Για δεύτερη, συνεχή, χρονιά, την εορταστική περίοδο 2021-2022 οι online αγορές στήριξαν σε σημαντικό βαθμό τις πωλήσεις των εμπορικών επιχειρήσεων της ελληνικής αγοράς.

Γράφει ο Γεράσιμος Ζώτος

Όσες επιχειρήσεις έχουν τη δυνατότητα να πωλούν τα είδη τους μέσω e-shop, πλατφόρμας marketplace, κοινωνικής δικτύωσης, τηλεφωνικών κέντρων κ.λ.π., παρουσιάζουν καλύτερες πωλήσεις σε σχέση με όσες επιχειρήσεις δεν έχουν τη δυνατότητα αυτή.

Όπως διαπιστώνει έρευνα αγοράς του Ινστιτούτου Εμπορίου και Υπηρεσιών (ΙΝ.ΕΜ.Υ.) της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας, (ΕΣΕΕ), τα στοιχεία της οποίας επιβεβαιώθηκαν και από τον Σύνδεσμο Επιχειρήσεων Πληροφορικής Επικοινωνιών Ελλάδος (ΣΕΠΕ), «…αποτελεί κοινό τόπο ότι η αγορά τα τελευταία δύο χρόνια λειτουργεί υπό μη κανονικές συνθήκες.

Η διάρκεια της πανδημίας Covid-19, αλλά και οι πρόσφατα εξαιρετικά ισχυρές ανατιμήσεις των τιμών ενέργειας, ήρθαν να προσθέσουν νέα εμπόδια σε μια περίοδο, που οι επιχειρήσεις του λιανικού εμπορίου παραδοσιακά πραγματοποιούν μεγάλο μέρος του ετήσιου κύκλου εργασιών τους».

Σε ό,τι αφορά την πορεία των πωλήσεων κατά τη φετινή εορταστική περίοδο, το 42% των εταιριών του λιανικού εμπορίου με πωλήσεις και εκτός φυσικών καταστημάτων απαντά ότι ο τζίρος κινήθηκε σε καλύτερα επίπεδα έναντι του 2020. Μεταξύ των επιχειρήσεων, που δεν διαθέτουν ψηφιακό κανάλι, το αντίστοιχο ποσοστό είναι χαμηλότερο και διαμορφώνεται στο 32%.

Εν τω μεταξύ, μόλις το 27% των επιχειρήσεων της ελληνικής αγοράς, που κάνουν και online πωλήσεις, απαντά ότι ο τζίρος στις online αγορές των φετινών εορτών ήταν χαμηλότερος του αντίστοιχου περσινού. Μεταξύ των εταιριών, που δεν έχουν εναλλακτικά online κανάλια πωλήσεων, το αντίστοιχο ποσοστό είναι σημαντικά υψηλότερο και φτάνει το 38%.

Το ηλεκτρονικό εμπόριο πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τους περιορισμούς

 

Άνοδος στα e-ψώνια λόγω… πανδημίας

Σύμφωνα με τους αναλυτές του ΙΝΕΜΥ, που πραγματοποίησαν την έρευνα, η πανδημία λειτούργησε ως ψηφιακός επιταχυντής, ένα είδος καταλύτη, δηλαδή, και για τις επιχειρήσεις του λιανικού εμπορίου.

Περίπου το 1/3 (32%) απέκτησε τη δυνατότητα να πραγματοποιεί πωλήσεις εκτός φυσικών καταστημάτων κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης.

Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, για το 43% των επιχειρήσεων του λιανικού εμπορίου η κίνηση κατά την εορταστική περίοδο του 2021 ήταν μέτρια. Αντίθετα, τέσσερις στους δέκα επιχειρηματίες (43%) δήλωσαν λίγο έως καθόλου ικανοποιημένοι.

Αντίθετα, μόνο μία στις επτά επιχειρήσεις εμφανίζεται πολύ έως πάρα πολύ ικανοποιημένη από τις επιδόσεις της κατά την εορταστική περίοδο.

Η εικόνα για την κίνηση στην αγορά σε σχέση με το 2020 ήταν μικτή, αφού το 33% των επιχειρήσεων κατέγραψε μείωση πωλήσεων, ενώ το 36% άνοδο, με το 31% να απαντά ότι παρέμεινε στα ίδια επίπεδα.

Στήριξη του τζίρου και από τις εκπτώσεις

Οι «αναταράξεις», που προηγήθηκαν στην αγορά, ειδικά με την αβεβαιότητα για το τι είδους ή διάρκειας υγειονομικά μέτρα θα ληφθούν, και πιο πολύ κατά τον μήνα Νοέμβριο, ώθησαν τις επιχειρήσεις να προχωρήσουν σε προσφορές και κατά τη διάρκεια της εορταστικής περιόδου.

