Με ενστάσεις εκατέρωθεν προχωρούν οι μεταρρυθμίσεις στην ενέργεια όπως διαπιστώθηκε στη συνάντηση της υφυπουργού ΠΕΝ κας Αλεξάνδρας Σδούκου με την ευρωπαϊκή Task Force για το Ταμείο Ανάκαμψης, με στόχο την έγκαιρη υποβολή του αιτήματος για τη 4η δόση.

Όπως είναι γνωστό, το ελληνικό Πρόγραμμα Ενεργειακής Μετάβασης -REPower περιλαμβάνει μια σειρά περίπλοκων και σύνθετων έργων, ύψους σχεδόν 800 εκατομμυρίων.

Τα αγκάθια δεν είναι τόσο πολύ στο «Εξοικονομώ» (560 εκατ.), όσο σε υδρογόνο και βιομεθάνιο (75 εκατ.), στην εφοδιαστική αλυσίδα του CCS (75 εκατ. για συστήματα μεταφοράς και αγωγούς) και κυρίως στα 85 εκατ. για συστήματα αποθήκευσης ενέργειας (standalone μπαταρίες) ώστε να υπάρχει αντιστοίχιση με την μαζική κατασκευή ΑΠΕ.

Αν δεν υπάρχει χώρος αποθήκευσης, τότε η παραγόμενη ενέργεια θα «πετιέται στα σκουπίδια» αφού δεν θα μπορεί να ενσωματωθεί στο σύστημα μεταφοράς και διανομής.

Πάντως η βασική ένσταση και κόντρα της κοινοτικής Task Force είναι η καθυστέρηση στην ψήφιση των Κανονισμών για τις μεταρρυθμίσεις.

Η Αθήνα πρέπει να ψηφίσει στη Βουλή, μέχρι τον Ιούνιο τέσσερις βασικές δράσεις:

Βιομήχανοι: Ζητούν κεφάλαια από το Ταμείο Ανάκαμψης για ενεργειακές επενδύσεις, γιατί «έρχεται βαρύς χειμώνας»

Το «ελληνικό πρόγραμμα»

Το ελληνικό REPower να περιλαμβάνει μια σειρά σύνθετων έργων, ύψους 795 εκατ. ευρώ, όπως τα του «Εξοικονομώ» (560 εκατ.), για υδρογόνο και βιομεθάνιο (75 εκατ.), για την εφοδιαστική αλυσίδα του CCS (75 εκατ. για συστήματα μεταφοράς και αγωγοί) και 85 εκατ. για συστήματα αποθήκευσης ενέργειας, ωστόσο η βασική προσοχή της κοινοτικής Task Force που επιβλέπει την υλοποίηση του προγράμματος, στρέφεται στις μεταρρυθμίσεις και τη ψήφιση των Κανονισμών.

Στα regulations που πρέπει να προετοιμάσουμε και να ψηφίσουμε στη Βουλή, που αποτελούν milestones για το Q2 του 2024, δηλαδή μέχρι και τον προσεχή Ιούνιο και τα οποία αφορούν τέσσερις βασικές δράσεις, όπως εγινε σαφές στην ελληνική πλευρά.

Το Recovery and Resilience Plan (RRP) βρίσκεται πλέον στα μισά του δρόμου μέχρι την ολοκληρωσή του, τον Αύγουστο του 2026 και η αντιπροσωπεια της Task Force βρισκεται στην Αθηνα, έχοντας τις τελευταίες ημέρες συναντήσεις με όλα τα εμπλεκόμενα υπουργεια, ενοψει της υποβολής απο την ελληνική πλευρά του 4ου αιτήματος πληρωμής, το οποίο τοποθετείται μέσα στον Απρίλιο.

Την υφυπουργό που εκπροσωπησε το ΥΠΕΝ λόγω της απουσίας του κ. Σκυλακάκη στο εξωτερικό, συνόδευαν οι ΓΓ Τελης Αιβαλιωτης και Πέτρος Βαρελιδης, μαζί με στελέχη του υπουργειου.

