Οι μικρομεσαίοι –δηλαδή οι μικρές επιχειρήσεις και οι ελεύθεροι επαγγελματίες, η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας– αποτελούν την επόμενη κατηγορία που αναμένεται να ωφεληθεί από το νέο πακέτο φορολογικών ελαφρύνσεων που σχεδιάζει η κυβέρνηση, μετά τα μέτρα στήριξης για οικογένειες με παιδιά, συνταξιούχους και νέους εργαζόμενους.

Στο οικονομικό επιτελείο ωριμάζουν δύο σενάρια: το βασικό και πιο πιθανό προβλέπει μείωση της προκαταβολής φόρου ως άμεσο μέτρο ενίσχυσης της ρευστότητας, ενώ το δεύτερο –εναλλακτικό ή συμπληρωματικό– αφορά χαμηλότερο φορολογικό συντελεστή για πολύ μικρές επιχειρήσεις, υπό την προϋπόθεση επαρκούς δημοσιονομικού χώρου και θετικής πορείας των εσόδων από τη φοροδιαφυγή.

Το πακέτο μέτρων ξεκινά από 700 εκατ. ευρώ και μπορεί να διευρυνθεί έως και 1 δισ. ευρώ, εφόσον τα έσοδα από τη φοροδιαφυγή υπερβούν τον στόχο των 2,2 δισ. ευρώ που έχει εγγραφεί στον Προϋπολογισμό. Οι αλλαγές θα αφορούν τα κέρδη του 2026 και θα αποτυπωθούν στα εκκαθαριστικά του 2027, ενώ πριν από τις τελικές αποφάσεις θα προηγηθεί διάλογος με τους φορείς της αγοράς.

Φορολογικές ελαφρύνσεις: Μείωση προκαταβολής φόρου – Άμεση ανάσα ρευστότητας

Κεντρικό στοιχείο της κυβερνητικής στρατηγικής, όπως έχει επισημάνει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, είναι ότι η προκαταβολή φόρου δημιουργεί σοβαρό πρόβλημα cash flow –ιδίως για τις μικρότερες επιχειρήσεις. Το ώριμο σενάριο προβλέπει μείωση από το 80% στο 55%–60% για επαγγελματίες και πολύ μικρές επιχειρήσεις, ενδεχομένως με κριτήρια καθαρών κερδών.

Πρόκειται για μέτρο που μπορεί να δώσει άμεση ανάσα, περιορίζοντας την προείσπραξη φόρου για μελλοντικά και αβέβαια κέρδη. Παράλληλα, εξετάζεται περαιτέρω ελάφρυνση για νεοσύστατες επιχειρήσεις, με μεγαλύτερη μείωση ή ακόμη και μηδενισμό της προκαταβολής στα πρώτα χρόνια λειτουργίας.

Η προκαταβολή φόρου –σε ισχύ από το 1994 και ενισχυμένη την περίοδο της κρίσης– ανέρχεται σήμερα στο 80% του φόρου εισοδήματος (μετά τις παρακρατήσεις) και καταβάλλεται κάθε χρόνο. Για νεοσύστατες επιχειρήσεις ισχύει 50% για τις τρεις πρώτες χρήσεις, με εξαιρέσεις σε περιπτώσεις μετατροπών ή συγχωνεύσεων.

Φορολογικές ελαφρύνσεις: Μείωση φορολογικού συντελεστή – Το πιο σύνθετο σενάριο

Το δεύτερο σενάριο αφορά μείωση του εταιρικού συντελεστή για πολύ μικρές επιχειρήσεις. Σήμερα ο ενιαίος συντελεστής είναι 22% για όλες τις επιχειρήσεις. Ένας χαμηλότερος συντελεστής –π.χ. 15%– θα μπορούσε να ενισχύσει τη ρευστότητα και να δημιουργήσει χώρο για επενδύσεις και προσλήψεις, απαιτεί όμως σαφή κριτήρια ώστε να αποφευχθούν στρεβλώσεις και επαρκή δημοσιονομικό χώρο.

Σημειώνεται ότι η Ελλάδα κινείται κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ενώ η φορολόγηση μερισμάτων στο 5% συγκαταλέγεται στις χαμηλότερες στην Ευρώπη.

Φορολογικές ελαφρύνσεις: Τεκμαρτή φορολόγηση και τέλος επιτηδεύματος

Στο ίδιο πακέτο εξετάζονται βελτιώσεις στον τεκμαρτό τρόπο φορολόγησης. Σήμερα το ελάχιστο φορολογητέο εισόδημα συνδέεται με τον κατώτατο μισθό: για επαγγελματία επτά ετών δραστηριότητας είναι 11.620 ευρώ, με προοπτική αύξησης στα 12.320 ευρώ το 2026 και ενδεχομένως στα 13.300 ευρώ μετά την επόμενη αναπροσαρμογή. Στο τραπέζι βρίσκεται είτε μείωση στο 90% του κατώτατου μισθού, είτε πάγωμα για έναν χρόνο.

Παράλληλα, συζητείται η σταδιακή κατάργηση ή περαιτέρω μείωση του τέλους επιτηδεύματος, που σήμερα φτάνει τα 1.000 ευρώ ετησίως για μικρές επιχειρήσεις. Αν και έχει περιοριστεί τα τελευταία χρόνια, παραμένει συμβολικό και ουσιαστικό βάρος για χιλιάδες επαγγελματίες.

Το τελικό εύρος των παρεμβάσεων θα κριθεί από την πορεία των δημοσιονομικών μεγεθών και την αποτελεσματικότητα της μάχης κατά της φοροδιαφυγής, με το οικονομικό επιτελείο να συνδέει ευθέως τις ελαφρύνσεις για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις με τη σταθερότητα των εσόδων.

Διαβάστε ακόμη: