H EKT θα συνεχίσει να αγοράζει ελληνικά ομόλογα κατ΄εξαίρεση μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος πανδημίας ΡΕΡΡ τον Μάρτιο του 2022 , όπως αποφάσισε σήμερα το διοικητικό συμβούλιο της κεντρικής τράπεζας της Ευρωζώνης.
Την παύση του έκτακτου προγράμματος αγοράς ομολόγων τον Μάρτιο επιβεβαιώνει η ΕΚΤ στη σημερινή της συνεδρίαση, ενώ με ειδική αναφορά της διαβεβαιώνει ότι θα συνεχίσει την αγορά ελληνικών ομολόγων και μετά από το ορόσημο του Μαρτίου.
Όπως αναφέρει η ΕΚΤ, το νέο πλαίσιο θα μπορούσε να περιλαμβάνει την αγορά ομολόγων που εκδίδονται από την Ελληνική Δημοκρατία προκειμένου να αποφευχθεί η διακοπή των αγορών στη δικαιοδοσία αυτή, η οποία θα μπορούσε να βλάψει τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής στην ελληνική οικονομία όσο αυτή εξακολουθεί να ανακάμπτει από τις επιπτώσεις της πανδημίας.
Η ΕΚΤ θα συνεχίσει την ποσοτική χαλάρωση με αγορές ομολόγων ύψους 40 δισεκατομμυρίων ευρώ το δεύτερο τρίμηνο του 2022 και 30 δισ. ευρώ το τρίτο τρίμηνο στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων (APP).
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έπρεπε να βρει την απάντηση σε έναν εξαιρετικά δύσκολο γρίφο, λόγω τόσο της αύξησης του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη, που έχει φτάσει στα υψηλότερα επίπεδα από την κυκλοφορία του κοινού νομίσματος όσο και της πιθανότητας να επιβαρυνθούν οι οικονομίες των κρατών – μελών με υψηλά επίπεδα δημοσίου χρέους, λόγω της αύξησης του κόστους δανεισμού από την κατάργηση του του έκτακτου προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (Pandemic Emergency Purchase Programme – PEPP).
Σε αυτήν την, ούτως ή άλλως δύσκολη, εξίσωση υπάρχει και ο παράγοντας της νέας παραλλαγής «Όμικρον», καθώς και η απόφαση της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ (FED) να μειώσει δραστικά το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων και να προχωρήσει σε τριπλή αύξηση των επιτοκίων το 2022, με τις δύο από τις μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες του κόσμου να βρίσκονται σε διαφορετικά μονοπάτια.
Ειδική αναφορά για τα ελληνικά ομόλογα
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΕΚΤ, η τράπεζα ολοκληρώνει το πρόγραμμα πανδημίας τον Μάρτιο. Στη συνέχεια θα συνεχίσει να επανεπενδύει με μεγάλη ευελιξία τα ομόλογα που λήγουν. Ειδικά για τα ελληνικά ομόλογα υπάρχει συγκεκριμένη αναφορά, στην απόφαση, η οποία προβλέπει ότι η ΕΚΤ θα μπορεί να αγοράζει περισσότερα ομόλογα από εκείνα που έχει στην κατοχή της και λήγουν. Με την απόφασή της αυτή η ΕΚΤ έχει ως στόχο να αποφευχθούν προβλήματα στη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής τα οποία θα μπορούσαν να συμβούν μετά από μία απότομη παύση των αγορών, τη στιγμή μάλιστα που η ελληνική οικονομία ανακάμπτει από τις συνέπειες της πανδημίας.
Το ζήτημα της Ελλάδας ήταν και εξακολουθεί να είναι σημαντικό καθώς σε περίπτωση που το PEPP τερματιζόταν σύντομα, θα έπρεπε να βρεθεί μια φόρμουλα ώστε η ΕΚΤ να συνεχίσει να αγοράζει ελληνικά ομόλογα τα οποία γίνονται δεκτά λόγω του «waiver», μιας παρέκκλισης δηλαδή από τις ελάχιστες απαιτήσεις πιστοληπτικής διαβάθμισης για τα εμπορεύσιμα χρεόγραφα που εκδίδει ή εγγυάται η Ελληνική Δημοκρατία.
Η σταδιακή απομείωση του PEPP και εν τέλει η κατάργηση του και η επιστροφή στην “τυπική” ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ, ήτοι το Asset purchase programmes (APP), θα μπορούσε να έχει άμεσες συνέπειες στο κόστος δανεισμού της χώρας μας καθώς δεν αναμένεται να επιστρέψουμε σε επενδυτική βαθμίδα πριν το 2023 και συνεπώς δημιουργούνται προβλήματα με το καταστατικό της ΕΚΤ, καθώς ενδέχεται να υπάρξουν και νέες δικαστικές προσφυγές στη Γερμανία που θα αμφισβητούν την νομιμότητα των παρεμβάσεων της ΕΚΤ.
Σε αυτό το πλαίσιο η κεντρική τράπεζα θα μπορούσε να συνεχίσει να στηρίζει την Ελλάδα, αλλά και άλλα κράτη – μέλη με υψηλό δημόσιο χρέος, με ένα πρόγραμμα επανεπενδύσεων των κερδών των ελληνικών -και όχι μόνο – ομολόγων που λήγουν μέχρι τον Μάρτιο το 2022.
Επανεπενδύσεις ομολόγων έως τα τέλη 2024
Με την ίδια απόφαση της η ΕΚΤ προβλέπει ότι η περίοδος της επανεπένδυσης των ομολόγων επεκτείνεται έως το 2025, ενώ οι αγορές στο πλαίσιο του προγράμματος ΡΕPP θα επιβραδυνθούν το πρώτο τρίμηνο του 2023.
Τέλος η ΕΚΤ απεφάσισε ότι οι καθαρές αγορές στο πλαίσιο του PEPPθα μπορούσαν επίσης να επαναληφθούν, εάν είναι απαραίτητο, για την αντιμετώπιση αρνητικών σοκ που σχετίζονται με την πανδημία.