Το εντυπωσιακό “άλμα” κατά 16,2% που κατέγραψε η ελληνική οικονομία το 2ο τρίμηνο του 2021, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, είναι αναπόφευκτο ότι οδηγεί σε ριζική αναθεώρηση προς το καλύτερο των εκτιμήσεων για την πορεία των βασικών μακροοικονομικών μεγεθών.

Του Σπύρου Σταθάκη

Ιδιαιτέρως οι διεθνείς επενδυτικοί οίκοι έχουν στην κυριολεξία “ξεσαλώσει”, καθώς ανεβάζουν πολύ ψηλά τον πήχη της οικονομικής ανάπτυξης, προβλέποντας ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ πάνω από 7% – 8% κατά μέσο όρο για τη φετινή χρονιά.

Από την πλευρά της η κυβέρνηση είναι φυσικά ικανοποιημένη από τις εξελίξεις. Γιαυτό και το ΥΠΟΙΚ προχώρησε σε αναθεώρηση των δικών του προβλέψεων, στο 5,9% αύξηση του ΑΕΠ για φέτος, από 3,6% αρχικής εκτίμησης που έχει συμπεριληφθεί στο ΜΠΔΣ 2022-2025.

Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης εκτιμά ότι, τα οικονομικά στοιχεία του 2021 μέχρι στιγμής δείχνουν ότι και οι τρεις αυτοί στόχοι έχουν αρχίσει να επιτυγχάνονται, θέτοντας τις βάσεις για τη μόνιμη αύξηση του ΑΕΠ και την είσοδο σε μια νέα περίοδο υψηλής και, προπαντός, διατηρήσιμης ανάπτυξης.

Πιο συγκεκριμένα, από το ΥΠΟΙΚ σημειώνουν ότι, η αύξηση του ΑΕΠ κατά 5,9% φέτος, συνιστά στην ουσία μια ισχυρή ανάκαμψη, που καλύπτει πάνω από τα 2/3 της απώλειας του 2020 λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού.

Και είναι μία πρόβλεψη απολύτως ρεαλιστική, ίσως μάλιστα αποδειχθεί και πάλι συντηρητική, με βάση τους πρόδρομους δείκτες της οικονομίας.

Πάντως ο υπ. Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, κληθείς να σχολιάσει δημοσιεύματα με εκτιμήσεις διεθνών οίκων για ακόμα υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας επισήμανε μεταξύ άλλων, ότι είναι αρκετά πρόωρο και επισφαλές να τοποθετηθεί το ΥΠΟΙΚ, όταν υπάρχουν στοιχεία μόνο του πρώτου εξαμήνου και πρόδρομοι δείκτες για το τρίτο τρίμηνο.

Εάν πάλι επιβεβαιωθεί ότι είναι ρεαλιστικές οι εκτιμήσεις της κυβέρνησης και μάλλον συντηρητικές, τότε η όποια μεταβολή επί το θετικότερο της οικονομικής μεγέθυνσης, προφανώς θα πάει ως μέρισμα στην κοινωνία, με ιδιαίτερη έμφαση στη μεσαία τάξη και τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα, τόνισε ο υπ. Οικονομικών.

Και απ’ ότι φαίνεται θα πάμε και σε νέα αναθεώρηση, όπως δείχνουν τα στοιχεία που δημοσιεύονται καθημερινά. Για παράδειγμα, οι επενδύσεις και οι εξαγωγές ενισχύονται, η βιομηχανική παραγωγή καταγράφει σταθερά ανοδική πορεία. ενώ η ανεργία συρρικνώνεται.

Επίσης μεταποίηση και η οικοδομική δραστηριότητα αυξάνονται. Το οικονομικό κλίμα κινείται στα προ-πανδημίας επίπεδα. Οι καταθέσεις συνεχίζουν να αυξάνονται. Οι ηλεκτρονικές συναλλαγές ενισχύονται. Είναι ενδεικτικά άλλωστε τα στοιχεία που παραθέτει το ΥΠΟΙΚ, όπως:

Το πρώτο εξάμηνο του 2021 είχαμε αύξηση των επενδύσεων (ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου σε τρέχουσες τιμές), από τα 8,6 δισ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2019 στα 10 δισ. ευρώ το 2021.

