Cupra El-Born. Το μοντέλο της ισπανικής μάρκας, που βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στο Volkswagen ID.3, θέλει να έχει διαφορές, με το κουμπί προσπέρασης να είναι μία από τις βασικότερες.

Η Cupra ετοιμάζεται να παρουσιάσει το επόμενο διάστημα το El-Born. Σίγουρα ένα μεγάλο ποσοστό του αυτοκινήτου θα είναι κοινό με το ID.3. Οι Ισπανοί, όμως, θέλησαν να του δώσουν δικό του χαρακτήρα. Δεδομένου ότι πρόκειται για εταιρία με μοντέλα υψηλών επιδόσεων, εστίασαν στο κομμάτι της ισχύος. Έτσι προέκυψε η ιδέα για το κουμπί προσπέρασης.

Επιπλέον, είναι ένα χαρακτηριστικό που το έχουμε δει και σε άλλη εταιρία του ομίλου. Συγκεκριμένα στην Porsche, η οποία το εφαρμόζει στην 911 με την ονομασία Sport Chrono.

Την ανακοίνωση για την ύπαρξη του κουμπιού προσπέρασης στο Cupra El-Born έκανε ο επικεφαλής της ισπανικής μάρκας, Γουέιν Γκρίφιθς.

Ο τρόπος που θα λειτουργεί αυτό το κουμπί είναι ο εξής. Με το πάτημά του το ηλεκτρικό κινητήριο σύνολο του αυτοκινήτου, το οποίο μπορεί να αποτελείται από ένα ή παραπάνω μοτέρ, θα αποδίδει αυξημένη ισχύ, όμως για περιορισμένο χρονικό διάστημα. Σκοπός αυτής της λειτουργίας είναι μία προσπέραση να ολοκληρώνεται πιο εύκολα και πιο σύντομα. Με αυτόν τον τρόπο υπάρχει διπλό όφελος.

Το ένα αφορά στην αυτονομία. Ο οδηγός μπορεί να επιλέξει να κινείται με κάποιο οικονομικό οδηγικό προφίλ. Όταν χρειαστεί να προσπεράσει εκμεταλλεύεται το πλήκτρο και μετά επιστρέφει στο οικονομικό οδηγικό προφίλ. Χωρίς το πλήκτρο πρέπει να αλλάξει το προφίλ που χρησιμοποιεί και μετά να το αλλάξει εκ νέου. Αν το ξεχάσει, όμως, θα καταναλώνει ενέργεια άδικα.

Το δεύτερο και μεγαλύτερο όφελος έχει να κάνει με την ασφάλεια. Όσο πιο γρήγορα πραγματοποιείται μια προσπέραση τόσο πιο ασφαλείς είναι όλοι. Το αυτοκίνητο που κάνει την προσπέραση, εκείνο που τη δέχεται, αλλά και οι υπόλοιποι χρήστες του δρόμου. Αυξημένη ισχύς σημαίνει λιγότερη ώρα στο αντίθετο ρεύμα, άρα περισσότερη ασφάλεια.

Εκτός του πλήκτρου για την προσπέραση το Cupra El-Born θα διαθέτει την Dynamic Chassis Control Sport (DCC Sport) ανάρτηση. Ο ρόλος της είναι να ελέγχει πιο αποτελεσματικά τη συμπεριφορά του αυτοκινήτου, ώστε να προσφέρει πιο συμμετοχική και ευχάριστη οδήγηση συγκριτικά με το Volkswagen ID.3.