Ευχάριστη έκπληξη αποτέλεσε η δύναμη που έδειξαν, ιδιαίτερα στις αρχές της εβδομάδας, οι τραπεζικές μετοχές, στέλνοντας ηχηρό μήνυμα στην αγορά ότι τα οικονομικά αποτελέσματα για το πρώτο τρίμηνο του 2024 που θα ανακοινωθούν τις επόμενες ημέρες θα εκπλήξουν θετικά, ενώ και τα μηνύματα που καταφθάνουν από την Φρανκφούρτη και τον Ευρωπαίο Επόπτη στο ζήτημα της διανομής μερίσματος στους μετόχους είναι ιδιαιτέρως θετικά.
Έμπειροι τραπεζικοί και χρηματιστηριακοί αναλυτές κάνουν λόγο για ευχάριστη έκπληξη στο μέτωπο του Χ.Α., αιφνιδιάζοντας θετικά επαγγελματίες των αγορών και επενδυτές, αρκετοί εκ των οποίων «έχασαν» αυτό το απρόβλεπτο ράλι.
Οι ίδιες πηγές προσθέτουν ότι οι πρόσφατοι γεωπολιτικοί κλυδωνισμοί λειτούργησαν απλώς ως αφορμή για καλή διόρθωση στις αγορές -και στο ελληνικό χρηματιστήριο, αλλά το ανοδικό momentum συνεχίζεται ακάθεκτο. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι το Χ.Α. βρήκε την ευκαιρία να «σπάσει» αντιστάσεις που κρατούσαν χρόνια, πετυχαίνοντας στα μέσα της εβδομάδας νέο ρεκόρ 13 ετών.
Η απρόσμενη αναβάθμιση της προοπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας από σταθερή σε θετική από την Standard and Poor’s την περασμένη εβδομάδα απλώς ήρθε να καταδείξει περίτρανα ότι οίκοι παγκοσμίου κύρους «διαβάζουν» διαφορετικά τις εξελίξεις αναφορικά με την πορεία της Ελλάδας, εστιάζοντας στη μεγάλη εικόνα.
Αυτός είναι και ο λόγος που ένα σημαντικό κομμάτι των εγχώριων επενδυτών, ιδιωτών αλλά και των λίγων θεσμικών, έχει χάσει το μεγαλύτερο κομμάτι του ράλι της αγοράς, με τους ξένους να κάνουν πάρτι, καθώς, θυμίζουμε, το 2024 είναι το τέταρτο διαδοχικό έτος ανόδου της αγοράς.
Αδιάψευστοι μάρτυρες η εντυπωσιακή ζήτηση που κατεγράφη μέσα στην εβδομάδα τόσο στην έκδοση του ελληνικού δημοσίου όσο και σε αυτή της Eurobank. Σε περίοδο διεθνούς γεωπολιτικής αβεβαιότητας η έκδοση 30ετούς ομολόγου από το ελληνικό δημόσιο υπερκαλύφθηκε κατά 11 φορές, καθώς οι προσφορές των επενδυτών ξεπέρασαν τα 33 δισ. ευρώ, ενώ το επιτόκιο διαμορφώθηκε σε επίπεδο που πιστοποιεί την επενδυτική βαθμίδα και συγκρίνεται ευθέως με τα αντίστοιχα επιτόκια άλλων χωρών της Ευρωζώνης.
Την ίδια στιγμή η νέα έξοδο της Eurobank στις αγορές, με 7ετές senior preferred ομόλογο συνοδεύτηκε από ισχυρή ζήτηση που υπερκάλυψε την έκδοση κατά περισσότερο από δύο φορές. Ειδικότερα, το βιβλίο του ομολόγου έκλεισε έχοντας συγκεντρώσει προσφορές ύψους άνω του 1,4 δισ. ευρώ με την τράπεζα να αντλεί 650 εκατ. ευρώ. Σε αυτό το κλίμα, η τιμολόγηση του κουπονιού της έκδοσης υποχώρησε στο 5% από τις αρχικές σκέψεις στην περιοχή του 5,25%.
