεων από ταξιδιωτικές υπηρεσίες, λόγω των περιορισμών στις μετακινήσεις. Αντίθετα, η βελτίωση του ΙΤΣ το 2021 –παρά την αρνητική επίδραση από την άνοδο των εισαγωγών αγαθών– συνδέεται κυρίως με την αύξηση των εισπράξεων από ταξιδιωτικές υπηρεσίες, αφού οι περιορισμοί στις διεθνείς μετακινήσεις λόγω της πανδημίας ήταν λιγότεροι. Η εξέλιξη αυτή υπογραμμίζει τον προσωρινό –σε μεγάλο βαθμό– χαρακτήρα της επιδείνωσης της ανισορροπίας στον εξωτερικό τομέα της οικονομίας.
Με την επάνοδο των ταξιδιωτικών υπηρεσιών στο προ πανδημίας επίπεδο αναμένεται περαιτέρω βελτίωση του ΙΤΣ . Επιπροσθέτως, η βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας που έχει καταγραφεί την τελευταία δεκαετία σε συνδυασμό με την ανθεκτικότητα που ήδη επιδεικνύουν οι ελληνικές εξαγωγές αγαθών, δεδομένου ότι κατέγραψαν άνοδο σε σταθερές τιμές τόσο το 2020 και όσο και το 2021, αποτελεί εφαλτήριο για την περαιτέρω ενίσχυση της εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας. Ωστόσο, η αύξηση των τιμών των καυσίμων και η άνοδος των εισαγωγών λοιπών αγαθών (κυρίως ενδιάμεσων αγαθών) που καταγράφηκε τους τελευταίους μήνες του 2021 εκτιμάται ότι θα επιβαρύνουν το ΙΤΣ.
Η αναμενόμενη αύξηση των εισαγωγών αγαθών –κεφαλαιακών και ενδιάμεσων– για την πραγματοποίηση των επενδύσεων στο πλαίσιο του NGEU, αν και θα αντισταθμιστεί μερικώς από τις σχετικές εισπράξεις με τη μορφή άμεσων μεταβιβάσεων στο ισοζύγιο δευτερογενών εισοδημάτων του ΙΤΣ, θα έχει αρνητική επίδραση στο ΙΤΣ βραχυπρόθεσμα. Η βελτίωση όμως της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας λόγω των επενδύσεων, σε συνδυασμό με τη συνέχιση των διαρθρωτικών αλλαγών για την ενίσχυση της εξωστρέφειας των ελληνικών επιχειρήσεων, αναμένεται να συντελέσει στην αύξηση των εξαγωγών και στη συνακόλουθη βελτίωση του ΙΤΣ μεσοπρόθεσμα.
Η έκτακτη δημοσιονομική παρέμβαση κατά τη διάρκεια της πανδημικής κρίσης
Προκειμένου να συμβάλει στον περιορισμό των αρνητικών επιδράσεων της πανδημίας στην πραγματική οικονομία τόσο το 2020 όσο και το 2021, η δημοσιονομική πολιτική μεταστράφηκε σε έντονα επεκτατική. Δεδομένου του σημαντικού βαθμού εξάρτησης από τον τουρισμό σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες και της επακόλουθης επιδείνωσης λόγω της πανδημικής κρίσης, κρίθηκε απαραίτητο ένα μεγάλο –προσωρινού χαρακτήρα– δημοσιονομικό πακέτο στήριξης (περίπου 10,8% του ΑΕΠ το 2020 και 9,5% του ΑΕΠ το 2021) για την ανάσχεση των αρνητικών επιδράσεων.
Αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθούν μεγάλα πρωτογενή δημοσιονομικά ελλείμματα (7,1% του ΑΕΠ για το 2020, ενώ για το 2021 εκτιμάται σε 7% του ΑΕΠ). Κατά το 2020, οι αποφάσεις σε επίπεδο ΕΕ για το μέτρο αναστολής της εφαρμογής των δημοσιονομικών κανόνων, με ισχύ μέχρι τα τέλη του 2022, έχουν παράσχει τον απαιτούμενο δημοσιονομικό χώρο στο σύνολο των χωρών-μελών της ευρωζώνης.
