Αντιμέτωποι με την ραγδαία αύξηση στις τιμές των τροφίμων είναι οι καταναλωτές παγκοσμίως, με αποτέλεσμα λίγο καιρό μετά την πανδημία που άλλαξε τις συνήθειες των καταναλωτών και πάλι να παρατηρούνται σημαντικές αλλαγές στον τρόπο που ψωνίζουμε.

Το εβδομαδιαίο πρόγραμμα γευμάτων στο σπίτι (μεσημεριανό – βραδινό) αλλά και οι «λίστες αγορών» στο σούπερ μάρκετ έχουν επανέλθει για τα καλά, με τους καταναλωτές μάλιστα να καταγράφουν –σε ένα ποσοστό– και τις τιμές μεταξύ των επώνυμων αλυσίδων.

Στο επίκεντρο της προσπάθειας εξοικονόμησης χρημάτων βρίσκεται η «λίστα αγορών», η οποία τροποποιείται όπως απαιτείται όταν η οικογένεια αποφασίσει για τα ψώνια της εβδομάδας.

Η δημιουργία λίστας αποδεικνύεται δημοφιλής καθώς το κόστος ζωής έχει αυξηθεί στα ύψη, βοηθώντας τους ανθρώπους να κάνουν προϋπολογισμό και να αγοράζουν αυτό που χρειάζονται και όχι αυτό που μπορεί να επιθυμήσουν.

Μια έρευνα που έγινε αποκλειστικά για το BBC από την εταιρία δεδομένων λιανικής Kantar έδειξε ότι, μέχρι το τέλος του περασμένου έτους, το 27% των ερωτηθέντων είτε είχαν αρχίσει να γράφουν τακτικά λίστα αγορών είτε να χρησιμοποιούν περισσότερο τις λίστες.

Όπως εξηγούν οι ειδικοί της εταιρίας η συνήθεια αυτή δεν είναι κάτι καινούργιο αλλά προέρχεται από την αρχαιότητα.

Για παράδειγμα, στη Μεσοποταμία δημιουργούσαν λίστες αγορών χρησιμοποιώντας σύμβολα και χαρακτήρες σε πήλινες πλάκες το 3200-2000 π.Χ.

Κάτι παρόμοιο έκαναν οι Ρωμαίοι με κερί ή μελάνι σε ξύλινες πλάκες. Ο ζωγράφος Μικελάντζελο σχεδίασε κάθε στοιχείο της λίστας του για να βοηθήσει τον αγράμματο υπηρέτη του.

Οι λίστες ως… τέχνη

Οι λίστες αυτές δεν δείχνουν μόνο τις ανάγκες των ανθρώπων για τρόφιμα, αλλά και κάτι από τη ζωή τους.

Σε κάποια μπορεί να υπάρχει κρυμμένο ένα μήνυμα αγάπης, ενώ σε κάποιο άλλο ένα παιδί μπορεί να ζωγραφίσει κάτι αστείο στη μαμά του για να το δει όταν πάει για ψώνια με τη λίστα.

Τα παραπάνω θεωρούνται ως μορφή τέχνης και γιορτάστηκαν πρόσφατα στο «Museum of Brands» του Λονδίνου.

Περιείχε τη συλλογή της Lucy Ireland Gray με περίπου 200 λίστες αγορών που βρήκε πεταμένες κατά τη διάρκεια σχεδόν 20 ετών μέσα και γύρω από το Hertfordshire, όπου ζει.

Λέει ότι δεν δείχνουν μόνο τις ανάγκες των ανθρώπων για ψώνια, αλλά και κάτι από τη ζωή τους.

Σε ένα υπάρχει ένα μήνυμα αγάπης κρυμμένο εν μέρει στη στήλη των παντοπωλείων.

Σε ένα άλλο, ένα παιδί απολαμβάνει ένα αστείο για τη μαμά του, την ίδια στιγμή που απεικονίζει τη λίστα.

