Με ναρκοπέδιο το οποίο πρέπει άμεσα να εκκαθαριστεί ώστε η χώρα να γυρίσει σελίδα και να κινηθεί ταχύτητα προς την επόμενη μέρα μοιάζει το πολιτικό και οικονομικό τοπίο, από το περασμένο Σάββατο οπότε και άρχισε επίσημα η προεκλογική περίοδος.

Οι παγίδες υπαρκτές και μη πολλές, τόσο προερχόμενες από την εγχώρια πολιτική και οικονομική σκηνή όσο και από το διεθνές περιβάλλον.

Στην περίοδο που διανύουμε δεν είναι περίεργο ότι τα πολιτικά κόμματα διαγκωνίζονται να εξασφαλίσουν το μεγαλύτερο δυνατό πολιτικό όφελος.

Ξεφεύγουν όμως των ορίων οι πολιτικοί φορείς που για να εξασφαλίσουν ολίγη μεγαλύτερη δημοσιότητα χρησιμοποιούν όπλα «παλιάς τεχνολογίας».

Διότι το ζητούμενο σήμερα δεν είναι η συζήτηση γύρω για την όποια… έμπνευση πολιτικού αρχηγού, ο οποίος σε μια χώρα που βγήκε από τρία μνημόνια εξακολουθεί να ασχολείται με «εναλλακτικά» νομίσματα και να μη τίθεται επί τάπητος η αναγκαιότητα για το άλμα στο μέλλον.

Όλα αυτά για πολλούς εχέφρονες πολίτες δεν είναι παρά η προσπάθεια προσπορισμού ψήφων από τα πλέον αντισυστημικά στρώματα των ψηφοφόρων, και μπορεί κατ’ αρχάς να συγκεντρώνει ένα κάποιο ενδιαφέρον, αλλά πρέπει να θεωρείται βέβαιο καθώς οδεύουμε προς τις κάλπες ότι οι ακραίες φωνές θα απομονώνονται και θα περιορίζονται.

Χαρακτηριστικό το παράδειγμα του χρηματιστηρίου Αθηνών.

Υπό άλλες συνθήκες οι εξαγγελίες περί εναλλακτικού νομίσματος θα μπορούσαν να μεταδώσουν πανικό στην αγορά.

Σήμερα δεν έχουν απήχηση, δεν τρομάζουν, απλώς γιατί δεν θεωρούνται σοβαρές.

Νάρκες και… πεπονόφλουδες

Η ψύχραιμη αντίδραση του ελληνικού χρηματιστηρίου αποδεικνύει αν μη τι άλλο ότι οι παράγοντες της αγοράς γνωρίζουν καλά πού βρίσκονται οι πραγματικές παγίδες (νάρκες) και γιατί κάποιοι προσπαθούν να παρουσιάσουν ορισμένες περιοχές της πολιτικής και της οικονομίας ως ναρκοθετημένες, ενώ δεν είναι.

Το αύριο της χώρας, εξάλλου, εξαρτάται από τα τρία μεγάλα πολιτικά κόμματα που παρά τις επιμέρους αδυναμίες τους έχουν δείξει τα τελευταία δύσκολα χρόνια σοβαρά δείγματα γραφής και επάρκεια σοβαρότητας.

Προσμετρώντας όλα αυτά, το ελληνικό χρηματιστήριο δεν φαίνεται, προς το παρόν τουλάχιστον, να επηρεάζεται από την προεκλογική αντιπαράθεση, αντίθετα, παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς την πορεία των ξένων αγορών – είναι χαρακτηριστικό ότι προχθές σχεδόν ακολουθούσε κατά βήμα τους δείκτες του γερμανικού DAX.

Δεν παραγνωρίζεται ότι οι μεταβλητές είναι πολλές και το απρόοπτο μπορεί να καραδοκεί.

Ωστόσο, και προς το παρόν, τίποτε δεν φαίνεται να διαφοροποιείται από την εκτίμηση που εξέφρασε η FITCH πριν μερικές εβδομάδες.

Ανεξάρτητα των βραχυχρόνιων πολιτικών εξελίξεων η θετική πορεία της χώρας είναι εξασφαλισμένη – με πολλές θυσίες των Ελλήνων πολιτών θα προσθέταμε από την πλευρά μας.

Εκείνο που πρέπει να διασφαλιστεί για το μέλλον είναι η βελτίωση των επιμέρους συντελεστών, σε κάθε επίπεδο, ώστε η πορεία αυτή να επιταχυνθεί.

Κομβικός ο ρόλος των τραπεζών

Κυρίαρχο ρόλο σε αυτή την εξέλιξη αναμένεται να παίξει ο τραπεζικός κλάδος που κομίζει εδώ και μήνες πλήθος αισιόδοξων ειδήσεων.

Δύο πρόσφατες εκθέσεις διεθνών οίκων ποντάρουν στο μέλλον των ελληνικών τραπεζών εκτιμώντας ότι απέκτησαν κατά τα τελευταία χρόνια εκείνα τα χαρακτηριστικά που δημιουργούν τις προϋποθέσεις για πρωταγωνιστικό ρόλο στον κλάδο τους στις αναπτυγμένες και στις ώριμες αγορές,

Πρόκειται δίχως αμφιβολία για επισήμανση που ενισχύει το κύρος των ελληνικών τραπεζών μεταξύ των σοβαρών ξένων επενδυτών και αφήνει μεγάλα περιθώρια για τις μετοχές τους.

Η αναφορά αυτή όμως επιβεβαιώνει με τον πλέον πανηγυρικό τρόπο την ανάλυση για τον κλάδο τόσο της AXIANEWS όσο και του Radar, στην οποία επιμένουμε όλους τους τελευταίους μήνες.

Οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται σήμερα στην καλύτερη θέση της τελευταίας εικοσαετίας και μπορούν να παράγουν υπεραξίες οι οποίες θα «επιβραβεύσουν» διοικήσεις, μετόχους και εργαζόμενους τους.

Παράλληλα, έχουν όλα τα ισχυρά εχέγγυα ώστε να λειτουργήσουν υπέρ της ελληνικής οικονομίας παρέχοντας στις παραγωγικές της δυνάμεις εκείνα τα εφόδια που θα επιτρέψουν την μεταμόρφωσή της, ώστε η χώρα να προσαρμοστεί σε ένα νέου τύπου, αναγκαίο υπό τα σημερινά δεδομένου, παραγωγικό μοντέλου.

Όπως επισημαίνουν οι αναλυτές της UBS, κλειδιά για τη συνέχιση της θετικής πορείας των τραπεζών στην Ελλάδα είναι η διψήφια αύξηση των χορηγήσεων επιχειρηματικών δανείων, τα χαμηλά beta των καταθέσεων και τα μερίσματα από τα κέρδη του 2023.

Κυρίαρχο ζήτημα για το κλάδο θεωρείται η επιστροφή στην πληρωμή μερισμάτων.

Οι εκτιμήσεις

Από την πλευρά της η S&P συμπεραίνει ότι οι ελληνικές τράπεζες με επιταχυνόμενο ρυθμό θα αποκομίζουν τα οφέλη από την πολυετή εκκαθάριση των ισολογισμών τους και την αποκατάσταση της κερδοφορίας, αλλά και από την αύξηση των επιτοκίων.

Οι τράπεζες σύμφωνα με τον οίκο έχουν καταγράψει επίσης σημαντική πρόοδο στην επανεξισορρόπηση του προφίλ χρηματοδότησής τους, χάρη στις ισχυρές καταθέσεις και στην απότομη απομόχλευση των ισολογισμών τους, οι οποίες τις τοποθετούν πλέον σε καλή θέση για την αποπληρωμή των μεγάλων στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης που έχουν αναλάβει.