Την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2021 είχαμε αύξηση των εξαγωγών αγαθών (χωρίς πετρελαιοειδή) από τα 13,6 δισ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2019 στα 16,3 δισ. ευρώ το 2021.

Η ανεργία, με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ήταν 17,2% τον Ιούνιο του 2019 και έχει πέσει στο 15% τον Ιούνιο του 2021, ενώ μειώθηκε περαιτέρω στο 14,2% τον Ιούλιο. Τα τελευταία στοιχεία για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές (Ιούλιος και Αύγουστος 2021) δείχνουν ότι έχουμε αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών κατά 29% και 35% αντίστοιχα.

Eurogroup: Τι ισχύει ακριβώς για την Ελλάδα

Η ανάκαμψη της οικονομίας και οι θετικές προοπτικές

Όπως επισημαίνει σε σχετική ανάλυση και η Εθνική Τράπεζα (ΕΤΕ), η αύξηση του ΑΕΠ το 2ο τρίμηνο του 2021 (16,2% ετησίως και 3,4% σε σύγκριση με το 1ο τρίμηνο του 2021) υπερέβη τις προσδοκίες, ακόμη και της εκτίμησης όπως προέκυψε από το δείκτη υψηλής συχνότητας της τράπεζας (πρόβλεψη για αύξηση του ΑΕΠ +13,0% ετησίως το 2ο τρίμηνο).

Η ανάκαμψη μάλιστα έλαβε χαρακτηριστικά σχήματος V, με το ΑΕΠ σε απόλυτους όρους να επιστρέφει στα επίπεδα του 2ου τριμήνου του 2019 τόσο σε σταθερές όσο και σε ονομαστικές τιμές.

Αν και η επίδοση αυτή προφανώς δε θα πρέπει να εκληφθεί ως αναστροφή του πλήγματος από την πανδημία –καθώς στηρίχθηκε τόσο στην ενεργοποίηση καταναλωτικής δαπάνης που είχε ανασταλεί τους προηγούμενους μήνες όσο και στη συνεχιζόμενη επίδραση των κρατικών μέτρων με χρονική υστέρηση– ωστόσο συνιστά ένα πολύ αισιόδοξο μήνυμα σχετικά με τις δυνατότητες της οικονομίας, την ανθεκτικότητα του επιχειρηματικού τομέα και την αποτελεσματικότητα των μέτρων δημοσιονομικής στήριξης που προηγήθηκαν.

Η ανάκαμψη είναι αξιοσημείωτη για τον πρόσθετο λόγο ότι η συνεισφορά του τουρισμού το συγκεκριμένο τρίμηνο ήταν ακόμη περιορισμένη, καθώς το άνοιγμα της τουριστικής αγοράς πραγματοποιήθηκε στα μέσα Μαΐου και οι επιδόσεις του Ιουνίου ήταν ακόμη αδύναμες (τουριστικά έσοδα €1,1 δισ. τον Ιούνιο του 2021, ήτοι κατά €3,0 δισ. χαμηλότερα από τον Ιούνιο του 2019 αλλά σχεδόν 320% υψηλότερα από τα €0,3 δισ. του Ιουνίου του 2020), ενώ ενισχύθηκαν έντονα τον Ιούλιο-Αύγουστο.

Η ΕΤΕ προχώρησε σε σημαντική ανοδική αναθεώρηση της εκτίμησης για ετήσια αύξηση του ΑΕΠ στο 7,5% από προηγούμενη εκτίμηση 5,7%, με το ΑΕΠ να αυξάνει κατά 12% ετησίως το 3ο τρίμηνο και 5,5% το 4ο, διατηρώντας μια σχετικά συντηρητική εκτίμηση για τριμηνιαία συρρίκνωση -2,5% το 4ο τρίμηνο, λόγω της συνεχιζόμενης επιδημιολογικής αβεβαιότητας.

