Κάποια αυτοφυή μαργαρίτα φαίνεται πως μαδάνε στην κυβέρνηση Νίκου Χριστοδουλίδη στην Κύπρο, αναφορικά με τη συμμετοχή τους ή όχι στο μετοχικό κεφάλαιο του Great Sea Interconnector, της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης -Κύπρου-Ισραήλ.
Από την πλήρη άρνηση προ ημερών, τώρα η Λευκωσία, δείχνει να το ξανασκέφτεται.
Η κυβέρνηση Χριστοδουλίδη φαινόταν πλήρως αρνητική ως προς στο σενάριο εισόδου της στο μετοχικό κεφάλαιο του Great Sea Interconnector, θέτοντας ως όρο την αξιολόγηση της μελέτης κόστους – οφέλους από ξένο οίκο, τώρα φαίνεται να το συζητά.
Όμως σε χθεσινή επιστολή του υπ. Ενέργειας της Κύπρου Γιώργου Παπαναστασίου προς τον CEO του ΑΔΜΗΕ, Μάνο Μανουσάκη, η κυπριακή πλευρά αλλάζει στάση και εκφράζει για πρώτη φορά εδώ και καιρό, ενδιαφέρον να μπει στο μετοχικό κεφάλαιο του έργου και να συζητήσει τις τεχνικές λεπτομέρειες για το πώς θα γίνει αυτό.
Θέλει όμως να είναι συνιδιοκτήτης του asset και να συνδιαχειρίζεται υπό την αίρεση πάντα της έγκρισης της μελέτης κόστους – οφέλους (CBA) από διεθνή οίκο, η οποία ωστόσο φαίνεται να περνά σε δεύτερη μοίρα.
Στην επιστολή, η κυπριακή πλευρά φέρεται έτοιμη για συγκεκριμένη συζήτηση με τον φορέα υλοποίησης του έργου, τον ΑΔΜΗΕ, για τη συμμετοχή της. Δεν γνωρίζει όμως κανείς αν μετά από λίγες ημέρες θα ανακρούσει ξανά πρύμναν, όπως έχει συμβεί τόσες φορές στο παρελθόν.
Θα βάλουν τελικά τα 100 εκατομμύρια ή θα την πληρώσουν οι καταναλωτές;
Το γεγονός ωστόσο ότι δεν θα καταβάλει την επιδότηση 100 εκατ. και ότι βρίσκεται σε συζητήσεις με τη Κομισιόν για να αξιοποιήσει ισόποσο δάνειο από το Ταμείο Ανάκαμψης ως συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο του Great Sea Interconnector, σημαίνει αναπόφευκτη επιβάρυνση για τους καταναλωτές.
Διότι το ποσό αυτό αφαιρείται από το κομμάτι των κατασκευαστικών εργασιών και των επιδοτήσεων που είχε εξασφαλίσει το έργο, και οι οποίες μαζί με τους ευρωπαϊκούς πόρους των 657 εκατ ευρώ, έφταναν τα 750 εκατ ευρώ.
Εφόσον βγουν τα 100 εκατομμύρια δημιουργείται μια σοβαρή «τρύπα» στο συνολικό ποσό των επιχορηγήσεων, την οποία κάποιοι θα πρέπει να καλύψουν.
Το ποσό που αφορά τη κοινωνικοποίηση μέρους του κόστους του project θα πρέπει με απόφαση των ρυθμιστών να αυξηθεί και τη διαφορά να πληρώσουν οι Κύπριοι και Ελληνες καταναλωτές.
Βάση, αποτελεί η κατανομή επιμερισμού της αρχικής συμφωνίας (Cross Border Cost Allocation-CBCA) του 2017, σύμφωνα με την οποία το 63% θα επιβαρύνει τους Κύπριους καταναλωτές και το υπόλοιπο 37% τους Ελληνες.
Αυτό σημαίνει ότι εφόσον δεν αλλάξει το 63%-37%, τότε θα υπάρξει μια αναλογική επιβάρυνση. Οι μεν Κύπριοι θα χρεωθούν με επιπλέον 63 εκατ ευρώ και οι Ελληνες με 37 εκατ. ευρώ.
Κρίσιμη επομένως σε αυτή τη συγκυρία είναι η τηλεδιάσκεψη, που θα έχουν εκπρόσωποι της Κομισιόν με τον ΑΔΜΗΕ και τους δύο ρυθμιστές της Ελλάδας και της Κύπρου.