Η διευθύντρια του μουσείου Άννα Τέρι λέει στο BBC πως υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι οι καταναλωτές έχουν επίγνωση για το πού πηγαίνουν τα χρήματά τους ομαδοποιώντας αντικείμενα ανά γεύμα και έχουν επίγνωση της σπατάλης τροφίμων.

«Μία από τις συνήθεις αντιδράσεις των επισκεπτών ήταν: ‘‘Από εδώ και στο εξής πρέπει να είμαι πιο οργανωμένη’’», λέει και συμπληρώνει «το να φτιάχνεις μια λίστα και να κάνεις σχέδια είναι καλύτερο για τα οικονομικά του σπιτιού και σημαίνει ότι λιγότερα τρόφιμα πηγαίνουν στον κάδο απορριμμάτων. Αλλά μπορείς ακόμα να δεις ορισμένα επώνυμα brands (στις λίστες). Ακόμη και σε δύσκολους καιρούς, οι άνθρωποι δεν θα εγκαταλείψουν ορισμένα πράγματα».

Η ακρίβεια εξακολουθεί να είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η οικονομία

Η άνοδος των τιμών στα προϊόντα

Στο Μουσείο σε μια νέο οθόνη παρουσιάζονται οι κορυφαίες μάρκες παντοπωλείων του περασμένου έτους, όπως συγκεντρώθηκαν από το περιοδικό The Grocer.

Σχεδόν όλοι οι προμηθευτές των 100 εμπορικών σημάτων που εμφανίζονται είχαν ανεβάσει τις τιμές των προϊόντων τους.

Αυτό αποτυπώνεται στα τελευταία επίσημα στοιχεία.

Οι τιμές των τροφίμων αυξάνονται με τον ταχύτερο ρυθμό των τελευταίων 45 ετών, σύμφωνα με την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία (ONS).

Περιέργως, το ίδιο το μουσείο είδε μια αύξηση στον αριθμό των επισκεπτών κατά τη διάρκεια της ύφεσης του 2008-2009, καθώς οι άνθρωποι έδιναν μεγαλύτερη προσοχή σε αυτά που αγόραζαν.

Αυτό ήταν το «κλειδί» για την απόφαση κατά τη διάρκεια της τρέχουσας οικονομικής κρίσης να διατηρηθούν αμετάβλητες οι τιμές εισόδου.

Μεταξύ των εμπορικών σημάτων, τα «κορυφαία 10» ήταν σχετικά σταθερά σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, αλλά η κυρία Terry είπε στο BBC ότι υπήρξε κάποιος αντίκτυπος από την αύξηση του κόστους.

Η καινοτομία μεταξύ των εμπορικών σημάτων είχε επιβραδυνθεί και, παρόλο που υπήρχαν πιο «προσεκτικές αγορές» μεταξύ των καταναλωτών, υπήρχαν σαφείς ενδείξεις ότι οι άνθρωποι εξακολουθούσαν να είναι πρόθυμοι να καλοπιάνουν (σ.σ. με ορισμένα προϊόντα) αυτούς που αγαπούν.

«Οι premium τροφές για κατοικίδια για παράδειγμα είχαν μια καλή χρονιά. Φαίνεται ότι εξακολουθούμε να αγοράζουμε τα καλύτερα για τα κατοικίδιά μας, ακόμη και αν χρειαστεί να περιορίσουμε τα προσωπικά μας έξοδα» δηλώνει η ίδια.

Οι νοσταλγοί επισκέπτες επισημαίνουν επίσης την τάση συρρίκνωσης – όταν ένα αντικείμενο μπορεί να κοστίζει το ίδιο, αλλά είναι μικρότερο από πριν.

«Οι άνθρωποι δείχνουν και λένε ότι τα πράγματα ήταν σίγουρα μεγαλύτερα και ίσως με περισσότερη ποσότητα κατά το παρελθόν» υπογραμμίζει η Terry.

Διαβάστε περισσότερα