Η παγκόσμια οικονομία φαίνεται να εισέρχεται, μετά την κορύφωση της πανδημίας του COVID-19, στο spiral μιας κρίσης υπερβάλλουσας ζήτησης, η οποία έχει χαρακτηριστεί από τους οικονομολόγους και τους διεθνείς οργανισμούς ως η «τέλεια καταιγίδα».
Όπως σημειώνεται στην Ετήσια Έκθεση του Ελληνικού Εμπορίου 2021 της ΕΣΕΕ, το κυριότερο γνώρισμα της «τέλειας καταιγίδας» είναι η αύξηση του πληθωρισμού, λόγω της διογκούμενης ζήτησης, των ανεπαρκειών σε εισροές, αλλά και των ιδιαίτερα αυξημένων μεταφορικών/αποθηκευτικών κοστών (logistics costs).
Πρόδηλα, η παρατεταμένη περίοδος διακοπών/διαταραχών στον τομέα της προσφοράς (supply-side), η αύξηση των τιμών των κατοικιών, η αύξηση του ενεργειακού κόστους, αλλά και των τιμών των βασικών εμπορευμάτων φαίνεται πως θα πιέσουν τις τιμές προς τα πάνω, για ένα εκτεταμένο διάστημα. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό των αυτοκινήτων.
Η αυτοκινητοβιομηχανία, ένας από τους σημαντικότερους κλάδους της μεταποίησης, υποφέρει από τις ελλείψεις ενδιάμεσων αγαθών (π.χ. ημιαγωγοί), γεγονός που έχει προκαλέσει μείωση των πωλήσεων και αύξηση των τιμών των αυτοκινήτων. Ο επιθετικός πληθωρισμός έχει εντείνει την αβεβαιότητα των οικονομούντων ατόμων.
H αβεβαιότητα αποτυπώνεται στον δείκτη διεθνούς αβεβαιότητας (WUI), ο οποίος, μετά από μια παρατεταμένη περίοδο πτώσης, κατέγραψε σημαντική άνοδο τα δυο ενδιάμεσα τρίμηνα του 2021, αντανακλώντας την εμφάνιση των νέων παραλλαγών του COVID-19, την εξέλιξη του πληθωρισμού, την άνιση οικονομική ανάπτυξη, αλλά και την αβεβαιότητα για τη λήψη μέτρων οικονομικής πολιτικής.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία
Από την άλλη πλευρά, οι οικονομικές επιπτώσεις της ουκρανικής κρίσης είναι πλήρως αχαρτογράφητες.
Σε κάθε περίπτωση, η ρωσική επέμβαση αναμένεται να οξύνει την ενεργειακή κρίση, η οποία θα μεταφραστεί σε αυξημένες τιμές τόσο των πρώτων υλών όσο και των τιμών των κυριότερων τροφίμων (π.χ. σιτάρι και αραβόσιτος).
Η εισβολή των Ρώσων ήρθε σε μια στιγμή ήδη αυξημένης αβεβαιότητας, γιγαντώνοντας μια ήδη κλιμακούμενη ευθραυστότητα.
Στο επίπεδο αυτό, η πιθανότητα να μετατραπεί η διεθνής οικονομία σε έναν, κατά τη φράση του Thomas Hobbes, “πόλεμο όλων εναντίον όλων” (bellum onmium contra omnes) μοιάζει ιδιαίτερα πιθανή.
Σε κάθε περίπτωση, παρότι η επανάληψη της ιστορίας μοιάζει με φάρσα, το διεθνές περιβάλλον δεν κρίνεται σε καμία περίπτωση ως «κανονικό». Σε επίπεδο διεθνούς οικονομικής μεγέθυνσης, και πριν το ξέσπασμα της Ουκρανικής κρίσης, το ΔΝΤ προέβλεπε παγκόσμια μεγέθυνση 5.9%, για το 2021 (και 4.9%, για το 2022), ενώ ο ΟΟΣΑ 5.6% (και 4.5%, αντίστοιχα).
Όμως, από ό,τι διαφαίνεται, η άνιση ανάκτηση των οικονομιών από τον COVID-19 αναμένεται να οξύνει την «κανονικοποίηση» των αλυσίδων αξίας, επιφέροντας μια εντεινόμενη ευθραυστότητα στις τιμές των κυριότερων εμπορευμάτων. Η επιδείνωση μάλιστα θα ενταθεί περισσότερο λόγω του πολέμου.
Το “τέρας” του πληθωρισμού
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι τιμές της ενέργειας αυξήθηκαν κατά 16%, κατά το τρίτο τρίμηνο του 2021 (σε σχέση με το αντίστοιχο του 2020), με τις τιμές του φυσικού αερίου να αυξάνονται κατά 69% και τις τιμές του άνθρακα κατά 44%, την ίδια περίοδο.
Από την άλλη, η αύξηση των τιμών των εισροών (λιπάσματα, φυτοφάρμακα κ.λπ.) της αγροτικής παραγωγής κατά 58.6%, το διάστημα μεταξύ 2020 και 2021, προκάλεσε σημαντική αύξηση στις τιμές των αγροτικών προϊόντων, η οποία προσέγγισε το 21.8%.
Η σημαντική αύξηση των τιμών των τροφίμων επηρεάζει κυρίως τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, όπου η συμμετοχή των τροφίμων στην καταναλωτική δαπάνη είναι ιδιαίτερα υψηλή.
