Η Υπουργός Οικονομικών των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής στάθηκε στη νέα ιδέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία αποσκοπεί στην απεξάρτηση από τις ρωσικές ενεργειακές προμήθειες, σε σημερινή της τοποθέτηση (17/05).

Ο σχεδιασμός της επιβολής δασμών πρόκειται να αναλυθεί εκτενώς αυτή την εβδομάδα, στην επερχόμενη συνάντηση των Υπουργών Οικονομικών και κεντρικών τραπεζιτών της G7.

«Η Ένωση θα μπορούσε να συνδυάσει εισαγωγικούς δασμούς στο ρωσικό πετρέλαιο με ένα σταδιακό εμπάργκο στην προσπάθειά της να περιορίσει τα ενεργειακά έσοδα της Ρωσίας», ανέφερε η Τζάνετ Γέλεν.

«Στόχος των εμπλεκόμενων πλευρών, η εφαρμογή ενός οικονομικότερου πλάνου διαχείρισης των εισαγωγών ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου, που ταυτόχρονα θα μπορούσε να επιφέρει αποτελέσματα συντομότερα», σύμφωνα με αξιωματούχους του αμερικανικού Υπουργείου Οικονομικών.

«Τούτη η προοπτική έχει ως απώτερο στόχο τη διατήρηση μίας ευρύτερης ροής πετρελαίου στην αγορά από τη Ρωσία, συγκρατώντας τις δυνητικές αυξήσεις των τιμών που θα προκαλούσε ένα καθολικό εμπάργκο.

Ταυτόχρονα, τα έσοδα της Ρωσίας θα μπορούσαν να περιορισθούν», συμπλήρωσαν.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει προτείνει την υλοποίηση εμπάργκο, το οποίο θα μπορούσε να αρχίσει σταδιακά από το επόμενο έτος, ως απάντηση στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία την 24η Φεβρουαρίου· ωστόσο, αρκετές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, μεταξύ των οποίων και η Ουγγαρία, αντιτίθενται σε αυτό, καθότι αποτελούν μέγιστα εξαρτημένα κράτη από τη ρωσική ενέργεια.

Η κ. Γέλεν υποστήριξε ότι «έχει συζητηθεί μία σειρά από διάφορες επιλογές για απεξάρτηση της Ευρώπης, με την Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν», επισημαίνοντας πως «δεν προσπαθούμε να πούμε στους Ευρωπαίους ότι αυτό είναι ό,τι καλύτερο για τα συμφέροντά τους, όμως συζητάμε διάφορες επιλογές για να βρούμε μία λύση».

Ολοκληρώνοντας, υπογράμμισε ότι θα στηρίξει οιοδήποτε σχέδιο προκύψει από οριστική απόφαση της Κομισιόν, αλλά και πως αυτό που έχει σημασία αυτή τη στιγμή, είναι «να περιορισθεί η εξάρτησή της από τις ρωσικές ενεργειακές προμήθειες.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής θα στηρίξουν την Ένωση, ώστε να ανταποκριθεί στις ενεργειακές της ανάγκες».