Στην απόψη πως μια αναβάθμιση της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς στις ανεπτυγμένες θα είναι συνολικά ένας αρνητικός καταλύτης επιμένει η JP Morgan, καθώς όπως σημειώνει πολλές ελληνικές μετοχές θα «χάσουν» τη θέση τους σε τομείς όπως οι χρηματοοικονομικοί και οι βιομηχανικοί κλάδοι της Ευρώπης, καθώς είναι μικρές μέσα σε αυτούς.

Ειδικότερα, σύμφωνα με την ανάλυση της JP Morgan, η Ελλάδα πλησιάζει στην αναβάθμιση σε Ανεπτυγμένη Αγορά (DM). Έτσι ερμηνεύονται οι ανακοινώσεις της MSCI τις τελευταίες εβδομάδες, δίνοντας μια εκτίμηση ότι η αναβάθμιση θα μπορούσε να γίνει ήδη τον Νοέμβριο του 2026, αλλά είναι πιο πιθανό να συμβεί τον Ιούνιο ή Νοέμβριο του 2027.

Ωστόσο, η JP Morgan θεωρεί ότι η μετάβαση στην κατηγορία των ανεπτυγμένων αγορών (DM) θα είναι αρνητική για την υγεία της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς συνολικά. Σύμφωνα με τα στοιχεία της, η Ελλάδα θα εκπροσωπεί το 40 μονάδες βάσης (bps) του MSCI Europe, μεγαλύτερη από την Αυστρία ή την Πορτογαλία, αλλά μικρότερη από την Ιρλανδία.

Οκτώ από τα εννέα τρέχοντα μέλη (μετοχές) του ελληνικού δείκτη θα μετακινηθούν από τις αναδυόμενες αγορές (EM) στις ανεπτυγμένες (DM). Η μείωση από το 4% του MSCI EMEA EM στο 40 bps του MSCI Europe / 7 bps του MSCI World πιθανότατα θα μειώσει τον αριθμό των επενδυτών που παρακολουθούν την αγορά.

Η μετατόπιση από μία βάση επενδυτών που επικεντρώνεται στη χώρα, σε μία βάση επενδυτών που επικεντρώνεται σε τομείς, σημαίνει απώλεια εστίασης για τις ελληνικές μετοχές, οι οποίες είναι μικρές σε κάθε πανευρωπαϊκό τομέα. Και η Πολωνία θα μπορούσε να είναι η επόμενη χώρα που θα αναβαθμιστεί σε DM – είναι αρκετά μεγάλη, αλλά πρέπει να αναβαθμίσει την υποδομή της αγοράς της για να το πετύχει.

Αυτό, σύμφωνα πάντα με τον οίκο, σημαίνει:

  • Σημαντική υποβάθμιση της επενδυτικής «ορατότητας» της Ελλάδας σε παθητικά κεφάλαια (ETFs, index funds).
  • Αλλαγή του προφίλ των επενδυτών: Από country-focused EM funds (που παρακολουθούν στενά κάθε χώρα) σε sector-focused DM funds (που ενδιαφέρονται για κλαδικές επιδόσεις σε όλη την Ευρώπη).
  • Οι ελληνικές μετοχές θα περάσουν από το επίκεντρο (σε EM) στο περιθώριο (σε DM), καθώς είναι πολύ μικρές για να ξεχωρίσουν στους πανευρωπαϊκούς δείκτες.

Η JP Morgan παραθέτει χαρακτηριστικά παραδείγματα για τη σχετική θέση των ελληνικών μετοχών στους πανευρωπαϊκούς δείκτες:

  • ΕΤΕ (η μεγαλύτερη ελληνική μετοχή σε κεφαλαιοποίηση) δεν συγκαταλέγεται στους 50 μεγαλύτερους τραπεζικούς τίτλους στην Ευρώπη.
  • ΔΕΗ η οποία είναι το κορυφαίο utility της ελληνικής αγοράς, δεν κατατάσσεται στις 25 μεγαλύτερες ευρωπαϊκές εταιρείες του κλάδου.
  • Metlen, από τις πιο διεθνοποιημένες βιομηχανικές επιχειρήσεις, δεν είναι μέσα στο top-75 των βιομηχανικών του MSCI Europe.
  • Jumbo, παρότι διαθέτει κεφαλαιοποίηση πάνω από $4,3 δισ., δεν πληροί τα κριτήρια ελεύθερης διασποράς για ένταξη στον δείκτη.

Στο περιβάλλον των αναδυόμενων αγορών, τα funds ασχολούνται σε βάθος με κάθε χώρα, καθώς οι αποκλίσεις απόδοσης μεταξύ χωρών είναι σημαντικές και η κάθε εθνική αγορά έχει το δικό της προφίλ κινδύνου. Η Ελλάδα είχε δικό της «θεματικό κοινό» επενδυτών και αποτελούσε «ιδέα» με χώρα-εστίαση. Αντίθετα, στο περιβάλλον των ανεπτυγμένων αγορών, η επενδυτική στρατηγική είναι κατά κύριο λόγο κλαδική, π.χ. «αγοράζω ευρωπαϊκές τράπεζες» ή «πωλώ ευρωπαϊκές εταιρείες κοινής ωφέλειας». Οι μικρές αγορές όπως η ελληνική, απλώς «χάνονται μέσα στον θόρυβο».

Επίσης, η JP Morgan κατανοεί ότι ο στόχος της τοποθέτησης στους δείκτες θα πρέπει να είναι να μεγιστοποιήσει την προσοχή των επενδυτών, αλλά το να βρίσκεται η Ελλάδα στο 40 bps στο τομεακό MSCI Europe και 7 bps του MSCI DM θα μπορούσε να οδηγήσει τους επενδυτές να την παραβλέψουν εντελώς. Υπενθυμίζει, δε, όταν η Ελλάδα αναβαθμίστηκε σε DM το 2001 – το ενδιαφέρον για την αγορά μειώθηκε δραματικά.

Έτσι, η JP Morgan πιστεύει ότι το ίδιο θα συμβεί και τώρα. Θα συγκεντρώσει η Ελλάδα πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τη Νορβηγία, την Αυστρία ή την Ιρλανδία;, αναρωτιέται…

Μάλιστα, σε επαφές που είχε η JP Morgan με την ομάδα στρατηγικής της Ευρώπης, αναφέρθηκε ότι έχουν λάβει λιγότερες από πέντε ερωτήσεις τον τελευταίο χρόνο για τη Νορβηγία, την Ιρλανδία, την Αυστρία και την Πορτογαλία, συνολικά λιγότερες από πέντε ερωτήσεις. Ορισμένοι επενδυτές EM είναι υπέρ της Ελλάδας και θέλουν η αγορά να παραμείνει στις EM – δεν έχει ακούσει ακόμα από έναν μόνο επενδυτή της DM Ευρώπης που θέλει να προσθέσει την Ελλάδα στους δείκτες DM.

Ποιο είναι το χρονοδιάγραμμα;

Για τους επενδυτές που παρακολουθούν την πιθανή αναβάθμιση, το χρονοδιάγραμμα σύμφωνα με τον κανονισμό θα είναι το εξής:

Πρώτον, μια ανακοίνωση κατά την Ετήσια Ανασκόπηση Κατηγοριοποίησης Αγορών τον Ιούνιο του 2026, η οποία θα προκαλέσει μια διαδικασία διαβούλευσης διάρκειας ενός έτους

Δεύτερον, η Ετήσια Ανασκόπηση Κατηγοριοποίησης Αγορών τον Ιούνιο του 2027, η οποία θα επιβεβαιώσει την αναβάθμιση

Τρίτον και τελευταίο, η αναβάθμιση να πραγματοποιηθεί στο τέλος Μαΐου 2028, κατά την αναδιάρθρωση του δείκτη.

Ωστόσο, η MSCI μπορεί να επιλέξει να επιταχύνει αυτό το χρονοδιάγραμμα, χρησιμοποιώντας τη “σύννομη διακριτική ευχέρεια” που διατηρεί για αυτές τις αποφάσεις. Η MSCI, μάλιστα, επιτάχυνε το χρονοδιάγραμμα για το Κουβέιτ, το οποίο εισήλθε στον δείκτη τον Νοέμβριο του 2020.

Δεδομένου ότι οι περισσότεροι επενδυτές είναι ήδη προετοιμασμένοι για την αγορά της Ελλάδας, η JP Morgan εκτιμά ότι η επιτάχυνση δεν είναι ούτε ακατάλληλη ούτε αδύνατη. Εάν ληφθεί απόφαση αναβάθμισης, η προσοχή των επενδυτών στις αναδυόμενες αγορές πιθανότατα θα μειωθεί την ημέρα της ανακοίνωσης, αφήνοντας την Ελλάδα “εκτός” μέχρι την είσοδο στις ανεπτυγμένες αγορές – κάτι που παρατηρήθηκε και κατά την διαδικασία αναβάθμισης του 1999-2001 και περιμένουμε να επαναληφθεί.

Διαβάστε ακόμη: