Σφοδρά «πυρά» τόσο από το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης όσο και από υπουργούς και πολιτικούς που έχουν «προσωπικούς» λόγους δέχεται τις τελευταίες ημέρες ο Διευθύνων Σύμβουλος του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας Ηλίας Ξηρουχάκης αναφορικά με την διαδικασία αποεπένδυσης του Δημοσίου από την Εθνική Τράπεζα.
Οι επικριτές του κατηγορούν τον κ. Ξηρουχάκη ότι δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται το μεγάλο βάρος που ρίχνει η κυβέρνησης στην διάθεση του ποσοστού της Εθνικής Τράπεζας και παρά τον προγραμματισμό που έχει γίνει από όλους τους εμπλεκόμενους, το ΤΧΣ και η ηγεσία του δεν ανταποκρίνονται με τον ίδιο ενθουσιασμό.
Μάλιστα καλά πληροφορημένες πηγές του «χαμηλού βαρομετρικού» που επικρατεί στις σχέσεις κυβέρνησης – Ξηρουχάκη, τονίζουν ότι η κατάσταση είναι εξαιρετικά τεταμένη με τις εντάσεις να είναι τις τελευταίες ημέρες σε καθημερινή βάση.
Παρά τα όποια εμπόδια η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να προχωρήσει μέσα στο Νοέμβριο την διάθεση του 20% της Εθνικής Τράπεζας, στην οποία το Ταμείο διαθέτει το μεγαλύτερο ποσοστό, που διαμορφώνεται στο 40,39%.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τις τελευταίες ώρες κύκλοι της διοίκησης της ΕΤΕ τονίζουν ότι «την επομένη κιόλας από την ανακοίνωση των οικονομικών αποτελεσμάτων του 9μήνου, θα είμαστε έτοιμοι για να ανοίξει το βιβλίο προσφορών για τη διάθεση ποσοστού που κατέχει το ΤΧΣ».
Αν δηλαδή η ΕΤΕ ανακοινώσει αποτελέσματα στις 2 Νοεμβρίου το βιβλίο θα ανοίξει την Παρασκευή 3 Νοεμβρίου, ενώ αν η ανακοίνωση των οικονομικών αποτελεσμάτων γίνει τη Δευτέρα 6 Νοεμβρίου η διάθεση του ποσοστού θα έχει ολοκληρωθεί στις 7 Νοεμβρίου.
Ως εκ τούτου η πρώτη φάση της αποεπένδυσης του Δημοσίου από την ΕΤΕ τοποθετείται από την Παρασκευή 3 Νοεμβρίου 2023 μέχρι και την Παρασκευή 10 Νοεμβρίου.
Η διαδικασία αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί έως τα τέλη Νοεμβρίου.
Η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων θεωρείται κρίσιμη αφενός γιατί το άνοιγμα του βιβλίου προσφορών δεν μπορεί να ξεκινήσει πριν από τη δημοσιοποίησή τους –πρόκειται για νομική υποχρέωση– και αφετέρου γιατί η αγορά έχει προεξοφλήσει την περαιτέρω βελτίωσή τους και την επίτευξη των στόχων που η διοίκηση της Εθνικής είχε θέσει κατά τη δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων του β΄ τριμήνου.
Σημαντικό ρόλο θα παίξει και η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας από τη Standard &Poor’s που σηματοδοτεί το πέρασμα στο καθεστώς της επενδυτικής βαθμίδας από έναν από τους τρεις κορυφαίους οίκους αξιολόγησης, τη στιγμή που ήδη η DBRS από τις 15 Σεπτεμβρίου έχει αναβαθμίσει τη χώρα δίνοντας το «investment grade».
Ο σχεδιασμός
Όλες οι πληροφορίες των τελευταίων ημέρων και παρά την όποια ρευστότητα προκαλούν στις αγορές οι εξελίξεις στο Ισραήλ, συγκλίνουν ότι η κυβερνητική απόφαση έχει «κλειδώσει» στην διάθεση από το ΤΧΣ ενός ποσοστού από 15% έως 25% της Εθνικής Τράπεζας –μετά την επαναγορά τού 1,4% από τη Eurobank– προχωρώντας στο δεύτερο βήμα απεμπλοκής του Δημοσίου από τη συμμετοχή του στις τράπεζες
Το τελικό ποσοστό που θα διατεθεί θα εξαρτηθεί από τις συνθήκες που θα έχουν διαμορφωθεί στις αγορές κατά τη στιγμή του ανοίγματος του βιβλίου προσφορών, που τοποθετείται έως τα μέσα Νοεμβρίου.
Τις συνθήκες αυτές καλείται να διερευνήσει η JPMorgan, που έχει επιλεγεί ως σύμβουλος του Ταμείου για την αποκρατικοποίηση της Εθνικής Τράπεζας, με τη διάθεση κατ’ αρχήν ποσοστού 20% και δυνατότητα το ποσοστό αυτό να κινηθεί μεταξύ ±5%, δηλαδή από 15% έως και 25%.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το ΤΧΣ σε συνεργασία με τον σύμβουλο εξετάζει τη δυνατότητα η διαδικασία να περιλαμβάνει διεθνή και ελληνική προσφορά με στόχο ένα ποσοστό να διατεθεί σε ιδιώτες επενδυτές στην Ελλάδα κατά το πρότυπο που ακολούθησε η Τράπεζα Πειραιώς στην αύξηση μετοχικού κεφαλαίου το 2021.
Εννοείται ότι η τιμή διάθεσης των μετοχών θα καθοριστεί από τη διεθνή προσφορά.
Το χρονοδιάγραμμα προβλέπεται σφιχτό, καθώς έως την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων θα πρέπει να έχει επιλεγεί ο σύμβουλος διάθεσης – υπενθυμίζεται ότι δεν ταυτίζεται με τον χρηματοοικονομικό σύμβουλο που είναι η JPMorgan–, να έχει εκδοθεί και στη συνέχεια να εγκριθεί το ενημερωτικό δελτίο και να έχει καθοριστεί ο στόχος για την κατανομή των μετοχών.
Η αποεπένδυση του Δημοσίου από την Εθνική Τράπεζα θα αποτελέσει μια από τις μεγαλύτερες ξένες επενδύσεις στη χώρα τα τελευταία χρόνια, καθώς η κεφαλαιοποίηση της τράπεζας προσεγγίζει τα 5 δισ. ευρώ.
Ζητούμενο είναι η διαμόρφωση της τιμής με βάση την πορεία της μετοχής το τελευταίο 3μηνο που έχει υποστεί πτώση κατά 10,8%, ακολουθώντας την πτώση του τραπεζικού δείκτη (την περασμένη Τετάρτη η μετοχή έκλεισε με άνοδο 1,68% στα 5,440 ευρώ).
Υπενθυμίζεται ότι το ΤΧΣ έχει επενδύσει μέχρι σήμερα στην ΕΤΕ 11,2 δισ. μέσω των αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου και την έκδοση Cocos, ενώ αντίστοιχα έχει εισπράξει 2,4 δισ. ευρώ κυρίως από την αποπληρωμή του Cocos.
Οικονομικά αποτελέσματα 3ου Τριμήνου
Την ίδια ώρα η Εθνική Τράπεζα ετοιμάζεται την πρώτη εβδομάδα του Νοεμβρίου να ανακοινώσει τα οικονομικά αποτελέσματα 3ου τριμήνου τα οποία, σύμφωνα με τους αναλυτές της Alpha Finance, αναμένεται να κινηθούν στην περιοχή των 270 εκατ. ευρώ.
Να σημειωθεί ότι το πρώτο εξάμηνο φέτος η Εθνική σημείωσε καθαρά κέρδη ύψους 530 εκατ. ευρώ -260 εκατ. το 1ο τρίμηνο και 270 εκατ. ευρώ το 2ο τρίμηνο- με τους αναλυτές (Alpha Finance, ΑΧΙΑ) να εκτιμούν πως τα ετήσια κέρδη της Εθνικής θα ξεπεράσουν το 1 δισ. ευρώ και τα προσδιορίζουν στα επίπεδα του 1,028 δισ. με 1,065 δισ. ευρώ.
Υπενθυμίζεται ακόμα πως το πρώτο εξάμηνο 2023 ο δείκτης ΜΕΑ της ΕΤΕ διαμορφώθηκε στο 5,3%, με τα «κόκκινα» δάνεια να έχουν υποχωρήσει στο 1,7 δισ. ευρώ.
Στα επιμέρους βασικούς δείκτες η καθαρή πιστωτική επέκταση, σε ότι αφορά το επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο, εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί πάνω από 500 εκατ. ευρώ.
Με βάση τις ανακοινώσεις, τα κέρδη ανά μετοχή θα διαμορφωθούν πάνω από 1,10 ευρώ το 2023 έως και το 2025, ενώ η απόδοση ιδίων κεφαλαίων θα διαμορφωθεί πάνω από 15% το 2023 και πάνω από 13% το 2025.
Σύμβουλος για τη διάθεση των μετοχών από την πλευρά της τράπεζας έχει οριστεί η Morgan Stanley.
Την Τετάρτη η μετοχή της ΕΤΕ έκλεισε στα 5,44 ευρώ και η κεφαλαιοποίηση διαμορφώθηκε μία ανάσα από τα 5 δισ. ευρώ, στα 4,976 δισ. ευρώ.