Σκάνδαλα, άρσεις ασυλιών, δικαστικές έρευνες. Αυτά είναι μερικά από τα στοιχεία που χαρακτήρισαν κάποιους ευρωβουλευτές της Ελλάδας την τελευταία πενταετία, σύμφωνα με όσους παρακολουθούν από κοντά τις εργασίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η πλειονότητα των υπολοίπων πέρασαν και δεν ακούμπησαν.
Επειδή όμως οι 15 από τους 21 ευρωβουλευτές ζητούν και πάλι την ψήφο μας στις 9 Ιουνίου, αξίζει να εξετάσουμε πόσο δραστήριοι ήταν (spoiler alert: όχι και πολύ) και ίσως αξίζει να επανεξετάσουμε το προφίλ των ατόμων που σταυρώνουμε στα ψηφοδέλτια, αλλά και που επιλέγουν να προωθούν τα ίδια τα κόμματα.
Οι χαμηλές επιδόσεις
Μια πτυχή της χαμηλής επίδοσης μερικών Ελλήνων ευρωβουλευτών είναι ότι τρεις βρίσκονται στη λίστα του Politico με τους 10 ευρωβουλευτές που απουσίασαν στις περισσότερες ψηφοφορίες (την πρωτιά κατέχει ο Ιωάννης Λαγός, ο οποίος, βέβαια, βρίσκεται στη φυλακή).
Την ίδια στιγμή ξεχωρίζει για την πρωτιά του και ο Εμμανουήλ Φράγκος, ως ο «μεγάλος Ιεροεξεταστής» – αυτός που κατέθεσε τις περισσότερες ερωτήσεις (344). Δείχνει αυτή η πρωτιά ότι ήταν καλός ευρωβουλευτής; Όσοι παρακολουθούν από κοντά τα τεκταινόμενα της Ευρωβουλής σημειώνουν ότι μπορεί και όχι: με το να κάνει κάποιος εκατοντάδες ερωτήσεις για κάθε τι που απασχολεί το εσωτερικό της χώρας του, δεν επιτυγχάνει κάτι ουσιώδες.
«Οι επιδόσεις των Ελλήνων ευρωβουλευτών βρίσκονται στις χαμηλότερες θέσεις» καταλήγει το Eu Matrix, το οποίο μελέτησε την επιρροή που έχει ο κάθε ευρωβουλευτής μέσα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ανά θεματική. Για τα συμπεράσματα λήφθηκαν υπόψιν η νομοθετική συμπεριφορά, η ηγεσία που έχει επιδείξει ο καθένας, το δίκτυο που έχει δημιουργήσει και οι επιδόσεις στις ψηφοφορίες. «Υπάρχουν τομείς πολιτικής στους οποίους οι Έλληνες ευρωβουλευτές σημειώνουν καλύτερες επιδόσεις» σημειώνει η έκθεση, αναφέροντας τη Μαρία Σπυράκη για το περιβάλλον, την Έλενα Κουντουρά για τις μεταφορές, τον Στέλιο Κυμπουρόπουλο για την υγεία και την Άννα Μισέλ Ασημακοπούλου για το διεθνές εμπόριο. Παρατηρητές της Ευρωβουλής με τους οποίους συνομιλήσαμε στο πλαίσιο αυτού του ρεπορτάζ καταλήγουν πάνω κάτω στα ίδια ονόματα, ξεχωρίζοντας επιπλέον: τον Δημήτρη Παπαδημούλη, αντιπρόεδρο του Ευρωκοινοβουλίου (από το EuMatrix θεωρείται ένας από τους 100 πιο επιδραστικούς ευρωβουλευτές), τον Πέτρο Κόκκαλη για τις γνώσεις και τη συμβολή του στα περιβαλλοντικά θέματα και τον Νίκο Παπανδρέου για την παρουσία και τη συμμετοχή του, παρά τη μικρή θητεία του (αντικατέστησε τον Νίκο Ανδρουλάκη το 2023).
Ποια είναι τα στοιχεία εκείνα που κάνουν έναν ευρωβουλευτή καλό; Οι απαντήσεις είναι πολλές: ξέρει καλά ξένες γλώσσες, κάνει συμμαχίες και δίκτυα, είναι υπερεθνικός, έχοντας μια ευρωπαϊκή ματιά στα ζητήματα, η αξία του αναγνωρίζεται από τους υπόλοιπους ευρωβουλευτές, που τον τοποθετούν σε σημαντικές θέσεις, κάνει ουσιώδεις παρεμβάσεις τόσο στην ολομέλεια όσο και σε τροπολογίες/γνωμοδοτήσεις νομοσχεδίων κ.ά. Για να εξετάσει κανείς τα παραπάνω, θα χρειάζονταν χιλιάδες ώρες διαβάσματος και παρακολούθησης των εμφανίσεων, παρεμβάσεων και των συναντήσεων που λαμβάνουν χώρα στα παρασκήνια.
Για καλή μας τύχη όμως, υπάρχει ένα μετρήσιμο στοιχείο που μπορεί να δείξει αν κάποιος υπήρξε δραστήριος στη θητεία του και ενεργός: οι εκθέσεις των επιτροπών
Τι κάνει ένας εισηγητής;
Ο εισηγητής (rapporteur) είναι ο επικεφαλής της προετοιμασίας μιας έκθεσης (report). Ο/Η ευρωβουλευτής συντάσσει ένα κείμενο, το οποίο περιέχει τις προτεινόμενες τροποποιήσεις σε κάποια νομοθετική πρόταση και το θέτει προς έγκριση στην αρμόδια επιτροπή και στη συνέχεια στην ολομέλεια. Όσο η έκθεση συντάσσεται, ο εισηγητής συζητά και διαβουλεύεται με άλλους ευρωβουλευτές και εμπειρογνώμονες, μερικές φορές μέσα από ειδικές ακροάσεις.
Υπάρχει και ο σκιώδης εισηγητής: Εκτός από την πολιτική ομάδα του εισηγητή, οι υπόλοιπες ομάδες μπορούν να ορίσουν για κάθε έκθεση από έναν σκιώδη εισηγητή, ο οποίος παρακολουθεί την πρόοδο της σχετικής έκθεσης και βρίσκει συμβιβαστικές λύσεις εξ ονόματος της ομάδας του.
[Πηγή: «Εισηγητές, “σκιώδεις” εισηγητές, συντονιστές… Ποιοι είναι οι ρόλοι των ευρωβουλευτών; Εισηγητές, “σκιώδεις εισηγητές, συντονιστές… Ποιοι είναι οι ρόλοι των ευρωβουλευτών; | Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο»]
Μόλις οκτώ οι Έλληνες ευρωβουλευτές-εισηγητές
Και μόνο το να αναλάβει κάποιος εισηγητής ή σκιώδης εισηγητής σε μια έκθεση, σημαίνει ότι η πολιτική του ομάδα τον εμπιστεύεται και τον θεωρεί ικανό και έχει δραστηριοποιηθεί για να αποκτήσει αυτό το χαρτοφυλάκιο.
Πώς καταλήγει σε έναν ευρωβουλευτή μία εισήγηση;
Οι επιτροπές αποφασίζουν και προχωρούν σε σύνταξη εκθέσεων, οι οποίες περιλαμβάνουν προτάσεις για τροπολογίες σε νομοθετικές πρωτοβουλίες της Κομισιόν ή προτάσεις για κάποιο ψήφισμα. Η κάθε έκθεση δίνεται σε μία πολιτική ομάδα (σε ένα από τα κόμματα δηλαδή) μετά από συνεννόηση μεταξύ των διαφορετικών ομάδων. Με τη σειρά της η κάθε πολιτική ομάδα διαλέγει ανάμεσα από τα μέλη της, εφόσον είναι μέλη της σχετικής επιτροπής, ποιος θα γίνει εισηγητής.
Μια πολιτική ομάδα επιλέγει εισηγητή με βάση τις γνώσεις και την εμπειρία του, αλλά και την εμπιστοσύνη που του έχει, καθώς για να αναλάβει έναν τέτοιο ρόλο θα πρέπει να τον θεωρεί ικανό να τον φέρει σε πέρας. Φυσικά για να φτάσει κάποιος να γίνει εισηγητής θα πρέπει να προσπαθήσει να το κερδίσει, καθώς καμία έκθεση δεν χαρίζεται. Πρέπει να αποδείξει ότι ενδιαφέρεται και γνωρίζει το θέμα και να ξεχωρίσει ανάμεσα στους υπόλοιπους ευρωβουλευτές του κόμματος. Το ίδιο ισχύει και για τον σκιώδη εισηγητή. Κατά γενική ομολογία κάποιος που έχει ήδη μια καλή θέση στο κόμμα του, όπως για παράδειγμα ένας/μια πρόεδρος ή αντιπρόεδρος, είναι σε καλύτερη θέση από τους υπόλοιπους, καθώς έχει ήδη τον σεβασμό της πολιτικής του ομάδας.
