Σύμφωνα με την 14η ετήσια παγκόσμια έρευνα HSBC Expat Explorer, στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι από 20.000 άνθρωποι που ζουν και εργάζονται μακριά από την πατρίδα τους, 7 στους 10 εκπατρισμένους στην Ελλάδα νιώθουν ότι η ποιότητα της ζωής τους είναι καλύτερη σε σύγκριση με τη χώρα τους.
Αρκετοί (61%) ερωτηθέντες στην Ελλάδα διαπιστώνουν ότι η ισορροπία μεταξύ της προσωπικής και της επαγγελματικής τους ζωής έχει βελτιωθεί σε σχέση με την πατρίδα τους, με την Ισπανία και την Κύπρο να συγκεντρώνουν μεγαλύτερο ποσοστό (73%). Στο συγκεκριμένο θέμα η Νέα Ζηλανδία (77%) και η Αυστραλία (74%) καταλαμβάνουν τις πρώτες θέσεις στον κόσμο.
Οι μεσογειακές χώρες αξιολογούνται ανάμεσα στους κορυφαίους προορισμούς για να μετακομίσει κάποιος με σκοπό να βελτιώσει την ποιότητα της ζωής του. Η Ισπανία κατατάσσεται πρώτη (66%), ενώ ακολουθούν η Κύπρος (64%) και η Πορτογαλία (62%). Η Ελλάδα, αν και βρίσκεται πίσω από αυτές τις μεσογειακές χώρες, συγκεντρώνει σχετικά υψηλό ποσοστό στη συγκεκριμένη ερώτηση, το οποίο φτάνει το 40% σε σύγκριση με τον παγκόσμιο μέσο όρο (35%).
Οι ερωτώμενοι θέτουν ως προτεραιότητα την προσωπική τους ζωή σε σύγκριση με τους πιο παραδοσιακούς λόγους για τους οποίους κάποιος αποφασίζει να μετακομίσει για να εργαστεί σε άλλη χώρα, όπως η επαγγελματική ανέλιξη (14% στην Ελλάδα έναντι 34% παγκοσμίως) ή η ανάπτυξη του επαγγελματικού δικτύου (11% στην Ελλάδα έναντι 31% παγκοσμίως). Σε γενικές γραμμές η τοπική κοινωνία και η κουλτούρα βρίσκονται στην κορυφή των προτεραιοτήτων των εκπατρισμένων για τον επόμενο χρόνο. Συγκεκριμένα, μέσα στον επόμενο χρόνο τα εκπατρισμένα στελέχη στην Ελλάδα θεωρούν ότι θα καταφέρουν:
- να γνωρίσουν νέους φίλους (52% στην Ελλάδα έναντι 45% παγκοσμίως)
- να κατανοήσουν και να εξερευνήσουν την τοπική κουλτούρα (52% έναντι 47%)
- να βγουν περισσότερο έξω (49% έναντι 41%)
- να ταξιδέψουν περισσότερο (46% έναντι 47%)
- να ξεκινήσουν μια νέα δραστηριότητα στον ελεύθερό τους χρόνο (38% έναντι 33%).
Η έρευνα αναδεικνύει ότι τα εκπατρισμένα στελέχη αποδείχτηκαν ανθεκτικά κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Η πλειοψηφία των ερωτηθέντων στην Ελλάδα, ποσοστό 56% (έναντι 42% παγκοσμίως), υποστηρίζουν ότι κατάφεραν να συνεχίσουν να φροντίζουν την υγεία τους ενώ σε ποσοστό 39% (έναντι 36% παγκοσμίως) συνέχισαν να περνούν χρόνο στο ύπαιθρο.
Ορισμένοι εκπατρισμένοι βελτίωσαν τη σωματική τους κατάσταση και την ψυχική τους ευεξία από τότε που μετακόμισαν στο εξωτερικό. Σχεδόν οι μισοί (48%) ερωτώμενοι στην Ελλάδα δήλωσαν ότι νιώθουν περισσότερο υγιείς σωματικά και 46% ότι η ψυχική τους ευεξία έχει βελτιωθεί από τότε που ήρθαν στη χώρα μας, με τα αντίστοιχα ποσοστά παγκοσμίως να είναι 35% και 30%.
Δεν αλλάζουν μόνο οι προτεραιότητες των στελεχών που ζουν εκτός της χώρας τους αλλά νιώθουν και αισιόδοξοι για τον επόμενο χρόνο παρά την αβεβαιότητα των τελευταίων 18 μηνών. Στην Ελλάδα το ποσοστό των αισιόδοξων φτάνει το 67% – ελαφρώς υψηλότερο από τον παγκόσμιο μέσο όρο (65%). Ο βασικός λόγος για τον οποίο νιώθουν αισιόδοξοι είναι η ελπίδα τους να επιστρέψουν στην κανονικότητα (74% στην Ελλάδα και 75% παγκοσμίως).
Παγκοσμίως αλλά και στην Ελλάδα, περισσότερα από τα δύο πέμπτα των εκπατρισμένων στελεχών, πιστεύουν ότι οι κοινωνίες στις οποίες ζουν έγιναν πιο υποστηρικτικές κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Οι κοινωνίες σε Ιρλανδία και Νέα Ζηλανδία (67%) βρίσκονται στην κορυφή ως οι πιο υποστηρικτικές παγκοσμίως, με την Ελλάδα να συγκεντρώνει υψηλά ποσοστά σε αυτόν τον τομέα καταγράφοντας 55% έναντι 45% του παγκοσμίου μέσου όρου.
Παρά τη συνεχιζόμενη αστάθεια σχετικά με τη γεωγραφική κινητικότητα, η έρευνα αναδεικνύει ότι το 37% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα ένιωσαν «σαν στο σπίτι τους» σχεδόν αμέσως – ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από τον παγκόσμιο μέσο όρο (23%).