H παγκόσμια οικονομία είναι πιθανό να διατηρήσει τη σταθερή δυναμική της για το υπόλοιπο του έτους και μέχρι το 2025, αψηφώντας τις προηγούμενες προσδοκίες για επιβράδυνση, σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση οικονομολόγων οι οποίοι δήλωσαν ότι η ισχυρότερη ανάπτυξη από τις προβλέψεις είναι πιο πιθανή από την αδυναμία.
Αυτή η αλλαγή στις προοπτικές ανάπτυξης δημιουργεί τις δικές της προκλήσεις για τις κεντρικές τράπεζες, οι οποίες αύξησαν μεν τα επιτόκιά τους για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού αλλά τώρα μπορεί να χρειαστεί να περιμένουν ακόμη περισσότερο πριν εξετάσουν το ενδεχόμενο μείωσής τους.
Μεταξύ των μεγαλύτερων οικονομιών, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ινδία αναμένεται να συμβάλουν περισσότερο στην ανάκαμψη της ανάπτυξης. Παράλληλα, οι οικονομολόγοι δεν επιδείνωσαν τις προβλέψεις τους ούτε για την Ευρωζώνη ούτε για την Κίνα, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση του Reuters, στην οποία συμμετείχαν 500 οικονομολόγοι που κάλυπταν 48 οικονομίες.
Η παγκόσμια ανάπτυξη προβλέπεται να κυμανθεί στο 2,9% φέτος και στο 3,0% το 2025. Περισσότερο από το 90% των συμμετεχόντων αναβάθμισαν τις απόψεις τους και υποστηρίζουν ότι υπάρχει σημαντική πιθανότητα η ανάπτυξη να αποδειχθεί ακόμη ισχυρότερη.
«Συνεχίζει να μας εκπλήσσει η ανθεκτικότητα της παγκόσμιας οικονομίας», δήλωσε το ανώτερο στέλεχος της Citi, Νέιθαν Σιτς. «Μέχρι στιγμής έχουμε σημειώσει αύξηση της ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας σε πολλά μέρη, συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων οικονομιών όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα, σε κάποιο βαθμό και στην Ευρώπη. Οπότε αισθανόμαστε σταθεροί».
Από την άλλη, η ισχυρή ανάπτυξη αναμένεται να διατηρήσει τον πληθωρισμό και τα επιτόκια υψηλότερα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Περισσότερα από τα τρία τέταρτα των κεντρικών τραπεζών που καλύφθηκαν στη δημοσκόπηση, δη 16 από τις 21, αναμενόταν ότι θα εξακολουθούσαν να αντιμετωπίζουν πληθωρισμό άνω του πληθωριστικού στόχου τους μέχρι το τέλος του έτους, έναντι 10 στην προηγούμενη δημοσκόπηση του Ιανουαρίου.
Οι οικονομολόγοι εξακολουθούν να αναμένουν ότι οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες θα μειώσουν τα επιτόκια είτε αυτό το τρίμηνο είτε το επόμενο, σε γενικές γραμμές σύμφωνα με την τιμολόγηση των χρηματοπιστωτικών αγορών.
Πάραυτα, οι περισσότεροι προβλέπουν τώρα λιγότερες μειώσεις έως το τέλος του έτους, καθώς ο πληθωρισμός παραμένει σταθερός.
Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ αναμένεται να αρχίσει να μειώνει τα επιτόκια τον Σεπτέμβριο ενώ θα προχωρήσει σε μία ακόμη μείωση το δ’ τρίμηνο, πολύ λιγότερο από τις συνολικά έξι μειώσεις που είχαν υπολογίσει οι χρηματοπιστωτικές αγορές στις αρχές του έτους.
Παρά την μείωση του ΑΕΠ των ΗΠΑ του α’ τριμήνου που ανακοινώθηκε την Πέμπτη, υπάρχουν ακόμα κίνδυνοι πως η Fed θα προχωρήσει σε λιγότερες μειώσεις επιτοκίων φέτος, καθώς τα υποκείμενα στοιχεία για τον πληθωρισμό που συνόδευσαν την έκθεση υποδηλώνουν ότι οι πιέσεις αυξάνονται και δεν χαλαρώνουν.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εξακολουθεί να προβλέπει μείωση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης τον Ιούνιο, ακολουθούμενη από άλλες δύο το β’ εξάμηνο του έτους για να στηρίξει την ανάπτυξη στην Ευρωζώνη, η οποία αναμενόταν να αναπτυχθεί μόνο κατά μέσο όρο 0,5% το 2024.
Αυτό το διευρυνόμενο χάσμα έχει ήδη αποτιμηθεί στο ισχυρό δολάριο, του οποίου η ισοτιμία αυξήθηκε πάνω από 4% φέτος.
«Ένα ερώτημα που έχουμε λάβει αρκετά συχνά είναι το αν η Ευρώπη μπορεί να αρχίσει να κάνει περικοπές πριν από τη Fed», δήλωσε ο επικεφαλής της παγκόσμιας μακροοικονομικής στρατηγικής της TD Securities, Τζέιμς Ρόσιτερ.
«Θα έλεγα πως αν μελετήσουμε τα ιστορικά δεδομένα, είτε η ΕΚΤ ξεκινήσει τον Ιούνιο είτε η Fed τον Σεπτέμβριο, όλα θα μοιάζουν σαν να αποτελούν μέρος του ίδιου κύκλου μειώσεων».
Η Τράπεζα της Αγγλίας, η οποία ήταν η πρώτη μεταξύ των μεγάλων κεντρικών τραπεζών που αύξησε το κόστος δανεισμού τον Δεκέμβριο του 2021, θα περιμένει επίσης μέχρι το επόμενο τρίμηνο για να το μειώσει, όπως έδειξε η έρευνα.