Ορόσημο τα αποτελέσματα του Α Τριμήνου
Υπ’ αυτές τις συνθήκες το ενδιαφέρον της αγοράς στρέφεται την Μεγάλη Εβδομάδα στις ανακοινώσεις των πρώτων οικονομικών αποτελεσμάτων για το πρώτο τρίμηνο του 2024 από πλευράς των τραπεζών.
Την αρχή κάνει η Τράπεζα Πειραιώς την Μ. Τρίτη το πρωί και ακολουθεί την Μ. Τετάρτη η Εθνική Τράπεζα. Η αγορά έχει ήδη προεξοφλήσει ότι τα οικονομικά αποτελέσματα των τραπεζών θα είναι ισχυρά κάνοντας λόγο για αντιστοιχία με το Δ’ τρίμηνο του 2023 ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά το κομβικό σημείο των επιτοκιακών εσόδων, λόγω αργής μεταστροφής της καταθετικής βάσης σε προθεσμιακές.
Ωστόσο οι τελευταίες πληροφορίες θέλουν τα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου να «κρύβουν» και μερικές ακόμη εκπλήξεις.
Συγκεκριμένα συνολικά το θέμα που απασχολεί παραδοσιακά τα τελευταία χρόνια τους επενδυτές και που δεν είναι άλλο από την εξέλιξη των κόκκινων δανείων εξελίσσεται πέραν πάσης προσδοκίας.
Καλά πληροφορημένες πηγές τονίζουν ότι ο ρυθμός παραγωγής νέων κόκκινων δανείων διαμορφώνεται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, κατά τους πρώτους μήνες της φετινής χρονιάς, εξέλιξη κομβική για το businessstoryπου τροφοδοτούν σταθερά τους τελευταίους μήνες οι Έλληνες τραπεζίτες, όταν για το ίδιο ζήτημα η ανησυχία είναι αρκετά έντονη σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Ως εκ τούτου οι προβλέψεις για κόστος πιστωτικού κινδύνου θα είναι πιο ασφαλείς ενώ αν η τάση συνεχιστεί, δημιουργείται ένα δεύτερο -μικρότερο- «μαξιλάρι» μετά τα επιτοκιακά έσοδα.
Ανησυχία Στουρνάρα
Ωστόσο την περασμένη Πέμπτη ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας έκρουσε για πολλοστή φορά τον «κώδωνα του κινδύνου» σε ό,τι αφορά την εξέλιξη των κόκκινων δανείων.
Στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας επισημαίνεται ότι η διατήρηση του πληθωρισμού σε υψηλό ακόμη επίπεδο, σε συνδυασμό με τα αυξημένα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ και την επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης, δοκιμάζει την ανθεκτικότητα των νοικοκυριών και επιχειρήσεων και ενδέχεται να συμβάλει στη δημιουργία νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Μάλιστα στην Έκθεση επισημαίνεται ότι οι κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα αποκλιμακώθηκαν το β΄ εξάμηνο του 2023, ωστόσο παραμένουν προκλήσεις, όπως ο κίνδυνος απότομης ανατιμολόγησης των περιουσιακών στοιχείων στις διεθνείς αγορές χρήματος και κεφαλαίων και οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι, ειδικά μετά την περαιτέρω κλιμάκωση στη Μέση Ανατολή.
Η ΤτΕ επισημαίνει ότι το 2023 το ποσοστό ΜΕΔ των ελληνικών τραπεζών στο σύνολο των δανείων μειώθηκε περαιτέρω (Δεκέμβριος 2023: 6,6%, Δεκέμβριος 2022: 8,7%) με τρεις εκ των τεσσάρων σημαντικών τραπεζών να έχουν ποσοστό ΜΕΔ κάτω από 5%.
Ωστόσο, στις λιγότερο σημαντικές τράπεζες ο δείκτης των ΜΕΔ ως προς το σύνολο των δανείων παραμένει ιδιαίτερα υψηλός και διαμορφώνεται σε 37,6%. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να συνεχιστούν οι ενέργειες που στοχεύουν στην πλήρη εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών και στην επίτευξη σύγκλισης με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (Δεκέμβριος 2023: 1,9%).
Μερίσματα έως 25%
Η επόμενη και ίσως σημαντικότερη θετική είδηση που θα βγει από τα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου είναι ότι τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα δεν θα υποχρεωθούν τελικά να «ψαλιδίσουν» την πολιτική ανταμοιβής μετόχων από τα κέρδη χρήσης 2023. Μετά από μακρά περίοδο προεργασίας με τον επόπτη, οι προς έγκριση αιτήσεις περιλαμβάνουν, σύμφωνα με πληροφορίες, διανομές κερδών αντίστοιχες αυτών, που είχαν προϋπολογίσει στα κεφάλαια και είχαν επικοινωνήσει στην αγορά. Ήτοι, από 10% ως 25% των -προσαρμοσμένων- κερδών.
Όπως έχει γράψε η «Α» οι τράπεζες υπέβαλαν, προ μερικών ημερών, στον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM) τον σχεδιασμό για τη φετινή μερισματική τους πολιτική, ενώ είχε προηγηθεί η παροχή στοιχείων για τη διαδικασία αξιολόγησης της επάρκειας κεφαλαίου, με βασικό και δυσμενές σενάριο. Από τα τέλη Μαρτίου, δηλαδή, τελούσαν σε ανοικτή γραμμή επικοινωνίας με τον επόπτη για παροχή διευκρινίσεων ως προς την κεφαλαιακή τους διάρθρωση.
Υπενθυμίζεται ότι οι τράπεζες έχουν προϋπολογίσει στα κεφάλαιά τους την επίπτωση από τις εξής διανομές: η Τράπεζα Πειραιώς για μέρισμα που αντιστοιχεί ως το 10% (σ.σ. ως 79 εκατ. ευρώ) των κερδών χρήσης 2023, η Alpha Bank ως το 20% και η Εθνική Τράπεζα για μέρισμα το οποίο θα κινηθεί μεταξύ 20% με 30% των καθαρών κερδών 2023 (221 με 332 εκατ. ευρώ).
Τέλος, η Eurobank υποσχέθηκε διανομή μερίσματος τουλάχιστον 25% επί των προσαρμοσμένων καθαρών κερδών χρήσης 2023. Ήτοι, τουλάχιστον 314 εκατ. ευρώ.
Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τα επιχειρησιακά πλάνα που δημοσιοποίησαν πρόσφατα οι ελληνικοί όμιλοι κατά την παρουσίαση των αποτελεσμάτων της χρήσης του 2023, προβλέπεται η διανομή υπό τη μορφή μερίσματος ενός ποσού της τάξης 850 εκατ. ευρώ αθροιστικά. Πρόκειται για το 25% περίπου της περσινής κερδοφορίας. Στόχος των τραπεζών είναι το ποσοστό αυτό να ενισχυθεί έως τα επίπεδα του 50% την επόμενη τριετία.
Το Εποπτικό Συμβούλιο της ΕΚΤ παραμένει επιφυλακτικό ως προς την πλήρη απελευθέρωση της μερισματικής πολιτικής, λόγω της γεωπολιτικής αβεβαιότητας που αυξάνει τους κινδύνους για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, αλλά και των χαμηλότερης ποιότητας κεφαλαίων των εγχώριων συστημικών ομίλων, σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Ωστόσο πηγές από τον κλάδο εμφανίζονται αισιόδοξες για το πράσινο φως του επόπτη, σημειώνοντας πως θα είναι πολύ μεγάλη έκπληξη εάν υπάρξει μπλόκο στους σχεδιασμούς τους. Όπως λένε, τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα έχουν πετύχουν για δύο σερί χρήσεις ετήσια καθαρή κερδοφορία της τάξης των 3,6 δισ. ευρώ, ενώ τουλάχιστον για το 2024 η διατήρησή της σε αυτά τα επίπεδα θεωρείται εύκολη υπόθεση.