Ο προσανατολισμός και ο χρόνος υλοποίησης των κρατικών παρεμβάσεων είχαν ως απώτερο στόχο την ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων της πανδημίας τόσο στην πλευρά της ζήτησης όσο και στην πλευρά της προσφοράς, μέσα από την ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων και της ρευστότητας των επιχειρήσεων, για όσο διάστημα η οικονομική δραστηριότητα τελούσε υπό περιορισμούς, και την επανεκκίνηση των επιχειρήσεων μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων, ώστε να μην πληγεί μόνιμα η επιχειρηματική δραστηριότητα.
Με την πανδημία να βαίνει προς αποκλιμάκωση και την οικονομία να ανακάμπτει, τα μέτρα στήριξης έχουν ήδη αρχίσει να αποσύρονται, ενώ αναμένεται η σταδιακή αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας από το 2022, καθώς το πρωτογενές έλλειμμα στην Ελλάδα εκτιμάται ότι θα ανέλθει σε 1,4% του ΑΕΠ σύμφωνα με τον Προϋπολογισμό του 2022.
Λόγος ανησυχίας τα δίδυμα ελλείμματα;
Η ΤτΕ συμπεραίνει ότι η εκδήλωση της πανδημίας COVID-19 συνετέλεσε στην επανεμφάνιση των δίδυμων ελλειμμάτων, η οποία σύμφωνα με πρόσφατα δημοσιευμένα στοιχεία θα πρέπει να θεωρείται προσωρινή, καθώς σε σημαντικό βαθμό συνδέεται με τη δημοσιονομική επέκταση που έλαβε χώρα την ίδια περίοδο. Το συμπέρασμα αυτό επιβεβαιώνεται και από την εμπειρική ανάλυση, η οποία ανέδειξε επίσης ότι από μόνη της η άρση των έκτακτων δημοσιονομικών παρεμβάσεων εντός του 2022 και η αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας θα συμβάλουν σε αντίστοιχη βελτίωση του ΙΤΣ, υπό την προϋπόθεση ότι οι λοιποί προσδιοριστικοί παράγοντες παραμένουν αμετάβλητοι (ceteris paribus).
Ωστόσο, ενδεχόμενη καθυστέρηση στην άρση των δημοσιονομικών μέτρων θα επιβραδύνει τη βελτίωση του ΙΤΣ στα επόμενα τρίμηνα. Προς την κατεύθυνση αυτή, η υιοθέτηση περαιτέρω διαρθρωτικών παρεμβάσεων με στόχο τη διατήρηση και ενίσχυση των δημοσιονομικών πλεονασμάτων σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα μέσα από τον αποτελεσματικό έλεγχο των δαπανών και τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης θα λειτουργήσει βελτιωτικά και στο ΙΤΣ.
Ήδη το 2021, οι λιγότεροι περιορισμοί στις μετακινήσεις συνέβαλαν στη σημαντική άνοδο των εισπράξεων από ταξιδιωτικές υπηρεσίες, οι οποίες ανήλθαν σε περίπου 60% των αντίστοιχων του 2019, με τη συνακόλουθη μείωση του ελλείμματος του ΙΤΣ. Οι προοπτικές για το 2022 για τις ταξιδιωτικές εισπράξεις είναι θετικές και συνεπώς αναμένεται βελτίωση του ΙΤΣ, αν και η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία αναμένεται να το επηρεάσει αρνητικά.
Αναφορικά με τους λοιπούς παράγοντες που επηρεάζουν το ΙΤΣ, παρά το γεγονός ότι οι διαρθρωτικές παρεμβάσεις στη διάρκεια των προγραμμάτων οικονομικής προσαρμογής έχουν αποδώσει καρπούς και έχουν συντελέσει στη βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, δεν πρέπει να υπάρξει εφησυχασμός από την άμεση βελτίωση των ελλειμμάτων με την άρση της επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής.
Συγκεκριμένα, η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της εξωστρέφειας της οικονομίας απαιτεί και τη συνέχιση των διαρθρωτικών αλλαγών με στόχο τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων και της θέσης των ελληνικών αγαθών και υπηρεσιών στις ξένες αγορές. Η αποτελεσματική και έγκαιρη αξιοποίηση των πόρων του ευρωπαϊκού μέσου ανάκαμψης NGEU, αν και μπορεί να επιβαρύνει βραχυπρόθεσμα το ΙΤΣ λόγω των εισαγωγών κεφαλαιακών αγαθών για την πραγματοποίηση επενδύσεων, θα πρέπει να λαμβάνει χώρα μέσα στο πλαίσιο που ορίζουν οι στόχοι της βελτίωσης της διεθνούς ανταγωνιστικότητας και της εξωστρέφειας της χώρας.