Οι ανάγκες περαιτέρω ενίσχυσης της οικονομίας καθώς καλά κρατεί η κρίση και η πανδημία ανεβάζουν το λογαριασμό δαπανώ και αναπόφευκτα έτσι θέτουν επί τάπητος το ζήτημα αναθεώρησης του κρατικού προϋπολογισμού. Μιλώντας χθες στη Βουλή, κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου για τα τελευταία μέτρα στην αρμίδια επιτροπή ο υπουργός Οικονομικών Χρ. Σταϊκούρας επανέλαβε την εκτίμηση ότι τα περιοριστικά μέτρα στην Αττική προκαλούν δημοσιονομικό κόστος 500 εκατ. ευρώ μηνιαίως, ενώ αποκάλυψε ότι τα έσοδα του Ιανουάριου κινούνται χαμηλότερα συγκριτικά με τις εκτιμήσεις του κρατικού προϋπολογισμού.

Προφανώς είναι ένα μόνο δείγμα και όχι επαρκές για το τι συμβαίνει ωστόσο εάν δεν αλλάξει η ρότα της οικονομίας και οι «μεταλλάξει» του ιού δημιουργήσουν περαιτέρω πρόβλημα είναι προφανές ότι θα απαιτηθούν παρεμβάσεις.

Παράλληλα ο κ. Σταίκούρας επιβεβαίωσε χθες ότι θα απαιτηθούν περισσότεροι πόροι για την ενίσχυση της αγοράς από τα 7,5 δισ. ευρώ που έχουν μπει στην άκρη, κάτι που αυτομάτως σημαίνει και διεύρυνση του προϋπολογισμένου ελλείμματος. Να σημειωθεί ότι το κενό αυτό στο έλλειμμα, με δύο τρόπους μπορεί να καλυφθεί: είτε με αύξηση του δημόσιου χρέους δηλαδή την έκδοση περισσότερων ομολόγων από τα 12 δισ. ευρώ που έχουν προϋπολογιστεί- είτε με μεγαλύτερη μείωση των ταμειακών διαθεσίμων από αυτήν που προβλέπει ο μέχρι τώρα προγραμματισμός.

Να σημειωθεί ότι ήδη εξετάζονται επεκτάσεις των ήδη ληφθέντων μέτρων μέχρι το Μάρτιο με ένα κόστος κοντά στα 3 δισεκ. ευρώ, ενώ σε συζήτηση «εμπλουτίζεται» κι ανάλογα με την πορεία της πανδημίας καθώς θα φανεί κι αν απαιτείται περαιτέρω στήριξη κλάδων που πλήττονται όπως η εστίαση και ο τουρισμός ή ο πολιτισμός. Έτσι, πέρα από τις παρεμβάσεις με τις αναστολές συμβάσεων, τα ενοίκια, το πάγωμα πληρωμών στο Δημόσιο κ.α, στα σκαριά είναι η ενεργοποίηση των προγραμμάτων για επιδοτήσεις παγίων δαπανών και επιχειρηματικών δανείων αλλά και μια νέα φάση της Επιστρεπτέας Προκαταβολής. Τα μέτρα αυτά που θα ξεδιπλωθούν στοχευμένα στους πληγέντες κλάδους, θα αναπροσαρμοστούν και με βάση τα δεδομένα της πανδημίας και των επιπτώσεων στην αγορά το επόμενο διάστημα. Επίσης σύμφωνα με πληροφορίες ειδική μέριμνα λαμβάνεται για την εστίαση που είναι σε ασφυκτική πίεση. Μάλιστα αύριο οργανώνεται μεγάλη διαμαρτυρία του κλάδου έξω από το Μέγαρο Μαξίμου, γιαυτό και υπάρχει σπουδή στο κυβερνητικό επιτελείο για ένα σχεδιασμό μέτρων που θα απαλύνει κάπως τις αντιδράσεις. Να σημειωθεί ότι SOS για την κατάσταση στην αγορά εξέπεμψε ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ, Γιώργος Καββαθάς μιλώντας χτες στην Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής για το νομοσχέδιο του Υπ. Οικονομικών για τη “Διενέργεια Γενικών Απογραφών έτους 2021 από την Ελληνική Στατιστική Αρχή, επείγουσες ρυθμίσεις για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της επιδημίας του κορονοϊού COVID-19, επείγουσες δημοσιονομικές και φορολογικές ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις”.

«Οι περισσότερες μικρομεσαίες επιχειρήσεις βρίσκονται σε κατάσταση διασωλήνωσης και ανοιγοκλείνουμε το οξυγόνο. Αυτό ισοδυναμεί με θάνατο» τόνισε χαρακτηριστικά με αφορμή τα μέτρα που λαμβάνει η κυβέρνηση αναφέροντας τα πιο πρόσφατα στοιχεία από τις μετρήσεις που διενεργεί το ΙΜΕ – ΓΣΕΒΕΕ σύμφωνα με τα οποία

– 8 στις 10 επιχειρήσεις κατέγραψαν μείωση του τζίρου τους το 2020

– για αυτές τις επιχειρήσεις ο μέσος όρος μείωσης του τζίρου ήταν 48,8%

– 1 στις 2 πολύ μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχει κάποιου είδους ληξιπρόθεσμη οφειλή (εφορία, ασφαλιστικά ταμεία, προμηθευτές, τράπεζες)

– αντίστοιχα 1 στις 2 επιχειρήσεις εκφράζει τον φόβο ότι δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της το επόμενο διάστημα

– οι μισές επιχειρήσεις έχουν ρευστότητα (ταμειακά διαθέσιμα) για όχι παραπάνω από 1 μήνα

– 1 στις 4 επιχειρήσεις δεν έχουν καθόλου ταμειακά διαθέσιμα (ρευστότητα)

– με βάση αυτά σχεδόν 6 στις 10 πολύ μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις φοβάται ότι θα κλείσει το επόμενο διάστημα

– 4 στις 10 φοβούνται ότι δεν θα μπορέσουν να επιβιώσουν το επόμενο εξάμηνο.