Η τελευταία ελληνική απογραφή του 2021 κατέγραψε γενική μείωση του πληθυσμού κατά 3%, ωστόσο πίσω από αυτόν τον αριθμό κρύβονται έντονες γεωγραφικές και κοινωνικές ανισότητες. Ο πληθυσμός δεν μειώνεται παντού με τον ίδιο ρυθμό και δεν επηρεάζονται όλες οι κοινωνικές ομάδες εξίσου. Η Περιφέρεια Θεσσαλίας, για παράδειγμα, έχασε το 6% των κατοίκων της μέσα σε μια δεκαετία – ποσοστό υπερδιπλάσιο του εθνικού μέσου όρου.

Η μείωση αυτή οφείλεται τόσο στα αρνητικά φυσικά ισοζύγια (θάνατοι > γεννήσεις), όσο και στην αρνητική καθαρή μετανάστευση. Ακόμη και οι έδρες των Περιφερειακών Ενοτήτων, που μέχρι το 2011 εμφάνιζαν αυξητικές τάσεις, πλέον χάνουν πληθυσμό – ένα σαφές σημάδι ότι οι μέχρι πρότινος μηχανισμοί συγκράτησης έχουν εξασθενήσει.

Η Μαγνησία υποχωρεί – εκτός από τα νησιά

Ειδικά στη Μαγνησία, η πληθυσμιακή κάμψη είναι ακόμη πιο έντονη, φτάνοντας στο -6,6%. Η απογραφή καταγράφει διαφορετικές ταχύτητες πληθυσμιακής μεταβολής: από +14% στην Αλόννησο έως -21% στο Ζαγορά–Μούρεσι. Οι ορεινοί και ημιορεινοί δήμοι της υπαίθρου της Θεσσαλίας χάνουν πάνω από το 13% του πληθυσμού τους ανά δεκαετία – και σχεδόν 26% τα τελευταία 30 χρόνια. Παράλληλα, ο αριθμός των αλλοδαπών στην Περιφέρεια μειώθηκε κατά 23%, έναντι 16% πανελλαδικά.

Οι Σποράδες είναι η εξαίρεση στον κανόνα: τουρισμός, φυσικό περιβάλλον και ποιότητα ζωής ενισχύουν την κατοικησιμότητα και οδηγούν, σε κάποιες περιπτώσεις, σε πραγματική αύξηση του πληθυσμού, όπως στην Αλόννησο. Αντίθετα, στον Δήμο Βόλου, για πρώτη φορά από το 1991, σημειώνεται πτώση πληθυσμού κατά 3,3%, τόσο στην αστική όσο και στην περιαστική του ζώνη.

Ποιοι οικισμοί αντέχουν – και γιατί

Παρά τη γενική συρρίκνωση, υπάρχουν οικισμοί που παρουσιάζουν σημάδια ανθεκτικότητας. Το νεανικό ποσοστό του πληθυσμού (0–14 ετών) είναι ελαφρώς μειωμένο στον Βόλο (13%), αλλά παραμένει υψηλότερο σε άλλες περιοχές:

  • Αλμυρός: 14,8%
  • Βελεστίνο: 16,3%
  • Σκιάθος: 16,3%
  • Σκόπελος: 15,7%

Η Νέα Ιωνία διατηρεί τον δείκτη σε 15,2%, δείχνοντας κάποια δημογραφική ζωντάνια. Η παρουσία εκπαιδευτικών υποδομών, όπως Γυμνάσια, Λύκεια, ΕΠΑΛ, και δομών υποστήριξης νέων, όπως φροντιστήρια και δραστηριότητες, φαίνεται να αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για την προσέλκυση οικογενειών με παιδιά.

Η ύπαιθρος χρειάζεται νέους – και προϋποθέσεις για να τους κρατήσει

Η αναστροφή της πληθυσμιακής κατάρρευσης της υπαίθρου δεν μπορεί να βασίζεται μόνο σε όσους ήδη ζουν εκεί. Χρειάζεται προσέλκυση νέου πληθυσμού, κυρίως νέων οικογενειών. Το ερώτημα, τονίζει η μελέτη, δεν είναι πόσοι ζουν σήμερα στην ύπαιθρο, αλλά αν όσοι θέλουν να ζήσουν μπορούν να το κάνουν – αν δηλαδή υπάρχουν επαρκείς υπηρεσίες, υποδομές, στέγη και εργασία.

Οι συγχωνεύσεις σχολείων ως εμπόδιο εγκατάστασης

Η Ιφιγένεια Κοκκάλη, Επίκουρη Καθηγήτρια και Διευθύντρια του ΕΔΚΑ, υπογραμμίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ πως οι πρόσφατες συγχωνεύσεις σχολικών μονάδων, με το επιχείρημα της τηλεκπαίδευσης, υπονομεύουν τη βιωσιμότητα της υπαίθρου. Όταν κλείνουν σχολεία ή αποψιλώνονται οι κοινωνικές υποδομές, αναγκάζονται ακόμη και οι πρόθυμοι να φύγουν.

Ο πληθυσμός της υπαίθρου δεν είναι πια μόνο αγροτικός, σημειώνει. Έχει αυξημένες απαιτήσεις – και όταν δεν καλύπτονται, επιταχύνεται η εγκατάλειψη. Η δημογραφική κρίση δεν είναι μόνο αριθμητική, αλλά και χωρική, κοινωνική και θεσμική.

Η ποιότητα ζωής ως μοχλός αντιστροφής της τάσης

Συμπερασματικά, η αναζωογόνηση της υπαίθρου απαιτεί ένα νέο αναπτυξιακό υπόδειγμα: πρόσβαση σε υπηρεσίες, εκπαιδευτικές δομές, κατάλληλη στέγαση και εργασία, ώστε να διασφαλίζεται μια ζωή ποιοτική και αξιοβίωτη για κάθε ηλικία. Μόνο τότε μπορεί να υπάρξει δημογραφική σταθεροποίηση ή ανάκαμψη.

Η μελέτη που συνυπογράφουν η Ιφιγένεια Κοκκάλη και ο Δρ. Πρόδρομος Μαρδάκης, και παρουσιάζεται στο τεύχος «Δημογραφικά Νέα» του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και του ΙΔΕΜ, είναι καμπανάκι για την πολιτεία: Η πληθυσμιακή απορρύθμιση στη Θεσσαλία και ειδικά στη Μαγνησία δεν είναι μελλοντικός κίνδυνος. Είναι ήδη εδώ.

Διαβάστε ακόμη: