«Ο κύβος» για την ταχύτερη και πλήρη ιδιωτικοποίηση του εγχώριου πιστωτικού συστήματος σε σχέση με το αρχικό χρονοδιάγραμμα «ερρίφθη» από τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστή Χατζηδάκη μέσα στην εβδομάδα και πλέον το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης και το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας «τρέχουν» για την διάθεση και του υπολοίπου 18,4% που κατέχει το Δημόσιο στην Εθνική Τράπεζα.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Reuters, ο κ. Χατζηδάκης ανέφερε ότι “βάσει της συμφωνίας που έχουμε με τους δανειστές, μπορούμε να συνεχίσουμε τη διαδικασία αποεπένδυσης μέχρι τα τέλη του 2025. Ωστόσο διαπιστώνουμε ότι δεν έχουμε λόγο να καθυστερήσουμε. Είχαμε πολύ σημαντικό ενδιαφέρον να εκδηλώνεται από πολλούς επενδυτές και γι’ αυτό θέλουμε να ολοκληρώσουμε αυτή τη διαδικασία έως τα τέλη του έτους”.
Η αναγγελία των νέων ταχύτερων εξελίξεων γύρω από την Εθνική Τράπεζα οδήγησε την μετοχή στα μέσα της εβδομάδας στα 7,46 ευρώ, και σε νέα υψηλά 52 εβδομάδων, ενώ πέρασε και την Eurobank στην δεύτερη θέση της κατάταξης από πλευράς κεφαλαιοποίησης στο ΧΑ.
Εντός του 2024 η πώληση
Έμπειροι τραπεζικοί αναλυτές σχολίασαν στο Radar ότι «η συνέντευξη του υπουργού Οικονομικών Κωστή Χατζηδάκη ότι οι μετοχές της ΕΤΕ θα πουληθούν εντός του 2024 με νέο placement είναι σαφές ότι δημιουργεί μια νέα δυναμική για τη μετοχή, αν και πλέον θεωρείται ακριβή καθώς η κεφαλαιοποίησή της ήδη έχει υπερβεί τα 6,8 δις. ευρώ».
Εν όψει ωστόσο του δεύτερου placement της ΕΤΕ έχει ήδη ξεκινήσει στην αγορά μια συζήτηση για τον ή τους αποδέκτες του συγκεκριμένου πακέτου μετοχών. Καλά πληροφορημένες πηγές τονίζουν ότι πρόκειται για ένα ιδιαίτερα σύνθετο εγχείρημα, καθώς στην περίπτωση που επιλεγεί να πουληθούν όλες οι μετοχές της Εθνικής Τράπεζας σε ξένα funds, όπως έγινε και στο προηγούμενο placement, τότε η τράπεζα θα μείνει χωρίς κάποιον ισχυρό μέτοχο, στο μετοχικό της κεφάλαιο, όταν οι άλλες τρεις συστημικές τράπεζες (Eurobank, Alpha Bank και Τράπεζα Πειραιώς) διαθέτουν ισχυρούς μετόχους και μάλιστα με υψηλά ποσοστά που υπερβαίνουν το 18%.
Στην συζήτηση που θα «φουντώσει» τις επόμενες εβδομάδες έχει αρχίσει να θεμελιώνεται η άποψη που είτε θέλει το κράτος να διατηρεί μια παρουσία στο μετοχικό κεφάλαιο της ΕΤΕ ακόμη και μεταβιβάζοντας τις μετοχές του στο νέο fund που δημιουργεί το Υπερταμείο Αποκρατικοποιήσεων, είτε να αναζητηθεί ισχυρός μέτοχος, κατά προτίμηση μεγάλος χρηματοπιστωτικός όμιλος του εξωτερικού, για να αγοράσει σημαντικό ποσοστό μετοχών.
Τον Ιούλιο το placement
Μέχρι να αποσαφηνιστεί η τελική στρατηγική για την διάθεση του 18,4% της ΕΤΕ, το οικονομικό επιτελείο και το ΤΧΣ καλούνται να ορίσουν το χρονοδιάγραμμα και μάλιστα υπό τα εξαιρετικά στενά περιθώρια που δημιούργησε η τοποθέτηση του υπουργού Οικονομικών Κωστή Χατζηδάκη.
Και αυτό διότι, όπως έχει επισημαίνει η «Αxianews», τα χρονικά παράθυρα που προσφέρει το 2024 για το δεύτερο placement της Εθνικής Τράπεζας είναι πολύ συγκεκριμένα, με τους αναλυτές να καταλήγουν ο ένας μετά τον άλλο ότι το προσεχές καλοκαίρι είναι το επικρατέστερο σενάριο για τρεις πολύ συγκεκριμένους λόγους.
Ο πρώτος λόγος έχει να κάνει με το νόμο που διέπει τις διαδικασίες αποεπένδυσης του ΤΧΣ από τις τράπεζες και ο οποίος προβλέπει ότι μεταξύ δύο συναλλαγών στην ίδια τράπεζα θα πρέπει να μεσολαβεί διάστημα τουλάχιστον έξι μηνών. Με δεδομένο ότι η πρώτη συναλλαγή για τη διάθεση του 22% της Εθνικής Τράπεζας ολοκληρώθηκε στις 17 Νοεμβρίου 2023, είναι προφανές ότι το ΤΧΣ δεν μπορεί να εκκινήσει την δεύτερη διαδικασία δημόσιας προσφοράς πριν από τις 17 Μαΐου 2024.
Ο δεύτερος λόγος είναι το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας που θέτει η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, σύμφωνα με τον οποίο τέτοιου μεγέθους συναλλαγές εισηγμένων εταιρειών δεν δύναται να πραγματοποιηθεί σε διάστημα μικρότερο των 40 ημερών πριν την δημοσίευση των οικονομικών τους αποτελεσμάτων.
Σε αυτή την περίπτωση και με δεδομένο ότι τα αποτελέσματα πρώτου εξαμήνου παραδοσιακά ανακοινώνονται στα τέλη Μαΐου, τότε και ο Μάιος βγαίνει έξω από το πιθανό ημερολόγιο placement. Όπως εκτός είναι και ο Ιούνιος τόσο γιατί μεταξύ 6-9 Ιουνίου θα διεξαχθούν οι Ευρωεκλογές, όσο και γιατί αποτελεί παραδοσιακά τον μήνα των Γενικών Συνελεύσεων των μετόχων για τις συστημικές τράπεζες.
Με αυτά τα δεδομένα η αγορά θεωρεί ως τον πιθανότερο χρονικό ορίζοντα για την αποεπένδυση του Δημοσίου από την Εθνική Τράπεζα τον Ιούλιο, και αφού έχει προηγηθεί η Γενική Συνέλευση των μετόχων, προκειμένου η συναλλαγή να μπορέσει πριν τα «μπάνια του λαού και των αγορών» τον Αύγουστο.
Κλίμα αβεβαιότητας
Περίπτωση η συναλλαγή να μεταφερθεί για το τέλος του τρέχοντος έτους και πιο συγκεκριμένα προς το τέλος Νοεμβρίου και μετά την ολοκλήρωση των Προεδρικών Εκλογών στις ΗΠΑ δεν φαίνεται να συγκεντρώνει πολλές πιθανότητες. Και αυτό γιατί εκτιμάται ότι τα μέχρι σήμερα πολιτικά δεδομένα στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού είναι πιθανό να δημιουργήσουν ένα κλίμα αβεβαιότητας στις αγορές γεγονός που θα αποτρέψει την υλοποίηση του placement της ΕΤΕ την δεδομένη χρονική περίοδο.
Ως εκ τούτου, αποτελεί και τον τρίτο λόγο για τον οποίο εκτιμάται ως καταλληλότερος χρόνος για τη συναλλαγή που θα οδηγήσει στην πλήρη αποεπένδυση του Δημοσίου από την Εθνική Τράπεζα τον ερχόμενο Ιούλιο.
Προφανώς και απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί η διατήρηση των συνθηκών που επικρατούν αυτή την περίοδο στις διεθνείς αγορές και οι οποίες διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο στην ολοκλήρωση με μεγάλη επιτυχία των προηγούμενων συναλλαγών σε Εθνική και Πειραιώς που διενεργήθηκαν με τη μέθοδο της δημόσιας προσφοράς.
Τι θα γίνει με το ΤΧΣ
Η διάθεση μέχρι το τέλος του 2024 και του εναπομείναντος ποσοστού του Δημοσίου στην Εθνική Τράπεζα και η πλήρη ιδιωτικοποίηση του εγχώριου πιστωτικού συστήματος, αναμένεται να ανοίξει και την συζήτηση για το μέλλον και τον ρόλο που θα έχει το ΤΧΣ.
Το ερώτημα που θα κληθεί να απαντήσει το οικονομικό επιτελείο είναι εάν θα υπάρχει λόγος ύπαρξης του ΤΧΣ και μετά την ολοκλήρωση των ιδιωτικοποιήσεων στο τέλος του 2024 κι ενώ με τον σχετικό νόμο το Ταμείο θα έχει έναν χρόνο ζωής ακόμη, δηλαδή ως το τέλος του 2025.
Πάντως την συζήτηση για την ύπαρξη ή όχι του ΤΧΣ και μετά την ολοκλήρωση των ιδιωτικοποιήσεων των τραπεζών την άνοιξε ο ίδιος ο Διευθύνων Σύμβουλος, Ηλίας Ξηρουχάκης, ο οποίος σε πρόσφατη συνέντευξή του τόνισε:
Το Ταμείο θα ολοκληρώσει τη θητεία του στο τέλος του 2025, βάσει της σχετικής νομοθεσίας, ωστόσο θα μπορούσε να φανεί χρήσιμο ένα διάδοχο σχήμα με νέες πιθανόν αρμοδιότητες, όπως η δημιουργία προτάσεων προς τον χρηματοπιστωτικό κλάδο ή ο συντονισμός υλοποίησής τους σε συστημικό επίπεδο βάσει βέλτιστων πρακτικών στους τομείς: (α) του ESG με έμφαση τόσο στην εταιρική διακυβέρνηση όσο και στη διαχείριση της κλιματικής μετάβασης και των σχετικών κινδύνων, (β) της τιτλοποίησης απαιτήσεων και (γ) στην υποστήριξη της ψηφιακής μετάβασης του κλάδου.
Δεν είναι πάντως λίγα τα τραπεζικά στελέχη που στο ερώτημα για το μέλλον του ΤΧΣ προσέλαβαν την δήλωση του κ. Ξηρουχάκη ως προαναγγελία για την συνέχισης της λειτουργίας του Ταμείου με άλλο όμως σχήμα και ρόλο.