Σε αυτήν θα συζητηθεί τόσο το θέμα των 100 εκατομμυρίων, όσο και η ανάγκη καθορισμού ενός χρονοδιαγράμματος για την έκδοση των ρυθμιστικών αποφάσεων που εκκρεμούν, ώστε να εκλείψει ο ρυθμιστικός κίνδυνος και να προχωρήσει απρόσκοπτα το έργο.
Το πιθανότερο σενάριο εδώ, υπό το φως των νέων δεδομένων, είναι ότι οι δύο ρυθμιστές θα τροποποιήσουν τη CBCA του 2017 και οι καταναλωτές θα βρεθούν αντιμέτωποι με κατά τι πιο αυξημένα τέλη χρήσης δικτύου.
Στην ουσία, η ΕΕ καλεί τους δύο ρυθμιστές ΡΑΑΕΥ και ΡΑΕΚ να συμφωνήσουν σε ένα χρονολόγιο έκδοσης των αποφάσεων εντός των χρονοδιαγραμμάτων που έχει θέσει το ίδιο το πλαίσιο του έργου.
Είναι μια από τις πολλές κινήσεις που λαμβάνουν χώρα το τελευταίο διάστημα, μεταξύ των οποίων και επιστολή που εστάλη από την ελληνική κυβέρνηση προς τη ΡΑΑΕΥ, μέσω της οποίας στηρίζει το έργο και τη γρήγορη απεμπλοκή του.
Το αποτέλεσμα θα μετρήσει
Το κατά πόσο οι διαβουλεύσεις των τελευταίων ημερών, οι συζητήσεις της ελληνικής με τη κυπριακή κυβέρνηση και οι πρόσφατες επαφές του ΑΔΜΗΕ στη Κύπρο με το κόσμο της βιομηχανίας και τους μεγάλους καταναλωτές, έχουν βοηθήσει ώστε να γίνει περισσότερο κατανοητό ότι το έργο είναι επωφελές για το νησί, μένει να φανεί.
Ουκ ολίγες φορές στο παρελθόν, η κυπριακή πλευρά είχε δείξει σημάδια πολιτικής βούλησης να «τρέξουν» οι διαδικασίες, ωστόσο στη πορεία επικράτησε μια επαμφοτερίζουσα στάση και το όποιο καλό κλίμα ανατράπηκε, δίνοντας τη θέση του στη δυσπιστία και φέρνοντας πιο κοντά το αδιέξοδο.
Πότε και γιατί υπαναχώρησε η Κύπρος
Η απόφαση της κυβέρνησης Χριστοδουλίδη με την οποία υπαναχωρούσε από παλαιότερη δέσμευση της Κυπριακής Δημοκρατίας να καταβάλει για το έργο ως επιδότηση 100 εκατ. ευρώ, δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία.
Ενώ η προηγούμενη κυβέρνηση Αναστασιάδη, είχε αποφασίσει να δώσει επιδότηση 100 εκατ. στο έργο, ακολουθώντας τη συμφωνία με τον Euroasia Interconnector, τον προηγούμενο φορέα υλοποίησης, η παρούσα φαίνεται να έχει άλλη πρόθεση.
Φημολογείται ότι επιθυμεί να αξιοποιήσει το παραπάνω ποσό για να αποκτήσει συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο του έργου, εφόσον φυσικά πρώτα, αξιολογηθεί από διεθνή οίκο, η μελέτη κόστους οφέλους που παρουσίασε πρόσφατα ο ΑΔΜΗΕ, όπως έχει δηλώσει ότι θα κάνει η Λευκωσία.
Η Λευκωσία βρίσκεται σε συζητήσεις με τη Κομισιόν για να αξιοποιήσει δάνειο 100 εκατ. ευρώ που θα πάρει από το Ταμείο Ανάκαμψης ως συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο του Great Sea Interconnector.
Το ποσό αυτό ωστόσο αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι των κατασκευαστικών εργασιών και των επιδοτήσεων που είχε εξασφαλίσει το έργο, και οι οποίες μαζί με τους ευρωπαϊκούς πόρους των 657 εκατ ευρώ, έφταναν τα 750 εκατ ευρώ. Εχοντας αυτά τα δεδομένα ανέλαβε ο ΑΔΜΗΕ το έργο από τον Euroasia Interconnector, με αυτά ως βάση, συζητά τόσο καιρό με τις τράπεζες για τη χρηματοδότηση του έργου συνολικού προϋπολογισμού 2 δισ ευρώ.
Το ποσό που αφορά τη κοινωνικοποίηση μέρους του κόστους του project θα πρέπει να αυξηθεί.