Ένας παρατεταμένος και υψηλός πληθωρισμός αναμένεται να προκαλέσει αναστάτωση στις χρηματαγορές, επηρεάζοντας άμεσα τις ιδιωτικές επενδύσεις. Παράλληλα, οι επιπτώσεις του πληθωρισμού, στο επίπεδο της αναδιανομής του εισοδήματος, είναι ασύμμετρες, καθώς ο πληθωρισμός μειώνει το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των εργατικών (φτωχότερων) στρωμάτων αλλά και τον τζίρο των πολύ μικρών (micro) επιχειρήσεων.
Σε κάθε περίπτωση, ένα αποτελεσματικό μείγμα νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής μπορεί να μετριάσει τον «τρόμο» του πληθωρισμού, απομειώνοντας τις επιπτώσεις της αβεβαιότητας.
Οι προσδοκίες αναφορικά με τον πληθωρισμό είναι κρίσιμες για την κατανόηση της ανόδου του γενικού επιπέδου τιμών. Έτσι, ενυπάρχει πάντα ο υπαρκτός κίνδυνος ο «τρόμος» του πληθωρισμού να μετατραπεί σε αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Για τον λόγο αυτόν, απαιτείται μια συνεκτική οικονομική πολιτική, η οποία θα προετοιμάσει το έδαφος για τη μετάβαση από τα lockdowns στη μετα-πανδημική πραγματικότητα.
Επιπρόσθετα, είναι κρίσιμο, ειδικά μετά το ξέσπασμα του πολέμου, η Ευρωπαϊκή Ένωση να διαμορφώσει ένα δίχτυ ενεργειακής προστασίας για την ευρωπαϊκή οικονομία, επιταχύνοντας παράλληλα την μετάβαση προς την ενεργειακή αυτάρκεια.
Σε ένα πρώτο επίπεδο, η αύξηση των τιμών είναι, εν μέρει, αποτέλεσμα του πληθωρισμού ζήτησης.Όπως διαφαίνεται, οι άνισα συσσωρευμένες αποταμιεύσεις της πανδημίας μετατρέπονται σε αυξημένη κατανάλωση, λόγω της σταδιακής επιστροφής των οικονομιών στην κανονικότητα.
Σύμφωνα με τον Blanchard , η δημοσιονομική επέκταση κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όντας ιδιαίτερα ευμεγέθης στις ανεπτυγμένες οικονομίες, προκάλεσε μείωση της ανεργίας και ταυτόχρονη υπερθέρμανση της οικονομίας, με αποτέλεσμα την πίεση του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ).
Οι παγκόσμιες ανισότητες
Η υπερθέρμανση οδηγεί σε αύξηση του μοναδιαίου κόστους εργασίας. Τα στοιχεία από 23 ανεπτυγμένες οικονομίες δείχνουν ότι η αποζημίωση, ανά ώρα εργασίας, αυξήθηκε σημαντικά εντός του 2020.
Το αυξημένο κόστος παραγωγής μετακυλίεται, σε ένα μεγάλο ποσοστό, στις τιμές των προϊόντων. Σύμφωνα με τις αρχικές εκτιμήσεις του ΔΝΤ, o πληθωρισμός αναμένεται να επιστρέψει στα προ της πανδημίας επίπεδα στα μέσα του 2022.
Βέβαια, από ό,τι διαφαίνεται, λόγω και του πολέμου, οι τιμές προβλέπεται να παραμείνουν σε υψηλό επίπεδο μέχρι το τέλος του έτους, με μια σημαντική αποκλιμάκωση να αναμένεται από τις αρχές του 2023.
Ειδικά στις χώρες χαμηλού εισοδήματος, η αύξηση των τιμών των τροφίμων (σε συνδυασμό με τη διατροφική ανασφάλεια) ενδέχεται να επιδεινώσει την ευημερία, κυρίως των φτωχότερων νοικοκυριών. Από την άλλη πλευρά, η επέλαση της παραλλαγής «Όμικρον» και η αυξημένη μεταδοτικότητά της οξύνουν την αβεβαιότητα.
Ιδιαίτερα στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, όπου οι δείκτες της πανδημίας επιδεινώνονται, τόσο οι αναπτυξιακές προοπτικές όσο και η σταδιακή επαναφορά στην «κανονικότητα» μοιάζουν θολές. Στο επίπεδο αυτό, ένας από τους πιθανούς κινδύνους είναι η όξυνση των ανισοτήτων μεταξύ των οικονομιών.
Η άνιση πρόσβαση στα εμβόλια, αλλά και οι όποιοι δημοσιονομικοί περιορισμοί, ενδέχεται να διαρρήξουν την όποια σύγκλιση επιτεύχθηκε μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008. Είναι χαρακτηριστικό πως, σύμφωνα με το ΔΝΤ, το παραγόμενο προϊόν των ανεπτυγμένων οικονομιών αναμένεται να συντονιστεί με την προ πανδημίας περίοδο, εντός του 2022, ενώ για τις αναπτυσσόμενες-αναδυόμενες οικονομίες (εκτός της Κίνας), η επαναφορά στα προ-πανδημικά επίπεδα αναμένεται εντός του 20247 .
Στο πλαίσιο αυτό, η άρση των περιορισμών στη διακίνηση των εμβολίων αποτελεί μια κρίσιμη παράμετρο, ώστε να περιοριστεί η πιθανότητα εμφάνισης νέων, και περισσότερο μεταδοτικών, μεταλλάξεων.