Τι θα εξετάσει ο SSM
Μέχρι τις αρχές του καλοκαιριού ο SSM αναμένεται να απαντήσει στα αιτήματα των ελληνικών τραπεζών, ώστε να ακολουθήσουν οι τακτικές γενικές συνελεύσεις των μετόχων τους, κατά πάσα πιθανότητα τέλη Ιουνίου – αρχές Ιουλίου, προς λήψη των απαραίτητων εγκρίσεων.
Στο μικροσκόπιο της Φρανκφούρτης θα μπουν τα εξής:
- Η εξέλιξη των καθαρών κερδών τα επόμενα χρόνια, στη βάση και της προοπτικής αποκλιμάκωσης των ευρωπαϊκών επιτοκίων, που αναπόφευκτα θα έχει αρνητική επίπτωση στην οργανική κερδοφορία των τραπεζών
- Οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας και οι εκτιμήσεις για περαιτέρω ενίσχυσή τους τα επόμενα χρόνια, τόσο με οργανικό τρόπο, μέσω της κερδοφορίας, όσο και με εκδόσεις ομολόγων, οι οποίες θα συνεχιστούν
- Το χρονοδιάγραμμα μείωσης της συμμετοχής των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων (DTC) στους δείκτες κύριων βασικών ιδίων κεφαλαίων (CET1). Σήμερα είναι οι υψηλότεροι στην Ευρωζώνη, κινούμενοι από 44% έως 76%
- Η πορεία των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και οι προοπτικές σύγκλισης με τον μέσο ευρωπαϊκό όρο του 2,3% έναντι 4,04% στην Ελλάδα στο τέλος του 2023
Ανέκαμψαν οι χορηγήσεις τον Απρίλιο
Στα Conference Calls που θα έχουν με του αναλυτές με αφορμή τα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών θα παραδεχθούν ότι ο ρυθμός πιστωτικής επέκτασης του Α΄ τριμήνου δεν ήταν σε καμία περίπτωση ο αναμενόμενος και θα επισημάνουν ότι η αγορά δανείων είναι ουσιαστικά στο «ψυγείο» τους τελευταίους μήνες καθώς η αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής από την ΕΚΤ από τα μέσα του 2022 σε συνδυασμό με τον υψηλό πληθωρισμό και τις γεωπολιτικές αναταράξεις έχουν παγώσει την ζήτηση για τραπεζικές χρηματοδοτήσεις.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τα υπόλοιπα των δανείων υποχώρησαν το 2023 κατά 35% σε ετήσια βάση λόγω κυρίως των αυξημένων πρόωρων αποπληρωμών από αξιόχρεους πελάτες, για μείωση του κόστους εξυπηρέτησης του χρέους τους. Οι τράπεζες βλέποντας την παρατεταμένη αυτή εικόνα επιχείρησαν να αλλάξουν το κλίμα μειώνοντας το περιθώριο κέρδους τους χωρίς ωστόσο ουσιαστικό αποτέλεσμα καθώς η τάση δεν άλλαξε ούτε κατά τους πρώτους μήνες του 2024 με την ζήτηση για νέες χρηματοδοτήσεις από νοικοκυριά και επιχειρήσεις να παραμένει χαμηλή.
Μείωση υπολοίπων δανείων προς τον ιδιωτικό τομέα
Αδιάψευστος μάρτυρας τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, σύμφωνα με τα οποία τα υπόλοιπα των δανείων προς τον ιδιωτικό τομέα είχαν μειωθεί κατά 2,9 δισ. ευρώ μέχρι και το τέλος του περασμένου Φεβρουαρίου, χωρίς μάλιστα να καταγραφούν ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα πρόωρων αποπληρωμών.