Οι παλινωδίες της κυπριακής πλευράς απειλούν να περιπλέξουν έτι περαιτέρω τα πράγματα, καθώς αν το ποσό των επιδοτήσεων μείνει στα 657 εκατ. ευρώ που έχει εγκρίνει η Κομισιόν μέσω του Connecting Facility Europe (CEF), τότε οι ρυθμιστές θα πρέπει να αναθεωρήσουν την ίδια τη συμφωνία διασυνοριακής κατανομής κόστους του project (Cross Border Cost Allocation-CBCA) του Οκτωβρίου 2017.
Είναι η αρχική συμφωνία για τον επιμερισμό του κόστους, βάσει της οποίας το 63% θα επιβαρύνει τους Κύπριους καταναλωτές και το υπόλοιπο 37% τους Ελληνες.
Η επιστολή Μανουσάκη
Σε νέα του επιστολή προς τη κυπριακή κυβέρνηση, ο διευθύνων σύμβουλος του ΑΔΜΗΕ, Μ.Μανουσάκης αναφέρει ότι αν τελικά η στήριξη του έργου περιοριστεί στα 657 εκατ. ευρώ, τότε το κενό θα πρέπει να καλυφθεί με ρυθμιστικές αποφάσεις που θα επιβαρύνουν αναλογικά τους καταναλωτές της Ελλάδας και της Κύπρου. Εκείνοι θα κληθούν να πληρώσουν το υπόλοιπο CAPEX του έργου.
Σε ένα τέτοιο σενάριο, όπου θα χρειαστεί να αναθεωρηθεί το CBCA, τότε, όπως εξηγούν άνθρωποι με γνώση του έργου, η κατανομή του κόστους μπορεί να φτάσει σε εξαιρετικά επιβαρυντικά επίπεδα για τους Κυπρίους καταναλωτές. Και το 63% – 37% να γίνει ακόμη και 80% η κυπριακή πλευρά και 20% η ελληνική.
Καθώς ο επιμερισμός 63% (Κύπριοι), 37% (Ελληνες), που προέβλεπε το αρχικό CBCA του 2017, στηρίζονταν στο σκεπτικό ότι δεν υπήρχε τότε ο «Αριάδνη Interconnector», δηλαδή το τμήμα Αττική-Κρήτη.
Έως και το 2017, ο Euroasia Interconnector έφτανε μέχρι και την Αττική. Το τμήμα προς τη Κρήτη αποφασίστηκε να γίνει ξεχωριστό στα τέλη του 2019. Το αρχικό όμως σχέδιο για τη διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου προέβλεπε ότι τα δίκτυα των δύο χωρών θα ενώνονταν στην Αττική, όχι στη Δαμάστα Ηρακλείου, όπως σήμερα. Κατ’ αυτό το τρόπο δικαιολογήθηκε τότε και η επιβάρυνση 37% για τους Ελληνες καταναλωτές, ακριβώς επειδή το Κρήτη – Αττική αποτελούσε αναπόσπαστο τμήμα του όλου έργου. Εδώ και όμως πέντε χρόνια, η παραπάνω διασύνδεση έχει αποκοπεί από τον αρχικό κορμό και πλέον βρίσκεται σε φάση ολοκλήρωσης.
Εφόσον ξαναγίνει από την αρχή ο επιμερισμός του κόστους, η κυπριακή πλευρά κινδυνεύει να επιβαρυνθεί υπέρμετρα, ενώ η ελληνική πλευρά ίσως επωμιστεί ποσοστό ακόμη και κάτω του 20%.
Η Κύπρος είναι αυτή που χρειάζεται επειγόντως τη διασύνδεση για να βγει από την ενεργειακή της απομόνωση και να βρίσκει διέξοδο προς την ενιαία ευρωπαική αγορά η τοπική παραγωγή έργων ΑΠΕ. Εκείνη είναι επίσης που πληρώνει κάθε χρόνο 275 εκατ. ευρώ για την αγορά δικαιωμάτων ρύπων, όσο ζητά σταθερά τη τελευταία διετία η ΑΗΚ.
Ποιο λόμπι δεν θέλει το έργο;
«Κάποιοι δεν θέλουν το έργο, άρα μπαίνει ολοένα και περισσότερο σε πιο θολά νερά, ωστόσο το ερώτημα είναι ποιος θα αναλάβει την ευθύνη αν τελικά επιμείνουν οι δισταγμοί των Κύπριων και η στάση της Λευκωσίας έχει ως αποτέλεσμα να επιβαρυνθούν οι καταναλωτές με επιπλέον 100 εκατ ευρώ» λένε στη Λευκωσία και υπαινίσσονται ενεργειακά λόμπι που αντιδρούν.