Αυτή η επιχειρηματική πρακτική δείχνει να παγιώνεται τελευταία ως μέσο για την ενίσχυση του εορταστικού τζίρου.

Αν μάλιστα εξαιρεθούν τα τρόφιμα, τότε το μερίδιο των επιχειρήσεων, που προχώρησαν σε προσφορές κατά την περίοδο αναφοράς, ενισχύεται στο 50%. Το δε ύψος των προσφορών κινήθηκε σε αρκετά υψηλά επίπεδα, καθώς δύο στις τρεις επιχειρήσεις υιοθέτησαν εκπτώσεις από 10% έως 30%.

Πάνω από 500 εκατομμύρια οι online πελάτες στην Ευρώπη

Η υπόλοιπη Ευρώπη

Το βασικό συμπέρασμα που εξάγεται από την παραπάνω έρευνα δείχνει την τάση ότι οι online πωλήσεις και το ηλεκτρονικό εμπόριο γίνονται σταδιακά αναπόσπαστο τμήμα της επιχειρηματικής δραστηριότητας και των ελληνικών επιχειρήσεων.

Η Ελλάδα, μάλιστα, κάθε άλλο παρά υπολείπεται των ευρωπαϊκών επιδόσεων στις διαδικτυακές πωλήσεις από επιχειρήσεις.

Για την ακρίβεια, η χώρα μας βρίσκεται πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο ως προς το ποσοστό των εταιριών, των οποίων τουλάχιστον το 1% του συνολικού τζίρου προέρχεται από το online κανάλι. To 2021, ποσοστό 20% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα, ήτοι μία στις πέντε εταιρείες, έκαναν ποσοστό τουλάχιστον 1% των πωλήσεών τους online.

Μόλις μία διετία νωρίτερα, το 2019, το ποσοστό των ελληνικών εταιρειών, που έκαναν άνω του 1% του συνολικού τους τζίρου online μόλις που έφτανε το 9%. Ο υπερ-διπλασιασμός του ποσοστού αυτού – από το 9% το 2019 στο 20% το 2021– αποδεικνύει στην πράξη ότι η πανδημία λειτούργησε ως ψηφιακός επιταχυντής για το επιχειρείν στην Ελλάδα.

Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ο αντίστοιχος μέσος όρος των εταιριών, που κάνουν τουλάχιστον το 1% των πωλήσεων τους διαδικτυακά, διαμορφώθηκε για το 2021 ελαφρά χαμηλότερα από την Ελλάδα και συγκεκριμένα στο 19%. Το 2020 το ποσοστό αυτό ήταν 18%, το 2019 και το 2018% έφτανε το 17%, ενώ το 2012 μόλις που άγγιζε το 14%.

Οι online λιανεμπορικές πωλήσεις δίνουν ανάσα στην αγορά

Στο 38% του τζίρου οι online πωλήσεις στη Δανία

Σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Eurostat, η σταθερή ανάπτυξη των πωλήσεων ηλεκτρονικού εμπορίου σε όλη την Ευρώπη ενισχύθηκε από την πανδημία και τους περιορισμούς στις μετακινήσεις. Από τα ίδια στοιχεία προκύπτει ότι η Δανία είναι η χώρα με το υψηλότερο ποσοστό επιχειρήσεων, που πραγματοποιούν διαδικτυακές πωλήσεις (τουλάχιστον 1% του συνολικού κύκλου εργασιών τους) με 38%.

Η Ιρλανδία και η Σουηδία κατατάσσονται στη δεύτερη θέση, με ποσοστό 34% των ιρλανδικών και των σουηδικών εταιριών να κάνει το 2021 άνω του 1% του συνολικού κύκλου εργασιών online.

Στην ίδια λίστα ακολουθούν η Λιθουανία, το Βέλγιο και η Κροατία με 32%, 31% και 30% αντίστοιχα. Στην άλλη άκρη της κλίμακας βρίσκονται το Λουξεμβούργο και η Βουλγαρία, όπου μόλις το 9% και 10%, αντίστοιχα, των επιχειρήσεων έκανε το 2021 ποσοστό άνω του 1% του συνολικού του κύκλου εργασιών διά της ψηφιακής οδού.

Το Βέλγιο και η Φινλανδία κατέγραψαν το 2021 τη μεγαλύτερη αύξηση στις επιχειρήσεις, που πραγματοποιούν διαδικτυακές πωλήσεις (ηλεκτρονικές πωλήσεις τουλάχιστον 1% του συνολικού τους κύκλου εργασιών) το 2021, αυξημένες κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες σε 31% και 24% αντίστοιχα. Αντίθετα, η Ρουμανία και η Τσεχία σημείωσαν το 2021 τη μεγαλύτερη μείωση των σχετικών ποσοστών.