Ο πυρηνικός σταθμός του Μπετσνάου, στην Ελβετία, είναι ο παλαιότερος στην Ευρώπη, αλλά το 2033 θα πάψει να υπάρχει. Όπως ανακοίνωσε η εταιρεία που τον διαχειρίζεται, όταν θα συμπληρωθούν 64 χρόνια λειτουργίας του τότε θα σταματήσει την λειτουργία του.

Κάτι που η περιβαλλοντική οργάνωση Greenpeace, εδώ και καιρό έχει ζητήσει να βάλει λουκέτο άμεσο. Παρόλα αυτά, αισθάνεται σε ένα μέρος της δικαιωμένη από τις εξελίξεις.

Πρόκειται για τον πυρηνικό σταθμός, που εντάχθηκε στο δίκτυο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Ελβετίας το 1969 και θα παραμείνει «μέχρι το 2033», όπως ανέφερε ξεκάθαρα ο ενεργειακός όμιλος Axpo. «Η ασφάλεια ήταν η απόλυτη προτεραιότητά μας», πρόσθεσε.

Η κόντρα με την Greenpeace και οι επενδύσεις

Το 2017 οι Ελβετοί ενέκριναν με δημοψήφισμα τη σταδιακή κατάργηση των πυρηνικών σταθμών, που σήμερα καλύπτουν το 29% της ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα. Ο νόμος που ψηφίστηκε απαγορεύει την κατασκευή νέων σταθμών, ενώ ήταν το αποτέλεσμα μιας μακράς διαδικασίας που ξεκίνησε μετά το πυρηνικό δυστύχημα της Φουκουσίμα, το οποίο προκλήθηκε από ένα γιγαντιαίο τσουνάμι, τον Μάρτιο του 2011, στην Ιαπωνία.

Οι πέντε πυρηνικοί αντιδραστήρες της Ελβετίας θα μπορούσαν να συνεχίσουν τη λειτουργία τους, εφόσον κριθούν ασφαλείς. Όμως οι περιβαλλοντικές οργανώσεις ζητούν εδώ και χρόνια να κλείσουν οι δύο αντιδραστήρες του Μπετσνάου.

Ο Beznau 1, που λειτουργεί από το 1969, θα σταματήσει τη λειτουργία του το 2033 ενώ ο Beznau 2, που είναι δύο χρόνια νεότερος, θα κλείσει το 2032, ανέφερε η Axpo. Η εταιρεία θα επενδύσει 350 εκατομμύρια ελβετικά φράγκα για να διασφαλιστεί η εκμετάλλευση του σταθμού μέχρι το 2033. Συνολικά, από την ημέρα που τέθηκαν σε λειτουργία οι αντιδραστήρες, η εταιρεία έχει επενδύσει περισσότερα από 2,5 δισ. φράγκα για να βελτιώσει και να εκσυγχρονίσει τις εγκαταστάσεις.

Η Greenpeace αντέδρασε στην ανακοίνωση τονίζοντας ότι «η παράταση της διάρκειας ζωής του Μπετσνάου είναι ένα άχρηστο και επικίνδυνο πείραμα». Ο Γκέοργκ Κλίνγκερ, ειδικός σε θέματα κλίματος και ενέργειας, τόνισε ότι το Μπετσνάου «πρέπει να σταματήσει να λειτουργεί τώρα».

«Το μέλλον είναι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, που μειώνουν τον κίνδυνο για τον πληθυσμό. Αποφεύγουμε επίσης έτσι την παραγωγή βουνών ραδιενεργών απορριμμάτων και ενισχύουμε την ανεξαρτησία μας», πρόσθεσε.

Η Ελβετία ελπίζει ότι στο μέλλον θα γίνει μία από τις ελάχιστες χώρες που αποθηκεύουν τα ραδιενεργά κατάλοιπα σε υπόγειους χώρους, σε μεγάλο βάθος. Έχει ήδη επιλεγεί η τοποθεσία στη βόρεια Ελβετία, κοντά στα σύνορα με τη Γερμανία, αλλά ακόμη δεν έχει δοθεί το πράσινο φως από τις αρχές. Με βάση το σημερινό χρονοδιάγραμμα, η κυβέρνηση θα αποφασίσει επί του αιτήματος το 2029 και το κοινοβούλιο το 2030, ενώ στη συνέχεια, κατά πάσα πιθανότητα, θα διεξαχθεί και ένα δημοψήφισμα.