Οι αξιολογήσεις ανά τράπεζα:

  • Aegean Baltic Bank S.A.: Αύξησης της μακροπρόθεσμης αξιολόγησης σε B+ από B, με σταθερή προοπτική.
  • Alpha Bank S.A.: Αύξηση της μακροπρόθεσμης αξιολόγησης σε BB- από B+ με σταθερή προοπτική.
  • Eurobank S.A.: Αύξηση της μακροπρόθεσμης αξιολόγησης σε BB- από B+ με θετική προοπτική.
  • Εθνική Τράπεζα: Αύξηση της μακροπρόθεσμης αξιολόγησης σε BB- από B+, με θετική προοπτική.
  • Τράπεζα Πειραιώς S.A.: Αύξηση της μακροπρόθεσμης αξιολόγησης σε B+ από B με θετική προοπτική.

Γιατί κινδυνολογεί η Γέλεν με την αμερικανική οικονομία

H επιστράτευση της κινδυνολογίας προκειμένου να επιτευχθούν συγκεκριμένοι στόχοι δεν αποτελεί προνόμιο της εγχώριας πολιτικής και οικονομικής σκηνής.

Στις ΗΠΑ εδώ και πολύ καιρό η συζήτηση που γίνεται αφορά στο ενδεχόμενο το Κογκρέσο να μην εγκρίνει την αύξηση του ανώτατου χρέους της κεντρικής κυβέρνησης.

Στην κατεύθυνση αυτή κινήθηκε την Τρίτη και η δήλωση της υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ Τζάνετ Γέλεν, η οποία προειδοποίησε ότι κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε στάση πληρωμών και υψηλότερα επιτόκια για τα επόμενα χρόνια.

Η κ. Γέλεν εκτίμησε ότι η κατάρρευση για το δημόσιο χρέος των ΗΠΑ θα είχε ως αποτέλεσμα απώλειες θέσεων εργασίας, ενώ οδηγεί σε υψηλότερα επίπεδα τις δόσεις των νοικοκυριών σε στεγαστικά δάνεια, δάνεια αυτοκινήτων και πιστωτικές κάρτες.

Πρόσθεσε επίσης ότι το Κογκρέσο έχει «βασική ευθύνη» να αυξήσει ή να αναστείλει το ανώτατο όριο δανεισμού των 31,4 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, προειδοποιώντας ότι μια αθέτηση πληρωμών θα απειλούσε την οικονομική πρόοδο που έχουν σημειώσει οι ΗΠΑ μετά την πανδημία του κορωνοϊού.

Σε περίπτωση που δεν αυξηθεί το ανώτατο όριο του χρέους, όπως δήλωσε η Γέλεν, οι επιχειρήσεις των ΗΠΑ θα αντιμετωπίσουν επιδείνωση των πιστωτικών αγορών και η κυβέρνηση πιθανότατα δεν θα είναι σε θέση να εκδώσει επιταγές πληρωμών σε οικογένειες στρατιωτικών και ηλικιωμένους που βασίζονται στην Κοινωνική Ασφάλιση.

Πάντως, σημειώνεται ότι η κατάσταση στις χρηματοπιστωτικές αγορές δεν είναι και η καλύτερη.

Εμφανίζονται όλο και περισσότερο ανήσυχες, στέλνοντας το κόστος ασφάλισης της έκθεσης στο αμερικανικό χρέος στο υψηλότερο επίπεδο της τελευταίας δεκαετίας, με τους οικονομικούς αναλυτές να προειδοποιούν για τον αυξανόμενο κίνδυνο χρεοκοπίας.

Ενώπιον μιας παρόμοιας εξέλιξης τα χρηματιστήρια των ΗΠΑ διατηρούν την ψυχραιμία τους.

Την Τετάρτη η πτώση του Dow Jones ήταν οριακή, ενώ εκατοντάδες «βαριές» μετοχές του NASDAQ κινήθηκαν ανοδικά.

Διαβάστε περισσότερα