Πληροφορίες μάλιστα αναφέρουν ότι υπήρξαν ξένοι μέτοχοι οι οποίοι μπήκαν στις τράπεζες, μέσω των πρόσφατων διαθέσεων πακέτων μετόχων, που απογοητευτούν από τις επιδόσεις Α΄ τριμήνου καθώς ανέμεναν κύμα νέων χορηγήσεων, στα πρότυπα μιας αναδυόμενης οικονομίας.
Σε αυτό το κλίμα οι τραπεζίτες θα απαντήσουν ότι τα στοιχεία Απριλίου δείχνουν ανάκαμψη στις εκταμιεύσεις και οι διοικήσεις θα επαναλάβουν την πίστη τους για επίτευξη των στόχων έτους. Θα θέσουν εκ νέου ψηλά των πήχη της πιστωτικής επέκτασης ανακοινώνοντας στους αναλυτές στόχους για καθαρή πιστωτική επέκταση το 2024 της τάξης των 7 – 8 δισ. ευρώ.
Ισχυρός σύμμαχος των τραπεζών την δεδομένη χρονική στιγμή είναι το δανειοδοτικό σκέλος του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και τα λοιπά αναπτυξιακά προγράμματα που διευκολύνουν την πρόσβαση των επιχειρήσεων στην τραπεζική χρηματοδότηση και εξασφαλίζουν καλύτερους όρους δανεισμού.
Ειδικότερα σε ότι αφορά στις πιστώσεις του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είναι ενδεικτικό ότι το σύνολο των συμβασιοποιημένων δανείων μέσω του ΤΑΑ για το σύνολο των συστημικών τραπεζών ανέρχονταν στο τέλος του 2023 στα 3,5 δισ. ευρώ, ενώ μέχρι το τέλος του εξαμήνου θα έχει τουλάχιστον διπλασιαστεί ξεπερνώντας τα 7 δισ. ευρώ με έμφαση σε χρηματοδοτήσεις επενδυτικών έργων στους τομείς ενέργειας, τουρισμού, logistics, βιομηχανίας, υποδομών, ναυτιλίας και εμπορίου.
Διαχείριση πόρων ύψους €1,6 δισ.
Ενδεικτικά η διοίκηση της Τράπεζας Πειραιώς κατέθεσε μέσα στην εβδομάδα αίτημα λήψης της επόμενης δόσης κεφαλαίων, ύψους €300 εκατ. από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), ύστερα από την επιτυχή απορρόφηση των κεφαλαίων που της έχουν μέχρι σήμερα διατεθεί. Με την κίνηση αυτή η Τράπεζα Πειραιώς έχει αναλάβει τη διαχείριση πόρων Ταμείου Ανάκαμψης συνολικού ύψους €1,6 δισ.
Έως σήμερα η Τράπεζα Πειραιώς έχει ολοκληρώσει τη σύναψη συμβάσεων για τη χρηματοδότηση 83 επενδυτικών σχεδίων, συνολικού προϋπολογισμού €4,78 δισ., αξιοποιώντας τους πόρους του ΤΑΑ ύψους €1,2 δισ. και κεφάλαια της τράπεζας ύψους €1,02 δισ.
Διαβάστε ακόμη:
- Η Μπάρκα και η Καινούριου της Αριστεράς έχουν καταντήσει Ανδρουλάκης και Κασσελάκης
- Για τα μάτια του Κασσελάκη ετοιμάζει ο Λάκης Λαζόπουλος νέο κύκλο του Αλ Τσαντίρι Νιουζ
- Τα «έχει πάρει στο κρανίο» ο Βελόπουλος με τον Άδωνι Γεωργιάδη που τον ξεμπρόστιασε
- Ιταλία: Η Μελόνι υποψήφια στις ευρωεκλογές ενώ παραμένει πρωθυπουργός