Υπάρχουν φωνές στη Κύπρο που χαρακτηρίζουν ανήκουστο να πρέπει να πληρώσουν οι καταναλωτές ένα έργο κατά το στάδιο της κατασκευής του, χωρίς δηλαδή ακόμη να έχει κατασκευαστεί.
Αλλάζουν διαρκώς γνώμη στη Λευκωσία
Ορατό είναι το ενδεχόμενο οι καταναλωτές ρεύματος σε Κύπρο και Ελλάδα να κληθούν να πληρώσουν επιπρόσθετο ποσό 100 εκατ. ευρώ για το κατασκευαστικό κόστος της ηλεκτρικής διασύνδεσης που προωθεί ο ΑΔΜΗΕ, μέσω του Great Sea Interconnector.
Όμως, ακόμα και αν κάτι τέτοιο συμφωνηθεί μεταξύ των ρυθμιστικών αρχών Κύπρου και Ελλάδας, των αρμόδιων υπουργείων και του ΑΔΜΗΕ, θα απαιτήσει την τροποποίηση της ρυθμιστικής απόφασης για διασυνοριακό επιμερισμό του κόστους –CBCA (Cross-Border Cost Allocation), κάτι που προκαλεί ανησυχίες στους εμπλεκόμενους φορείς ότι δυνατό να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου και για άλλες τροποποιήσεις, για παράδειγμα για θέματα που άπτονται του ποσοστού αποπληρωμής κόστους από τους Κύπριους (63%) και Ελλαδίτες (37%) καταναλωτές.
Οι πληροφορίες του ‘Φιλελευθέρου’ αναφέρουν ότι η κυπριακή Κυβέρνηση βρίσκεται σε διαδικασία ενημέρωσης της Κομισιόν για την απόφαση να αξιοποιήσει το δάνειο των 100 εκατ. ευρώ που θα πάρει από το Ταμείο Ανάκαμψης ως συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο του Great Sea Interconnector και όχι ως δική της χορηγία (δωρεά) για την κατασκευή του έργου, μαζί με τα 657 εκατ. που χορηγεί για τον ίδιο σκοπό η ΕΕ.
Η απόφαση αυτή όμως θα υλοποιηθεί από την Κυβέρνηση στην περίπτωση που η μελέτη κόστους-οφέλους που θα καταθέσει το επόμενο διάστημα ο ΑΔΜΗΕ κριθεί -και από ανεξάρτητο διεθνή οίκο- ότι οδηγεί σε ένα έργο που εξυπηρετεί τα συμφέροντα της χώρας και των καταναλωτών.
Η προηγούμενη Κυβέρνηση είχε αποφασίσει να δώσει τα 100 εκατ. της δανειοδότησης από το Ταμείο Ανάκαμψης ως χορηγία στον EuroAsia. Και αυτό προβλέπει το εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης.
Η σημερινή Κυβέρνηση, όμως, επιθυμεί να αξιοποιήσει τα χρήματα για να αποκτήσει ρόλο και λόγο στην εταιρεία που θα υλοποιήσει το έργο και -όταν λειτουργήσει η διασύνδεση- να προσβλέπει και σε έσοδα (μέρισμα) από τη μεταφορά ηλεκτρισμού.
Αν αυτή θα είναι η τελική απόφαση της κυπριακής Κυβέρνησης, θα προκληθεί αδυναμία συμμόρφωσης του ΑΔΜΗΕ με το υφιστάμενο CBCA, το οποίο προβλέπει ότι 750 εκατ. ευρώ από το συνολικό κόστος του έργου (1,94 δισ.) πρέπει να καταβληθούν από χορηγίες και το υπόλοιπο ποσό να το πληρώσουν οι καταναλωτές στην Κύπρο (κατά 63%) και οι καταναλωτές στην Ελλάδα (37%).
Για την ώρα, όμως, οι χορηγίες για το έργο ανέρχονται στα 657 εκατ. που είχε αποφασίσει να προσφέρει η ΕΕ. Παρόλο ότι το κόστος του έργου αναθεωρήθηκε από 1,5 δισ. σε 1,9 δισ., η ΕΕ δεν προτίθεται να αυξήσει τη χορηγία που είχε ανακοινώσει. Και ούτε οι ρυθμιστές (ΡΑΕΚ και ΡΑΕ) προσάρμοσαν στο 50% (που ήταν αρχικά) το ποσοστό των χορηγιών στο αναθεωρημένο κόστος υλοποίησης του έργου.
Υπολείπονται λοιπόν 100 εκατ. ευρώ για να ικανοποιηθεί ο όρος στο CBCA που μιλά για 750 εκατ. ως χορηγίες. Έως πρόσφατα, ΡΑΕΚ, ΡΑΕ, EuroAsia (και τώρα ο ΑΔΜΗΕ) θεωρούσαν ότι το κενό των 100 εκατ. θα καλυπτόταν από τα 100 εκατ. που υποσχέθηκε η Κυβέρνηση Αναστασιάδη στον προηγούμενο Φορέα Υλοποίησης, μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης.
Υπό το φως του νέου προσανατολισμού της κυβέρνησης Χριστοδουλίδη, το κενό των 100 εκατ. στις χορηγίες δεν θα καλυφθεί από το Ταμείο Ανάκαμψης. Ποιος θα το καλύψει; Πιθανότατα οι καταναλωτές ηλεκτρισμού.
Η πληροφόρηση του ‘Φιλελευθέρου’ αναφέρει πως για το πρόβλημα που επισημαίνουν οι δύο ρυθμιστικές αρχές είναι ενήμερη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όπως επίσης ο ΑΔΜΗΕ και οι δύο κυβερνήσεις. Ο ΑΔΜΗΕ πληροφορύμαστε ότι την περασμένη εβδομάδα ζήτησε από την Κυβέρνηση να ξεκαθαρίσει το ζήτημα το ταχύτερο: Δηλαδή, να αποφασίσει η κυβέρνηση κατά πόσο θα καταβάλει ή όχι 100 εκατ. ως χορηγία για να συμπληρωθούν τα 750 εκατ. που απαιτεί το CBCA.
Όπως προαναφέραμε, δεν είναι αυτή η πρόθεση σήμερα της Κυβέρνησης, η οποία θέλει τα 100 εκατ. που θα δανειστεί για το έργο να τα διαθέσει όχι ως δωρεά προς τον Φορέα Υλοποίησης, αλλά ως το μέσο για απόκτηση μετοχικού κεφαλαίου και οικονομικής απόδοσης, αν μετά το 2030 το έργο λειτουργήσει επιτυχώς.
Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν πως εφόσον η κυβέρνηση ικανοποιηθεί από τη μελέτη κόστους-οφέλους που διενήργησε η Exergia για λογαριασμό του ΑΔΜΗΕ και οριστικοποιήσει την απόφαση για συμμετοχή στη μετοχική δομή του Great Sea Interconnector, τότε θα ασκηθούν πιέσεις στους δύο ρυθμιστές να τροποποιήσουν το CBCA, ώστε αντί 750 εκατ. χορηγίες να απαιτούνται 657 εκατ., όσα και η χορηγία της ΕΕ. Με αυτό τον τρόπο, τα 100 εκατ. που… λείπουν θα τα πληρώσουν μέσω των λογαριασμών ρεύματος οι καταναλωτές, μαζί με τα άλλα 1,2 δισ. ευρώ που λείπουν από την εξίσωση.
Ανοικτό παραμένει το καυτό ζήτημα της ανάκτησης εξόδων από τον ΑΔΜΗΕ, ο οποίος εξακολουθεί να πιέζει τη ΡΑΕΚ για λήψη απόφασης ώστε ο Φορέας Υλοποίησης να έχει έσοδα -μέσω των καταναλωτών ρεύματος- από την πρώτη μέρα έναρξης του έργου, η οποία από τον ΑΔΜΗΕ θεωρείται η 1/1/2024. Πιέσεις προς την ίδια κατεύθυνση ασκεί -και μάλιστα έντονες- και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Η ΡΑΕΚ έχει ξεκαθαρίσει πως δεν πρόκειται να λάβει απόφαση για την έναρξη της χρέωσης των καταναλωτών σε αυτή τη φάση, αν δεν λάβει και αξιολογήσει όλα τα στοιχεία που ζήτησε -και εν μέρει έλαβε- από τον ΑΔΜΗΕ για τα οικονομικά δεδομένα και τους τεχνικούς ή άλλους κινδύνους του έργου, ώστε να αποτραπεί άδικη χρέωση ή υπερχρέωση των καταναλωτών.
Οι πληροφορίες μας αναφέρουν ότι θέση της ΡΑΕΚ είναι ότι πριν από οποιαδήποτε απόφαση που θα επηρεάσει τα συμφέροντα των καταναλωτών με πιθανές αδικαιολόγητες χρεώσεις θα πρέπει να αξιολογηθούν όλα τα απαραίτητα δεδομένα που οφείλει να καταθέσει ο Φορέας Υλοποίησης ενώπιόν της. Σε αυτά περιλαμβάνεται και η τελική ανάλυση κόστους-οφέλους από τον ΑΔΜΗΕ.