Προς νέο υψηλό με κοντά 36 εκατομμύρια επιβάτες φέτος, 2 εκατομμύρια επιπλέον σε σχέση με πέρυσι οδεύει η Fraport Greece στα 14 υπό διαχείριση περιφερειακά αεροδρόμια, την ίδια στιγμή που η εταιρεία συνεχίζει και τις επενδύσεις.
Όπως ανέφερε χθες από το βήμα του 7ου συνεδρίου Υποδομών και Μεταφορών – ITC 2024 ο γενικός διευθυντής ανάπτυξης κ. Γιώργος Βήλος, η εταιρεία έχοντας ήδη ολοκληρώσει από το 2017 επενδύσεις ύψους 500 εκατ. ευρώ συνεχίζει το πλάνο ανάπτυξης των υποδομών. Οι επενδύσεις στα 14 περιφερειακά αεροδρόμια ανέρχονται σε 50 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση για περαιτέρω αναβαθμίσεις, ενώ ακόμη 150 εκατ. ευρώ θα διατεθούν μέσω και του Ταμείου Ανάπτυξης για τη συμμόρφωση με τους πλέον σύγχρονους κανόνες ασφαλείας του ΕΑSΑ (Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Αεροπορική Ασφάλεια).
Ενδεικτικά σε σχέση με τις τρέχουσες επενδύσεις, σε τροχιά υλοποίησης βρίσκεται η προμήθεια και εγκατάσταση νέων συστημάτων ραντάρ για Ανδραβίδα και Χανιά, με τον κ. Βήλο να εκτιμά ότι οι εργασίες θα έχουν ολοκληρωθεί σε δύο χρόνια. Επιπλέον «παρακολουθούμε στενά την κίνηση των 14 περιφερειακών αεροδρομίων γιατί σύμφωνα με τη σύμβαση παραχώρησης που έχουμε υπογράψει θα πρέπει να προχωρούμε εγκαίρως σε αναβαθμίσεις υποδομών. Είναι μια άσκηση που τρέχουμε και θα ανακοινώσουμε σύντομα και τα πρώτα αεροδρόμια όπου θα γίνουν περαιτέρω επεκτάσεις των τερματικών σταθμών», όπως ανέφερε ο κ. Βήλος.
Σε σχέση με τις φετινές επιδόσεις των 14 περιφερειακών αεροδρομίων, σύμφωνα με τον ίδιο «το 2024 έχει πάει πολύ καλά, θα κλείσει κοντά στα 36 εκατ. επιβάτες, 2 εκατ. επιβάτες περισσότερους σε σύγκριση με πέρυσι, με μία ανάπτυξη 5,5%- 6%. Αν εστιάσουμε στη θερινή περίοδο, την περίοδο Απριλίου- Αυγούστου έχουμε μία ανάπτυξη κοντά στο 6% με τη διακίνηση επιπλέον 1,3 εκατ. επιβατών εκ των οποίων το 1,1 εκατ. επιβατών ήταν από απευθείας συνδέσεις στα περιφερειακά αεροδρόμια και αυτό είναι ιδιαίτερης σημασίας. Ολη αυτή η εξέλιξη της επιβατικής κίνησης καταδεικνύει ότι μετά τον πανδημία, το ταξίδι εξακολουθεί και παραμένει ψηλά στη λίστα προτεραιοτήτων του ταξιδιωτικού κοινού. Φέτος, στο δίκτυο των 14 περιφερειακών αεροδρομίων οι πιο κερδισμένοι προορισμοί είναι καταρχάς η Ρόδος, τα Χανιά η Κέρκυρα, η Ζάκυνθος αλλά και η Μυτιλήνη. Αναφέρομαι ιδιαίτερα στη Μυτιλήνη γιατί έστω κι αν είναι ένας μικρός προορισμός οι θετικές επιδόσεις αποτελούν ένα απτό αποτέλεσμα της προσπάθειας που έχει γίνει με νέες συνεργασίες και αεροπορικές που ήρθαν στον προορισμό όπως oι Jet2, Corendon, Smartwings κ.τ.λ».
Επισημαίνεται εδώ ότι στο οκτάμηνο Ιανουαρίου- Αυγούστου, η επιβατική κίνηση στα 14 περιφερειακά αεροδρόμια υπό τη διαχείριση της Fraport Greece (Ακτίου, Χανίων, Κέρκυρας, Καβάλας, Κεφαλονιάς, Θεσσαλονίκης, Ζακύνθου, Κω, Μυτιλήνης, Μυκόνου, Ρόδου, Σάµου, Σαντορίνης, Σκιάθου) ανήλθε στα 25,64 εκατ. επιβάτες, σημειώνοντας άνοδο κατά 6,4% σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο. Από τους μεγάλους προορισμούς, το αεροδρόμιο της Ρόδου έφτασε στο οκτάμηνο τα 4,9 εκατ. επιβάτες με ετήσιο ποσοστό ανόδου κατά 13,4%, ενώ στη Μυτιλήνη η συνολική κίνηση ενισχύθηκε κατά 15% αγγίζοντας τα 397 χιλ. επιβάτες στο οκτάμηνο, με την κίνηση εξωτερικού, λίγο πάνω από τις 135 χιλιάδες να σημειώνει άνοδο κατά 46% σχεδόν σε σύγκριση με πέρυσι.
Ερωτηθείς για τη συζήτηση περί υπερ-τουρισμού στην Ελλάδα, ο κ. Βήλος επέστησε την προσοχή αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι «είναι λάθος και ταυτόχρονα επικίνδυνο να λέγεται ότι η Ελλάδα έχει ζήτημα υπερ-τουρισμού γιατί πυροβολούμε στο τέλος της ημέρας τα πόδια της βαριάς βιομηχανίας της χώρας». Σύμφωνα με τον ίδιο, τα όποια ζητήματα εντοπίζονται σε συγκεκριμένους μόνο προορισμούς και συγκεκριμένες χρονικές περιόδους και εάν αθροιστεί η έκταση των προορισμών που αντιμετωπίζουν ζητήματα, τότε αυτή δεν ξεπερνά το 1% της συνολικής έκτασης της χώρας. «Εστω κι αν λέγεται ότι έχει ξεπεραστεί η φέρουσα ικανότητα, ουσιαστικά αυτή δεν έχει μετρηθεί ούτε αποτυπωθεί ποτέ.
Το πρόβλημα θεωρώ είναι απόλυτα μεμονωμένο και χρονικά προσδιορισμένο. Παρόλ΄αυτά, ακόμη και σε αυτή την περίπτωση των προορισμών υπάρχει σαφέστατη έλλειψη υποδομών και επίσης ελλιπής συντήρηση των υφιστάμενων υποδομών– δεν είναι ότι έχουμε εξαντλήσει τα περιθώριά τους. Αυτό που χρειάζεται λοιπόν είναι ένας στρατηγικός σχεδιασμός. Παρατηρείται το φαινόμενο του εφησυχασμού μετά την πανδημία με δεδομένες και τις υψηλές επιδόσεις του ελληνικού τουρισμού που συνεχίζονται και τη φετινή χρονιά. Αυτή την στιγμή η Ελλάδα βρίσκεται στο τοπ 5 των διεθνών τουριστικών brands, ωστόσο δε θα είναι πάντα έτσι και είναι γεγονός ότι υπάρχει τεράστιος, διεθνής ανταγωνισμός μεταξύ των μεγάλων τουριστικών προορισμών».