Αναλυτικά οι τέσσερις κανονισμοί είναι:

  • Το νομοθετικό πλαίσιο για το υδρογόνο, όπου θα «απαντώνται» όλα τα θέματα που άπτονται της εφοδιαστικής αλυσίδας του καυσίμου, μαζί και με το support scheme. Το διακύβευμα είναι το σχήμα που θα καλύπτει μέρος της μεγάλης διαφοράς τιμής ανάμεσα σε αυτή του γκρι υδρογόνου, που εξάγεται από το φυσικό αέριο με τη χρήση αναμόρφωσης ατμού-μεθανίου, μια τυπική βιομηχανική διαδικασία και το καθαρό πράσινο, το οποίο είναι πολύ ακριβότερο. «Θα την καλύψουμε, αλλά θα βάλουμε ένα cap, που μπορεί να είναι 20-30 εκατ ευρώ», όπως λένε πηγές του ΥΠΕΝ, ξεκαθαρίζοντας ότι πρέπει να είμαστε συγκρατημένοι με τις νέες τεχνολογίες. Οι πιο ώριμες επενδύσεις υδρογόνου στην Ελλάδα είναι δύο, αυτή της Motor Oil στους Αγ. Θεοδώρους και εκείνη των ΔΕΗ και Motor Oil στη Δ. Μακεδονία. Στην οικονομική διάσταση του υδρογόνου είχε αναφερθεί παλαιότερα ο ΥΠΕΝ Θόδωρος Σκυλακάκης, τονίζοντας ότι μια μικρή χώρα σαν την Ελλάδα δεν πρέπει να επενδύει πρόωρα σε νέες τεχνολογίες και ότι πρέπει να είμαστε συγκρατημένοι, καθώς σε αντίθετη περίπτωση κινδυνεύουμε να αυξήσουμε τα κόστη και τις επιδοτήσεις εις βάρος της πραγματικής οικονομίας.
  • Το πλαίσιο για το βιομεθανιο. Και για αυτή τη τεχνολογία εκτιμάται ότι ο κανονισμός θα είναι έτοιμος μέχρι τον Ιούνιο. Και εδώ ισχύει ό,τι και για το υδρογόνο, το ΥΠΕΝ προχωρά στη δημιουργία πλαισιίου μαζί με ένα support scheme. Η διαφορά με το υδρογόνο είναι ότι υπάρχει η σκέψη στο υπουργείο να μην δίνεται ταρίφα στους επενδυτές, αλλά επιδότηση στην παραγωγή της πρώτης ύλης.
  • Ο Κανονισμός για το CCS. Εκκρεμούν πολλά να γίνουν, τόσο ο Κανονισμός, όσο και να ιδρυθεί μία αρμόδια Διεύθυνση έργων στο ΥΠΕΝ για τη δέσμευση και αποθήκευσης CO2 (CCS), στο πρότυπο των Διευθύνσεων π.χ. για την ηλεκτρική ενέργεια ή για τις ΑΠΕ & τα εναλλακτικά καύσιμα. Βήματα που έχουν τη σημασία τους και για έναν ακόμη λόγο, καθώς το REPower EU χρηματοδοτεί το πρότζεκτ Prinos CCS της Energean και την ανάπτυξη υπόγειας αποθήκης CO2 στον Πρίνο. Εντός του έτους ο επενδυτής θα πρέπει να πραγματοποιήσει μία σειρά από σημαντικά βήματα, μεταξύ των οποίων και η μετατροπή της άδειας έρευνας που έχει λάβει από την ΕΔΕΥΕΠ, σε άδεια αποθήκευσης. Επίσης, δρομολογεί την ανάθεση της Μελέτης Περιβαλλοντικών και Κοινωνικών Επιπτώσεων (ΜΠΚΕ), για την 1η φάση του έργου.
  • Ο Κανονισμός για τα Υπεράκτια. Εκκρεμεί και εδώ σε συννενόηση με τη Κομισιόν ο καθορισμός του σχήματος στήριξης, δηλαδή η ταρίφα που θα προβλέπουν οι διαγωνισμοί. Είναι η συζήτηση για το καθεστώς ενίσχυσης των επενδύσεων στο οποίο αναφέρεται ο σχετικός νόμος, που έχει μείνει πίσω και πρέπει να ανοίξει σχετικά σύντομα με τη Κομισιόν, προκειμένου να επιτευχθεί και αυτό το milestone. Εκτιμάται ότι και αυτό το θέμα θα έχει τακτοποιηθεί κάπου στις αρχές καλοκαιριού.

Επίσης, συζήτηση κατά την χθεσινή συνάντηση του ΓΓ του ΥΠΕΝ, κ. Αιβαλιώτη με τα στελέχη της Κομισιόν έγινε και για τη πορεία του «Εξοικονομώ», καθώς αποτελεί ένα από τα ορόσημα για την υποβολή του 4ου αιτήματος πληρωμής στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης.

Το ορόσημο είναι να επιτευχθεί ο στόχος της έγκρισης 9.700 αιτήσεων στο «Εξοικονομώ Επιχειρώντας». Ένα σύνθετο έργο, που απαρτίζεται από τρία υποπρογράμματα, το «Αλλάζω συσκευή για τις επιχειρήσεις», το «Εξοικονομώ για τον Τουρισμό» και το «Εξοικονομώ με φωτοβολταϊκά που φέρουν μπαταρίες». Ευτυχώς, ήταν τόσο μεγάλο το ενδιαφέρον, ώστε ο στόχος των 9.700 εγκρίσεων, αναμένεται να καλυφθεί μόνο από τις αιτήσεις στο πρώτο υποπρόγραμμα.

Η κόντρα Δαγούμα (ΡΑΑΕΥ) με Μάνο (ΔΕΔΔΗΕ) και διαιτητή Σκυλακάκη δεν έληξε!

Σκυλακάκης: θα προχωρήσουμε με γρήγορα βήματα

Την πεποίθησή του ότι η Ελλάδα θα προχωρήσει και στο δεύτερο μισό του REPower EU με την ίδια ταχύτητα που προχώρησε στο πρώτο, εξέφρασε σήμερα ο υπουργός ΠΕΝ, Θ. Σκυλακάκης.

Μιλώντας σε εκδήλωση του ΙΟΒΕ, τόνισε ότι πλέον η χώρα βρίσκεται στα μισά του προγράμματος και είναι μπροστά σε σχέση με άλλες χώρες. Πάντως, το πιο δύσκολο κομμάτι είναι το δεύτερο μισό ως το 2026 διότι υπάρχουν πράγματα έξω από τον έλεγχό μας, όπως πιθανές καθυστερήσεις στην εφοδιαστική αλυσίδα, προσφυγές σε διαγωνισμούς, ή εξωγενείς παράγοντες. “Είναι το πιο φιλόδοξο σχέδιο που έχει κάνει ποτέ η Ευρώπη σε όρους ταχύτητας”, ανέφερε σχετικά ο υπουργός.

Ο ίδιος βλέπει μεγάλο κέρδος μέχρι στιγμής, καθώς η κυβέρνηση έχει κάνει όλες τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις και δεν υπάρχουν εκκρεμότητες που να την ανησυχούν. Στάθηκε ιδιαίτερα στο κομμάτι των δανείων του REPower, που είναι από τα πιο πετυχημένα εργαλεία του προγράμματος. “Πιστεύω θα ολοκληρωθεί με μεγάλη επιτυχία”, τόνισε ο κ. Σκυλακάκης.

Αναφορικά με την επιτάχυνση των έργων ΑΠΕ, που αποτελεί και βασικό στόχο του προγράμματος, ο υπουργός δήλωσε ότι έρχεται νομοθετική πρωτοβουλία σε λίγες ημέρες για την απελευθέρωση ηλεκτρικού χώρου. “Είναι ένας συνδυασμός κινήσεων για περισσότερη αποθήκευση, με περισσότερες περικοπές, χρειάζεται και overbooking με αυστηρούς χρόνους ηλέκτρισης”, σχολίασε.

Σκοπός του ΥΠΕΝ είναι επίσης να επιταχύνει την αδειοδότηση των ΑΠΕ τηρώντας τις διαδικασίες και να αναζητήσει εργαλεία πιο εύελικτα για όταν προκύπτουν περιβαλλοντικά θέματα. Συγκεκριμένα, από κοινού με τον ΟΦΥΠΕΚΑ εξετάζεται το περιβαλλοντικό ισοδύναμο διότι προσφέρει δυνατότητες για καλύτερη διαχείριση των επενδύσεων. Στα πλαίσια αυτής της ιδέας, προσφέρει ο επενδυτής το ισοδύναμο και επιτρέπει στην επένδυση να γίνει με θετικό αποτύπωμα στο περιβάλλον. “Θα φέρουμε τη μεταρρύθμιση αυτή στους επόμενους μήνες”, δήλωσε.

Τέλος, ο υπουργός στάθηκε επίσης στο γεγονός ότι οι ΑΠΕ για την Ελλάδα δεν είναι μόνο κρίσιμες για λόγους ενεργειακής μετάβασης, αλλά είναι κρίσιμες και γιατί θα χρειαστεί η χώρα άφθονη και φθηνή ηλεκτρική ενέργεια. “Στην ανατολική Ελλάδα και τα νησιά θα χρειαστούμε μελλοντικά πολύ περισσότερη ενέργεια για αφαλάτωση. Συνεπώς, όλη αυτή η στρατηγική έχει να κάνει και με την προσαρμογή στην κλιματική κρίση”.

Διαβάστε ακόμη: