Στάση αναμονής κράτησε η Federal Reserve κατά την ολοκλήρωση της διήμερης συνεδρίασης της, όπως άλλωστε περίμεναν και οι αγορές δεδομένου πως ο αργός ρυθμός αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού φαίνεται πως τελικά θα καθυστερήσει τη μετάβαση σε καθεστώς νομισματικής χαλάρωσης.
Έτσι, τα επιτόκια παρέμειναν αμετάβλητα στο εύρος του 5,25% με 5,50%, ήτοι στο υψηλότερο επίπεδο τους εδώ και 23 χρόνια.
Θυμίζουμε πως η τελευταία αύξηση των επιτοκίων από τη Fed είχε πραγματοποιηθεί τον περασμένο Ιούλιο.
Αν και οι traders δεν αιφνιδιάστηκαν έχοντας προ πολλού «διαγράψει» τις προβλέψεις που είχαν διατυπώσει στις αρχές της χρονιάς περί έναρξης του καθοδικού κύκλου των επιτοκίων από τη συνεδρίαση του Μαρτίου, δεν έχουν χάσει τις ελπίδες τους πως η αντιστροφή της νομισματικής πολιτικής θα ξεκινήσει μέσα στο πρώτο εξάμηνο. Αν και τα προγνωστικά τους έχουν πλέον μετατοπιστεί στη συνεδρίαση του Ιουνίου.
Οι επόμενες κινήσεις
Κατά την εξέταση τυχόν προσαρμογών στο εύρος στόχου για το επιτόκιο ομοσπονδιακών κεφαλαίων, η Επιτροπή τονίζει ότι θα αξιολογήσει προσεκτικά τα εισερχόμενα δεδομένα, τις εξελισσόμενες προοπτικές και την ισορροπία των κινδύνων.
Επισημαίνει μάλιστα, ότι δεν θεωρεί σκόπιμο να μειωθεί το εύρος στόχου έως ότου αποκτήσει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη ότι ο πληθωρισμός κινείται με βιώσιμο τρόπο προς το 2%.
Επιπλέον, τονίζει ότι θα συνεχίσει να μειώνει τις διακρατήσεις της σε τίτλους του Δημοσίου και τίτλους που υποστηρίζονται από στεγαστικά δάνεια, όπως περιγράφεται στα προηγούμενα ανακοινωθέντα σχέδιά της. Και δεσμεύεται σθεναρά να επαναφέρει τον πληθωρισμό στο στόχο της 2%.
Κατά την αξιολόγηση της κατάλληλης κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής, η Επιτροπή θα συνεχίσει να παρακολουθεί τις επιπτώσεις των εισερχόμενων πληροφοριών για τις οικονομικές προοπτικές.
Υπογραμμίζει επίσης ότι θα ήταν έτοιμη να προσαρμόσει τη στάση της νομισματικής πολιτικής όπως αρμόζει, εάν προκύψουν κίνδυνοι που θα μπορούσαν να εμποδίσουν την επίτευξη των στόχων της Fed. «Οι αξιολογήσεις της επιτροπής θα λάβουν υπόψη ένα ευρύ φάσμα πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων αναγνώσεων για τις συνθήκες της αγοράς εργασίας, τις πληθωριστικές πιέσεις και τις πληθωριστικές προσδοκίες, καθώς και τις οικονομικές και διεθνείς εξελίξεις», καταλήγει η ανακοίνωση.