Με επτά συναπτές εβδομάδες απωλειών για τις αμερικανικές μετοχές και με μία bear market που αποφεύχθηκε μόλις την τελευταία στιγμή, κάθε πρόβλεψη πλέον για τη Wall Street έχει γίνει τόσο δύσκολη όσο ήταν στη διάρκεια της κορύφωσης του κορωνοϊού.

Μπορεί το σημερινό επεισόδιο να μην χαρακτηρίζεται από το πανδημικό σοκ, όμως εμπεριέχει μία σειρά από αλληλένδετους και απρόβλεπτους παράγοντες.

Πρώτος και κυριότερος είναι η Fed και ακολουθεί ο πόλεμος, οι ταραχώδεις αλυσίδες εφοδιασμού και τις αποτιμήσεις των μετοχών που ήταν πρόσφατα σε υψηλά δύο δεκαετιών.

Το αποτέλεσμα είναι μια μεγάλη απόκλιση στις προβλέψεις των αναλυτών.
Αφού άλλοι έξι στρατηγοί αναλυτές αναθεώρησαν επί τα χείρω τις εκτιμήσεις τους για το τέλος του έτους για τον S&P 500, το χάσμα μεταξύ της υψηλότερης και της χαμηλότερης πρόβλεψης βρίσκεται στο 37%. Αυτή η μεγάλη απόκλιση επικράτησε μόνο μια άλλη φορά την τελευταία δεκαετία: αμέσως μετά το ταραχώδες sell off του Μαρτίου 2020.

H κίνηση των μετοχών της Παρασκευής είναι δύσκολο να ερμηνευθεί.

Ο S&P 500 υποχώρησε έως 2,3%, μπαίνοντας για λίγο στη bear market με πτώση άνω του 20% για να επιστρέψουν όμως οι αγοραστές στην τελευταία ώρα της συνεδρίασης και να περιορίσουν τις απώλειες του δείκτη στο 18,7% από το ιστορικό υψηλό της 3ης Ιανουαρίου.

  

Πόσο άσχημα μπορεί να γίνουν τα πράγματα; Για τους σκεπτικιστές, μία ύφεση είναι αναπόφευκτο αποτέλεσμα της «μάχης» της Fed κατά του πληθωρισμού.

Για τους αισιόδοξους, υπάρχουν ελπίδες η Fed να καταφέρει να φτάσει στο στόχο της. Οι χρηματοοικονομικές συνθήκες γίνονται πιο αυστηρές με τον ταχύτερο ρυθμό από τον κύκλο αύξησης των επιτοκίων του 1987.

«Η φύση της αβεβαιότητας που αντιμετωπίζουμε αυτή τη στιγμή είναι διαφορετική, όμως η δουλειά των στρατηγικών αναλυτών της Wall Street δεν είναι πιο εύκολη σήμερα απ΄ό,τι ήταν στη διάρκεια της πανδημίας.

Δεν υπάρχει καμία απολύτως βεβαιότητα για το πού οδεύει η οικονομία. Άλλοι κάνουν λόγο για ύφεση, άλλοι για ομαλή προσγείωση και άλλοι για μία κατάσταση ανάμεσα σε αυτά τα δύο», αναφέρει ο Κουίνκι Κρόσμπι, στρατηγικός αναλυτής της LPL Financial.

  

«Κάνω αυτή τη δουλειά 39 χρόνια και αυτό που μπορώ να πω αυτή τη στιγμή είναι ότι η κατάσταση μοιάζει με αυτή του 2009, μοιάζει με αυτή του 1994, μοιάζει με αυτή του τέταρτου τριμήνου του 2018. Εάν ερμηνεύσεις τα πράγματα αρνητικά, μπορεί να χάσεις το ράλι», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Ο Μάρτιος του 2009 σηματοδότησε την απαρχή μίας παρατεταμένης bull market που γεννήθηκε μέσα από τη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση. Το 1994, η Fed άρχισε να αυξάνει τα επιτόκια και κατάφερε να αποφύγει την ύφεση. Και στα τέλη του 2018, η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ σταμάτησε τις επιτοκιακές αυξήσεις και άρχισε τη νομισματική χαλάρωση το αμέσως επόμενο έτος.

  

Προς το παρόν, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής δεν δείχνουν να ενδιαφέρονται για την «αιμορραγία» της αγοράς.

Ωστόσο, οι επενδυτές δεν έχουν εγκαταλείψει την ελπίδα τους ότι η Fed θα παρέμβει σε περίπτωση που τα πράγματα χειροτερέψουν.

Στην πιο πρόσφατη έρευνα της Bank of America Corp., οι διαχειριστές κεφαλαίου περίμεναν ότι θα ξεκινήσει όταν ο S&P 500 πέσει στις 3.529, ένα επίπεδο που είναι 9,5% κάτω από το κλείσιμο της Παρασκευής.