Η Honda έβγαλε στην παραγωγή το αυτοκίνητο του μέλλοντος, σήμερα. Ο λόγος για το Honda e, το νέο ηλεκτρικό μοντέλο της ιαπωνικής μάρκας, που αποτελεί φρέσκια ιδέα, αλλά παράλληλα αποτελεί ένα ξεχωριστό, μοδάτο, με λιτή σχεδιαστική φιλοσοφία και τεχνολογικά άρτιο αυτοκίνητο.
Το Honda e δηλώνει ξεκάθαρα τον χαρακτήρα του και πάει την αυτοκίνηση ένα βήμα πιο μπροστά, καθώς πριν από λίγα χρόνια αν βλέπαμε αυτό το μοντέλο στις εκθέσεις, θα υποθέταμε ότι είναι πρωτότυπο. Αντίθετα, σήμερα αυτό είναι ένα μοντέλο παραγωγής, σχεδιασμένο από λευκό χαρτί, σε νέα πλατφόρμα, προσφέροντας λύσεις αστικής κινητικότητας.
Οι σχεδιαστές της Honda θέλησαν να προκαλέσουν με την εμφάνισή του, παίρνοντας αρκετά στοιχεία από παλιότερα αυτοκίνητα της εταιρείας και κατάφεραν να συνδέσουν με αυτό τον τρόπο το παρελθόν με το μέλλον. Πρόκειται για ένα αυτοκίνητο πόλης με μήκος 3,9 μέτρα και ρίζες από το πρωτότυπο Urban EV του 2017. Γεμάτο εφευρετικότητα έχει μπει στην πρίζα και δηλώνει «παρών» στην εποχή της κινητικότητας και της ηλεκτροκίνησης. Με ρετρό αισθητική, δεν διαθέτει καθρέπτες αλλά κάμερες εξωτερικά, κυκλοφορεί με πολύ ιδιαίτερο χρώμα, δεν έχει χερούλια που φαίνονται, αλλά είναι κρυμμένα, έχει ηλεκτρικά ανοιγόμενο γυάλινο καπάκι στο καπό για να φορτίζει και χαρακτηριστικά φωτιστικά σώματα led εμπρός και πίσω.
Στο πέρασμά του κάνει τα βλέμματα όλων να γυρίσουν, καθώς δεν περνάει απαρατήρητο. Είναι ιδανικό για τις αστικές μετακινήσεις, είναι δυναμικό και σβέλτο, αλλά με αυτονομία που δεν επιτρέπει μακρινές διαδρομές αν δεν έχει προσβλέψει ο οδηγός να φορτίσει τις μπαταρίες του, οι οποίες είναι 35,5KWh. Με αυτονομία που κατά τη διάρκεια της δοκιμής μας έφθασε στα 170 χιλιόμετρα (210 δίνουν οι κατασκευαστές) προσανατολίζεται στην κίνηση μέσα στον αστικό ιστό των πόλεων. Ωστόσο, με συνετή χρήση, και με μέση ενεργειακή κατανάλωση κοντά στις 16KWh, μπορεί να φθάσει θεωρικά κοντά στα 200 χιλιόμετρα αυτονομίας.
Τόσο η βασική έκδοση των 136 ίππων, όσο και η έκδοση των 154 ίππων με την ροπή των 315 Nm, δίνει εξαιρετικές επιδόσεις στο μικρό αυτοκίνητο, ενώ ένα από τα θετικά στοιχεία είναι και η επιτάχυνσή του.