Αν και είναι αρκετά υποκειμενικό, υπάρχουν ορισμένες επιτροπές που θεωρούνται πιο σημαντικές για τη διαμόρφωση αποφάσεων της ΕΕ, όπως είναι η BUDG Επιτροπή Προϋπολογισμών | Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (Προϋπολογισμού), η INTA
Ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις για όσους βάζουν ξανά υποψηφιότητα είναι:
- Από τους 15 ευρωβουλευτές που βάζουν ξανά υποψηφιότητα, μόλις οι πέντε στη θητεία τους ανέλαβαν κάποια έκθεση ως rapporteurs. Από αυτούς, η Ελίζα Βόζενμπεργκ και ο Μανώλης Κεφαλογιάννης έχουν γράψει μόλις μία. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι και οι δύο διανύουν τη δεύτερη κοινοβουλευτική τους περίοδο (στην προηγούμενη η Βοζενμπεργκ είχε γράψει δύο και ο Κεφαλογιάννης καμία).
- Αυτός που αναδείχθηκε ιδιαίτερα δραστήριος ως rapporteur είναι ο Πέτρος Κόκκαλης, με τέσσερις εισηγήσεις σχετικά με γεωργικά και περιβαλλοντικά ζητήματα.
- Ως σκιώδεις εισηγητές οι ευρωβουλευτές της Ελλάδας ανέλαβαν περισσότερες ευθύνες, με τους Ελένα Κουντουρά (σε θέματα κυρίως για τις μεταφορές και τα ψηφιακά ζητήματα) και Στέλιο Κούλογλου (για θέματα εξωτερικής πολιτικής και ΜΜΕ μεταξύ άλλων) να γράφουν περισσότερες από 20 εκθέσεις. Το ρεκόρ σπάει ο Δημήτρης Παπαδημούλης με 90 reports.
- Ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης, αν και ένας από τους αντιπροέδρους του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ) –μια θέση που τον πριμοδοτεί για να πάρει όποια έκθεση επιθυμεί– δεν έχει υπάρξει rapporteur σε καμία έκθεση. Για να το εξετάσουμε και συγκριτικά, οι ομόλογοί του στο ΕΛΚ έχουν υπάρξει rapporteurs σε 1-7 εκθέσεις.
- Ο Θοδωρής Ζαγοράκης διανύει τη δεύτερη κοινοβουλευτική του θητεία –που σημαίνει ότι έχει πλέον κάποια εμπειρία από την Ευρωβουλή– και παρόλα αυτά ούτε συμμετέχει σε κάποια επιτροπή, ούτε υπήρξε rapporteur σε κάποια έκθεση – όπως και στην προηγούμενη θητεία του. Το 2022 και 2023 υπήρξε σκιώδης εισηγητής σε δύο εκθέσεις με θέματα: «Η πολιτιστική πολυμορφία και οι συνθήκες για τους δημιουργούς στην ευρωπαϊκή αγορά συνεχούς ροής μουσικής» και «Ο αντίκτυπος της διακοπής εκπαιδευτικών, πολιτιστικών, νεανικών και αθλητικών δραστηριοτήτων λόγω της COVID-19 στα παιδιά και τους νέους στην ΕΕ».
- Από τους 21 ευρωβουλευτές μας, οι 13 δεν έχουν αναλάβει στη θητεία τους καμία έκθεση ως rapporteur. Οι τέσσερις (Λαγός, που βρίσκεται στη φυλακή, Κωνσταντίνου, Αλαβάνος και Παπαδάκης) δεν έχουν αναλάβει καν ως σκιώδεις εισηγητές.
Ποιοτικά χαρακτηριστικά
Η εκλογή δύο Ελλήνων στη θέση αντιπροέδρου του Κοινοβουλίου αποτέλεσε αναμφισβήτητα διάκριση, που δεν επιβεβαιώνει τον κανόνα ότι –λόγω μεγέθους χώρας– δεν δίνονται σημαντικοί «φάκελοι» σε Ελληνες ευρωβουλευτές από τις πολιτικές ευρωομάδες τους. Κρίσιμο παράγοντα αποτελούν τα «ποιοτικά χαρακτηριστικά» εκάστου ευρωβουλευτή. Συνομιλητές μας, με μακρά θητεία σε διάφορες θέσεις εντός του Κοινοβουλίου, αναφέρουν ότι ποιοτικά χαρακτηριστικά λογίζονται από τις πολιτικές ευρωομάδες το βιογραφικό, οι γνώσεις των ευρωπαϊκών θεσμών και της λειτουργίας τους, η πολύ καλή γνώση τουλάχιστον μίας ξένης γλώσσας, η επιλογή ικανών συνεργατών και η μη αποκλειστική προσκόλληση στο «εθνικό συμφέρον». Επιπρόσθετο προσόν αποτελεί η θητεία σε κυβερνητικό πόστο προκειμένου να ανατεθεί σε κάποιον ευρωβουλευτή ένας σημαντικός φάκελος ή ο ρόλος εισηγητή σε κρίσιμο νομοθέτημα.
«Υπάρχει μια ιδιότυπη επετηρίδα εντός του Κοινοβουλίου, υπερισχύουν όσοι έχουν από δύο θητείες και πάνω», εξηγεί πηγή. Αν και οι κανόνες ισχύουν πάντα με εξαιρέσεις, στη «συγκομιδή» της πενταετίας κανένας Ελληνας ευρωβουλευτής δεν υπήρξε εισηγητής σε κρίσιμα νομοθετήματα, όπως για το μεταναστευτικό ή την τεχνητή νοημοσύνη. «Κρινόμαστε διαρκώς μετεξεταστέοι», σημειώνει πηγή, που αναγνωρίζει πάντως τη δυσκολία του εσωτερικού συστήματος να δώσει «ίσες ευκαιρίες στους Ελληνες ευρωβουλευτές, ισάξιες με άλλους». Η ίδια πηγή όμως εκτιμά ότι η πολύ καλή γνώση μιας ξένης γλώσσας είναι εξαιρετικά σημαντικό «εργαλείο», καθώς με αυτή «χτίζεις συμμαχίες». Οι θέσεις, άλλωστε, του Ευρωκοινοβουλίου συνδιαμορφώνονται όχι μόνο από τον συσχετισμό των πολιτικών δυνάμεων, αλλά κυρίως μέσω διαπραγματεύσεων που γίνονται στο παρασκήνιο. Μετρημένοι στο δάχτυλο του ενός χεριού ήταν οι Ελληνες ευρωβουλευτές που ξεχώρισαν για τη γλωσσική ή την επικοινωνιακή τους δεινότητα.
Συνομιλητές μας μάς υπενθυμίζουν ότι η «φθίνουσα πορεία», που καταγράφει στο σύνολό της η ελληνική αντιπροσωπεία, ξεκίνησε από το 2014, όταν καταργήθηκε το σύστημα εκλογής με λίστα και εφαρμόστηκε ο σταυρός προτίμησης. Τα αρνητικά αποτελέσματα της σταυροδοσίας γίνονται φανερά και από τις επιδόσεις που καταγράφουν διάφοροι δείκτες, όπως ο BCW Influence Index ή ο Influence Index της EU Matrix, που λαμβάνουν υπόψη πρωτοβουλίες ευρωβουλευτών, συμμετοχή τους στην ολομέλεια και στις επιτροπές όπου ανήκουν, καθώς και ερωτήσεις που καταθέτουν.
Οι πολιτικές ομάδες με τη μεγαλύτερη επιρροή ήταν το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, όπου ανήκει η Νέα Δημοκρατία (με έξι πλέον Ελληνες ευρωβουλευτές), η ομάδα των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών, όπου ανήκει το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ (με έναν ευρωβουλευτή), οι Φιλελεύθεροι (με έναν) και οι Πράσινοι (με έναν ευρωβουλευτή). Επονται οι ομάδες των ακροδεξιών (ID), οι Συντηρητικοί και Μεταρρυθμιστές (ECR), όπου ανήκει η Ελληνική Λύση (με έναν ευρωβουλευτή), και η Αριστερά (GUE/NGL), όπου ανήκει ο ΣΥΡΙΖΑ (με δύο) καθώς και η Νέα Αριστερά (με δύο ευρωβουλευτές).
Οι μη εγγεγραμμένοι ή ανεξάρτητοι ευρωβουλευτές έχουν ελάχιστη επιρροή – οι συνολικά οκτώ ευρωβουλευτές που είτε ήταν μη εγγεγραμμένοι (π.χ. του ΚΚΕ) είτε ανεξαρτητοποιήθηκαν αποτελούν σχεδόν το 30% του συνόλου της ελληνικής αντιπροσωπείας. Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τον δείκτη BCW Influence Index, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 24η θέση από τα συνολικά 27 κράτη-μέλη, ενώ στους εκατό πρώτους ευρωβουλευτές δεν περιλαμβάνεται κανένας Ελληνας.
Ο έτερος δείκτης Influence Index της EU Matrix τοποθετεί τον Δημήτρη Παπαδημούλη στη 18η θέση στους εκατό ευρωβουλευτές με τη μεγαλύτερη επιρροή. Σχετικά με τη δραστηριότητά τους για την προώθηση νομοθετικών ρυθμίσεων ανά κατηγορία, ο δείκτης αναδεικνύει –ανάμεσα στους είκοσι πιο επιδραστικούς ευρωβουλευτές– τις Μαρία Σπυράκη για το περιβάλλον, Αννα-Μισέλ Ασημακοπούλου για τα θέματα εμπορίου, Ελενα Κουντουρά για τις μεταφορές και τον Στέλιο Κυμπουρόπουλο για την υγεία.
Και επειδή στην Ελλάδα αντίστοιχοι δείκτες είναι αμφισβητήσιμοι –λόγω μεθοδολογίας–, ωστόσο περίπου τα ίδια ονόματα ακούστηκαν από διάφορους συνομιλητές μας, ενώ κάποιοι προσέθεσαν και εκείνο του Πέτρου Κόκκαλη για θέματα περιβάλλοντος ή του Νίκου Παπανδρέου παρά τη μόλις 12μηνη θητεία του.
Οι μη εγγεγραμένοι
Εκτός από τον Αλέξη Γεωργούλη και την Εύα Καϊλή, που βρέθηκαν στους «μη εγγεγραμμένους» μετά τις αποπομπές τους στη διάρκεια της θητείας τους, και άλλοι τέσσερις από τους ευρωβουλευτές μας είναι «μη εγγεγραμμένοι» (Λαγός, Αθανασίου που εκλέχθηκαν με τη Χρυσή Αυγή και Αλαβάνος, Παπαδάκης που εκλέχθηκαν με το ΚΚΕ). Αυτοί οι τέσσερις δεν πήραν την τελευταία πενταετία κάποιο χαρτοφυλάκιο, αφού δεν ανήκουν σε κάποια πολιτική ομάδα για να το διεκδικήσουν. Όσο πιο μεγάλη η πολιτική ομάδα στην οποία ανήκει κανείς, τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες να αναλάβει η ομάδα του εκθέσεις, να ακουστεί η θέση του και να αναδειχθεί η δουλειά του.
Και για όσους σκεφτούν ότι μετράει το μέγεθος της χώρας, η σύγκριση των εκθέσεων που ανέλαβαν οι Έλληνες με αυτές των Τσέχων, των Βέλγων, των Πορτογάλων (όλες οι χώρες έχουν από 21 ευρωβουλευτές) ή με μια χώρα με πάνω από τους διπλάσιους ευρωβουλευτές μας (π.χ. Ισπανία) είναι ενδεικτική για το ότι το πρόβλημα δεν είναι ποσοτικό.
Μπορεί τα κόμματα να κάνουν τα στραβά μάτια, αφού η λαμπερή παρουσία κάποιων βοηθάει στην απόσπαση ψήφων που χρησιμοποιούν για επικοινωνιακούς σκοπούς, όμως οι Ευρωπαίοι δεν μας βλέπουν έτσι. Η εμπειρία δείχνει ότι όποιος πηγαίνει στην Ευρωβουλή παίζει σε διαφορετική πίστα και το γκλάμουρ ή το παραγοντιλίκι δεν αρκούν για να διεκδικήσουν διαπραγματευτικές θέσεις για αυτά που χρειάζεται η Ευρώπη και η χώρα μας. Μήπως προτού χαρίσουμε έναν παχυλό μισθό σε κάποιον που απλά συμπαθούμε να κοιτάξουμε και την πραγματική δουλειά – ειδικά αν είχε ξανά την ευκαιρία να μας την αποδείξει;
Πηγή: insidestory.gr