Η αβεβαιότητα αυτή δεν μπορεί να αρθεί όσο η εμβολιαστική κάλυψη δεν υπερβαίνει αισθητά το 70% του πληθυσμού της Ελλάδας, σε αντιστοιχία με τις εξελίξεις στην Ευρωζώνη, όπου σε ορισμένες χώρες ήδη υπερβαίνει το 80%.

Από την πλευρά της και η Moody’s Analytics σε σχετικό report, αναθεωρεί σημαντικά τις προσδοκίες για την ανάπτυξη της χώρας σε ετήσια βάση. Με τη νέα πρόβλεψη το ελληνικό ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά 8,2% το 2021, ανακάμπτοντας πλήρως από την πανδημία και στη συνέχεια να απογειωθεί και το 2022 με πιο ήπια αλλά ιστορικά σημαντική αύξηση τα τάξης του 5,1%.

Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι, σε τριμηνιαία βάση, η Ελλάδα έχει αναπτυχθεί έντονα, 3,8% ανά τρίμηνο σε μέσο όρο, τα τελευταία τέσσερα τρίμηνα και βρίσκεται στον δρόμο της οικονομικής επέκτασης, καθώς το πραγματικό της ΑΕΠ είναι πλέον πάνω από το επίπεδο πριν από την πανδημία.

Σε κάθε περίπτωση, τα στοιχεία του ΑΕΠ του 2ου τριμήνου και οι μηνιαίοι οικονομικοί δείκτες για το 3ο τρίμηνο επιβεβαιώνουν το αισιόδοξο σενάριο για ισχυρή ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας το 2021. Αυξανόμενη ιδιωτική κατανάλωση, δυναμικές επενδύσεις και εξαγωγές αγαθών τροφοδοτούν την ανάπτυξη. Επίσης, ο τουρισμός ανέβασε απότομα ταχύτητα το 3ο τρίμηνο.

Μάλιστα, ο μέσος ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ τη διετία 2021-2022 φαίνεται τώρα ότι θα υπερβεί το 5% –υψηλό 15ετίας– με την οικονομική δραστηριότητα να επιστρέφει σε προ-Covid-19 επίπεδο μέχρι τα μέσα του 2022, καθώς οι κίνδυνοι από την πανδημία περιορίζονται όσο προχωρούν οι εμβολιασμοί.

Επιπλέον, αρχίζουν να συντρέχουν σταδιακά οι προϋποθέσεις για ισχυρή ανάκαμψη των ιδιωτικών επενδύσεων παγίου κεφαλαίου, καθώς και για αποτύπωση των θετικών προοπτικών της οικονομίας στις αποτιμήσεις των ελληνικών περιουσιακών στοιχείων και χρεογράφων.

Ελληνική Οικονομία: Από τη διάσωση περνά στη μετάβαση

Το δυναμικό «come back» της οικονομικής δραστηριότητας

Ακόμη και από την πλευρά της παραγωγής, όλοι οι τομείς της οικονομίας συνέβαλαν στην άνοδο της ΑΠΑ το δεύτερο τρίμηνο του 2021, με τον τομέα των υπηρεσιών να έχει τη μεγαλύτερη θετική επίδραση.

Πιο αναλυτικά, και σύμφωνα με σχετική ανάλυση της τράπεζας Alpha Bank, η συμβολή του τριτογενούς τομέα, ο οποίος συμμετέχει κατά 78% στη διαμόρφωση της ΑΠΑ, ανήλθε το δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους στις 10,6 μονάδες.

Συγκεκριμένα, το προϊόν του κλάδου «εμπόριο-παροχή καταλύματος και εστίαση-μεταφορές» αυξήθηκε κατά 37,5% σε ετήσια βάση, συνεισφέροντας 7,6 μονάδες στην αύξηση της ΑΠΑ. Τα αποτελέσματα αυτά συνάδουν με την άνοδο των λιανικών πωλήσεων, αλλά και με την ανάκαμψη του τουρισμού σταδιακά, από το δεύτερο τρίμηνο του έτους .

Επιπλέον, οι υπηρεσίες εξαιρουμένων του εμπορίου και του τουρισμού κατέγραψαν άνοδο κατά 5,3%, ενώ η συμβολή τους στην ΑΠΑ διαμορφώθηκε στις 3,1 εκατοστιαίες μονάδες.

Η θετική συμβολή του δευτερογενούς τομέα στην αύξηση της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας ήταν επίσης σημαντική (2,7 ποσοστιαίες μονάδες) και προήλθε σχεδόν εξ ολοκλήρου από το δευτερογενή τομέα εκτός των κατασκευών, δηλαδή από τη βιομηχανία (2,6 μονάδες), καθώς η συνεισφορά των κατασκευών ήταν οριακά θετική (0,1 π.μ.)

Η εξέλιξη αυτή συμβαδίζει με την ανοδική πορεία του δείκτη μεταποιητικής παραγωγής, ο οποίος σημείωσε άνοδο, το δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, κατά 14,5%.

Covid-19: Αντοχές στο 3ο κύμα της πανδημίας έδειξε η οικονομία

Θετικό πρόσημο

Οι προσδοκίες για τις επιδόσεις του κλάδου στο άμεσο χρονικό διάστημα είναι έντονα θετικές, όπως προκύπτει από τις υψηλές τιμές που κατέγραψε ο δείκτης Υπευθύνων για τις Προμήθειες στη Μεταποίηση (Purchasing Managers’ Index) κατά τους τελευταίους μήνες.

Συγκεκριμένα, τον Αύγουστο, ο δείκτης PMI ανήλθε σε 59,3 μονάδες που αποτελεί την υψηλότερη επίδοση του δείκτη από τον Απρίλιο του 2000 (59,4 μονάδες) και τη δεύτερη υψηλότερη στην ιστορία της χρονοσειράς.

Τέλος, ο πρωτογενής τομέας της οικονομίας, ο οποίος αποτελεί λιγότερο από το 5% της ΑΠΑ, είχε οριακή θετική συμβολή στην άνοδο της ΑΠΑ το δεύτερο τρίμηνο (0,2 π.μ.), καθώς σημείωσε αύξηση κατά 3,1% σε σύγκριση με το δεύτερο τρίμηνο του 2020.

Επιπλέον πρέπει να καταγραφεί το γεγονός ότι, οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου συνέχισαν να υπερβαίνουν τις προσδοκίες, αυξανόμενες κατά 12,9% ετησίως και πρόσθεσαν 1,5 ποσοστιαίες μονάδες στην ετήσια αύξηση του ΑΕΠ το 2ο τρίμηνο.

Επίσης, σημείωσαν επιταχυνόμενη τριμηνιαία άνοδο (κατά 4,3%) για 4ο συνεχές τρίμηνο, συνεισφέροντας 0,5 ποσοστιαίες μονάδες στην εποχικά προσαρμοσμένη τριμηνιαία μεταβολή του ΑΕΠ.

Το 2ο τρίμηνο του 2021 οι επενδύσεις, σε απόλυτες τιμές, υπερέβησαν κατά €0,8 δισ. την αξία τους κατά το 2ο τρίμηνο του 2019, καθώς και ότι τόσο κατά το 1ο τρίμηνο του 2021 όσο και το 4ο τρίμηνο του 2020 ήταν επίσης υψηλότερες σε σχέση με 1ο τρίμηνο του 2019 και το 4ο τρίμηνο του 2019 κατά €0,3 και €0,2 δισ., αντίστοιχα.

Οι επενδύσεις

Σύμφωνα με την ΕΤΕ, είναι ενθαρρυντικό για τις προοπτικές ανάκαμψης ότι οι επενδύσεις (εκτός κατασκευών) ανήλθαν στο 7,8% του ΑΕΠ το 2ο τρίμηνο του 2021 από 5,7% κατά μ.ο. την προηγούμενη δεκαετία και αρχίζει να εμφανίζει μια σταδιακή τάση σύγκλισης με το μ.ό. της Ε.Ε.

Οι κατηγορίες επενδύσεων που πρωταγωνίστησαν στο 2ο τρίμηνο ήταν σε μεταφορικό εξοπλισμό, τεχνολογικό εξοπλισμό και δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας (ετήσιες αυξήσεις 337%, 18,1% και 13,4%, αντίστοιχα), ενώ σημαντική εκτιμάται ότι ήταν και η συνδρομή των δημοσίων επενδύσεων.

Συν τοις άλλοις, η σημαντική ενίσχυση της ακαθάριστης κερδοφορίας στο σύνολο του επιχειρηματικού τομέα (περιλαμβανομένων και των ατομικών επιχειρήσεων), όπως προσεγγίζεται από το ακαθάριστο λειτουργικό πλεόνασμα και μεικτό εισόδημα, ήταν ο πρωταγωνιστής της αύξησης του ΑΕΠ όσον αφορά τη διάρθρωση των εισοδημάτων των παραγωγικών συντελεστών στην οικονομία.

Τo ακαθάριστο λειτουργικό πλεόνασμα και μεικτό εισόδημα αυξήθηκε κατά 23,5% σε ετήσια βάση, με το ποσοστό του στο ΑΕΠ να φθάνει συνδυαστικά το 53% – υψηλότερο σημείο από 4ο τρίμηνο του 2013 – αντανακλώντας εκτιμώμενη αύξηση του ακαθάριστου λειτουργικού πλεονάσματος στο 31% του ΑΕΠ και του μεικτού εισοδήματος στο 22% περίπου.

Υπό προϋποθέσεις η οικονομική ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια

Δημοσιονομικός χώρος λόγω ανάπτυξης

Η ισχυρή ανάκαμψη του ΑΕΠ στο δεύτερο τρίμηνο του 2021, αφενός επιβεβαιώνει την ταχύτερη του αναμενομένου αποκατάσταση των απωλειών στην οικονομική δραστηριότητα λόγω της πανδημίας και αφετέρου ενισχύει τα αναπτυξιακά εργαλεία που έχει στη διάθεσή του το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, καθώς δημιουργείται σημαντικός δημοσιονομικός χώρος για τον εξορθολογισμό της φορολογικής πολιτικής.

Και ακριβώς αυτό ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός από το βήμα της ΔΕΘ. Ένα πρόγραμμα στοχευμένων ελαφρύνσεων, στηριζόμενο στις καλύτερες επιδόσεις της οικονομίας.

Σύμφωνα και με το ΥΠΟΙΚ, σε σχέση με τις δημοσιονομικές επιπτώσεις των μέτρων, η ταχύτερη ανάπτυξη κατά 2,3 μονάδες, σε σχέση με το Μεσοπρόθεσμο, δημιουργεί σημαντικό πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο, όπως επίσης και οι αυξήσεις στις τιμές των ρύπων.

Συνεπώς, παρά το γεγονός ότι βρισκόμαστε, δυστυχώς, λόγω πανδημίας σε περίοδο ελλειμμάτων, σε σχέση με τους προηγούμενους υπολογισμούς μας που υπήρχαν στο Μεσοπρόθεσμο, η ταχύτερη ανάπτυξη δημιουργεί πράγματι καλύτερες δημοσιονομικές προϋποθέσεις για τη χρηματοδότηση των σχετικών πολιτικών.

Ανάπτυξη είναι οι επενδύσεις στον ΔΕΔΔΗΕ και όχι στον Ε65 και την υποθαλάσσια Σαλαμίνας!

Μεγάλο επενδυτικό ενδιαφέρον

Το γεγονός δε ότι η ταχύτερη ανάπτυξη στηρίζεται σε σημαντικό βαθμό σε επενδύσεις και εξαγωγές και συνδυάζεται με χαμηλά επιτόκια ομολόγων και μεγάλο επενδυτικό ενδιαφέρον για την Ελλάδα (τεράστια τιμήματα στις πρόσφατες αποκρατικοποιήσεις), μας δίνει την ασφάλεια ότι η χώρα έχει εισέλθει σε μια νέα περίοδο ανάπτυξης, η οποία μπορεί να υποστηρίξει λελογισμένα δημοσιονομικά θετικά μέτρα, με ταυτόχρονη διατήρηση της δημοσιονομικής ασφάλειας και της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του χρέους.

Με βάση λοιπόν αυτή την δημοσιονομική εικόνα, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης έχει θέσει κάποιες βασικές προτεραιότητες. Πρώτον, η επιστροφή της πραγματικής οικονομίας σε κανονικούς ρυθμούς λειτουργίας, με στοχευμένη ενίσχυση νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

Το δεύτερο εξάμηνο του 2021, ταυτόχρονα και παράλληλα με την πλήρη επανεκκίνηση της οικονομίας, η Κυβέρνηση συνεχίζει να ενισχύει την κοινωνία, με μέτρα ύψους 4 δισ. ευρώ.

Δεύτερον, η συνέχιση της υλοποίησης μιας συνετής δημοσιονομικής πολιτικής, στην κατεύθυνση περαιτέρω μείωσης φόρων και ασφαλιστικών εισφορών. Υπενθυμίζεται ότι έχουμε ήδη προχωρήσει σε μόνιμες μειώσεις φόρων, συνεπώς σε μειώσεις φόρων που ισχύουν και για το 2022.

Τρίτον, η συνέχιση της υλοποίησης μιας έξυπνης και διορατικής εκδοτικής στρατηγικής, με σκοπό τη διατήρηση ισχυρών ταμειακών αποθεμάτων, τα οποία σήμερα υπερβαίνουν τα 40 δισ. ευρώ με συγκεκριμένες πολιτικές πρωτοβουλίες.

Τέταρτον, η ενίσχυση της ρευστότητας στην πραγματική οικονομία, η υλοποίηση διαρθρωτικών αλλαγών και η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας.

Πέμπτον, η ορθολογική αξιοποίηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών κονδυλίων, με αιχμή το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και το νέο ΕΣΠΑ, συνολικού ύψους περίπου 78 δισ. ευρώ μέχρι το 2027.

Και έκτον, η ενεργός συμμετοχή της χώρας, όπως γίνεται τα τελευταία δύο χρόνια, στις πρωτοβουλίες για τη νέα ευρωπαϊκή οικονομική αρχιτεκτονική, η οποία θα πρέπει να εξασφαλίζει μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών, προσφέροντας παράλληλα τη μέγιστη δυνατή ευελιξία στην αντιμετώπιση κρίσεων, προστατεύοντας και ενθαρρύνοντας τις δημόσιες επενδύσεις, ειδικά σε τομείς προτεραιότητας, όπως είναι η πράσινη και η ψηφιακή μετάβαση.

ΔΕΘ: Το αφήγημα δεν μπορεί να είναι οι επιδοτήσεις

Το κόστος των μέτρων

Σε ό,τι αφορά τα μέτρα που ανακοίνωσε από το βήμα της ΔΕΘ ο πρωθυπουργός, το συνολικό κόστος των επιπλέον αναπτυξιακών παρεμβάσεων, κάποιες από τις οποίες είχαν ήδη προϋπολογισθεί, ανέρχεται στα 2,4 δισ. ευρώ το 2022, εκ των οποίων τα 2,1 δισ. ευρώ είναι μειώσεις φόρων και ασφαλιστικών εισφορών. Έτσι, το κόστος των επιπλέον μέτρων τόνωσης του διαθέσιμου εισοδημάτων των πολιτών, διαμορφώνεται περίπου στα 3,5 δισ. ευρώ για την διετία 2021-2022. Και συνολικά στα 42,7 δισ. ευρώ για την περίοδο 2020-2022.