Στο εσωτερικό συναντάς πράγματα που δεν βρίσκεις εύκολα σε άλλα αυτοκίνητα. Πέντε οθόνες καλύπτουν από άκρη σε άκρη το ταμπλό, με τις δύο ακριανές να παίζουν το ρόλο των εξωτερικών καθρεπτών, προβάλλοντας εικόνες από τις κάμερες και το δρόμο. Αν και φαντάζει δύσκολο να προσαρμοστείς σε ένα τέτοιο αυτοκίνητο, εντούτοις απαιτείται λιγότερος χρόνος για να εξοικειωθείς. Παράλληλα ο κεντρικός καθρέπτης με το πάτημα ενός κουμπιού γίνεται κάμερα που μεταδίδει την εικόνα από μία κεντρική κάμερα οπισθοπορείας, διευρύνοντας έτσι το οπτικό πεδίο του οδηγού. Μία TFT οθόνη οργάνων 8,8″ μπροστά από τον οδηγό προβάλλει βασικές πληροφορίες του οχήματος, όπως ισχύ και κατάσταση φόρτισης, επιλεγμένο προφίλ οδήγησης και λεπτομέρειες συστημάτων ασφαλείας.
Χαμηλά στο ταμπλό βρίσκονται θύρες συνδεσιμότητας και φόρτισης συσκευών, συμπεριλαμβανομένων μίας τύπου HDMI, μιας παροχή 12V DC, καθώς και 2+2 USB θυρών για τους εμπρός και πίσω επιβάτες. Η κεντρική κονσόλα προσφέρει ευέλικτους αποθηκευτικούς χώρους, κάτω από τις θύρες φόρτισης και διασύνδεσης, ανάμεσά τους και μία συρταρωτή ποτηροθήκη, καθώς και μια υποδοχή-τσέπη για κινητό τηλέφωνο. Οι χώροι είναι ανάλογοι του αυτοκινήτου, καθώς δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι έχουμε να κάνουμε με ένα αυτοκίνητο πόλης. Ο αποθηκευτικός χώρος είναι 171 λίτρα, που μπορεί να θεωρηθεί μικρός, αν υπολογίσουμε ότι υπάρχει και η τσάντα με τα καλώδια φόρτισης, που δεσμεύει αρκετό χώρο.
Μπαταρία
Η φόρτιση της μπαταρίας σε οικιακό φορτιστή ΑC ισχύος 2,3 kW διαρκεί λίγο πάνω από τις 18 ώρες, ενώ σε δημόσιο φορτιστή AC ισχύος 7,4 kW ο χρόνος πέφτει στις 4,1 ώρες. Σε ταχυφορτιστή DC των 100 kW, η σχετικός χρόνος περιορίζεται στα 30 λεπτά με δεδομένο ότι η ωφέλιμη ισχύς φόρτισης περιορίζεται πέριξ των 70 kW για λόγους που σχετίζονται με την προστασία της μπαταρίας.
Κατά τη διάρκεια της δοκιμαστικής οδήγησης διαπιστώσαμε ότι διαθέτει γρήγορο, ελαφρύ και ακριβές τιμόνι που «κόβει» μέσα στη πόλη. Η ιδανική κατανομή του βάρους ανάμεσα στους δύο άξονες (50/50), το χαμηλό κέντρο βάρους και οι αναρτήσεις να βρίσκονται στις τέσσερις γωνίες του μοντέλου ξεδιπλώνει τον σπορ χαρακτήρα του, αλλά παράλληλα το κάνουν ιδανικό για μετακινήσεις εντός πόλης. Η κίνηση στους πίσω τροχούς αυξάνει τη διάθεση για παιχνίδι, που όμως τα συστήματα υποβοήθησης οδηγού δεν επιτρέπουν λάθη και πιθανή διάθεση του οδηγού για παιχνίδια περιορίζεται στα απολύτως τυπικά. Ακόμη και στις υψηλές ταχύτητες το μοντέλο είναι σταθερό και δεμένο, μέχρι τα 145χλμ/ώρα που είναι η τελική του ταχύτητα. Η βασική έκδοση των 136 ίππων κοστίζει 30.186 ευρώ, ενώ η μεγαλύτερη έκδοση Advance των 154 ίππων τιμολογείται στα 34.274 ευρώ με την επιδότηση.