Παρά τα περιοριστικά κατά του κορωνοϊού μέτρα που, ανά περιόδους, θεωρούμε σκληρά, τα νούμερα με τα κρούσματα εξακολουθούν να δείχνουν μια γκρίζα πραγματικότητα και ένα πιο σκοτεινό μέλλον.
Τι «επιμένουμε» να κάνουμε… λάθος;
Εστιάζουμε σε αυτό που «επιτρέπεται» και όχι σε αυτό που είναι ασφαλές
Τα διαδοχικά «ανοίγματα» σε πρότερες δραστηριότητες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της ασφάλειας. Θα συναντήσουμε έναν φίλο (ακόμα) για τρέξιμο, θα φωνάξουμε την καθαρίστρια στο σπίτι, τη νταντά, εκείνους τους τεχνίτες για τα μερεμέτια που είχαμε αφήσει στη μέση, «τεντώνοντας» όσο περισσότερο μπορούμε τη νοητή φούσκα μέσα στην οποία είχαμε περιορίσει τις κάθε είδους επαφές μας.
«Εμπιστευόμαστε» τους φίλους που μας λένε… εγώ προσέχω πάρα πολύ!
Ας «κρατάμε μικρό καλάθι» ακόμα και με καλούς φίλους, συναδέλφους ή όποιους ερχόμαστε καθημερινά σε επαφή που μας διαβεβαιώνουν πως τηρούν τα μέτρα και τους κανόνες στο ακέραιο και όταν βήξουν μας λένε πως απλά… «πνίγηκαν». Κανείς δεν μας δίνει αναλυτική αναφορά για το τι κάνει στην καθημερινότητά του, που πήγε, ποιον είδε, πόση ώρα έμεινε, τι ώρα γύρισε σπίτι. Και κανείς δεν θα μας δώσει αναφορά για το τι νοιώθει ανά πάσα στιγμή ή αν θεωρεί αυτό που νιώθει, ύποπτο σύμπτωμα.
Ακόμα δεν έχουμε καταλάβει τι σημαίνει η φράση «ο ιός μεταφέρεται με τα σταγονίδια»
Εάν φτάνει στα ρουθούνια μας η μυρωδιά του σκόρδου ή του αλκοόλ ή του τσιγάρου στην αναπνοή εκείνου που στέκεται δίπλα μας, φτάνουν, με την ίδια ευκολία – και μαθηματική ακρίβεια – και τα μολυσμένα σταγονίδια που «διαφεύγουν» από τη μύτη ή το στόμα του.
Ο αέρας μάς μεταφέρει τη μυρωδιά. Ο αέρας μεταφέρει και τα… υπόλοιπα. Και όπως συσσωρεύεται στην ατμόσφαιρα ο καπνός από το τσιγάρο που άναψε ο συνάδελφος που κάθεται λίγο πιο μακριά από σένα, έτσι και ο ιός κάποια στιγμή συσσωρεύεται στον «άμεσα» περιβάλλοντα χώρο σου.
Μπορεί το ποσοστό του ιικού φορτίου που ελευθερώνει ο καθένας να διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο και να εξαρτάται και από το πως ανταποκρίνεται το ανοσοποιητικό σύστημα του καθενός, αλλά εάν βρισκόμαστε δίπλα σε κάποιον για αρκετή ώρα, κάποια στιγμή θα εισπνεύσουμε τόσο όσο είναι αρκετό για να νοσήσουμε κι εμείς.
Πιστεύουμε πως τα προληπτικά μέτρα πρέπει να είναι «όλα ή τίποτα»
Η ποσότητα του ιικού φορτίου που θα εισπνεύσουμε φαίνεται να παίζει καθοριστικό ρόλο στο πόσο σοβαρά ή αν θα νοσήσουμε. Έστω και τα ελάχιστα μέτρα προφύλαξης που λαμβάνει ο καθένας και στα οποία είναι συνεπής, είναι καλύτερα από το τίποτα και κάνουν τεράστια διαφορά.
Κάποιοι ειδικοί παρομοιάζουν τα προληπτικά μέτρα στην άμυνα κατά της πανδημίας ως το μοντέλο του «ελβετικού τυριού»: φανταστείτε ένα κεφάλι ελβετικού τυριού κομμένο σε φέτες. Κάθε φέτα έχει τρύπες από τις οποίες ο ιός θα μπορούσε να περάσει, αλλά όταν οι φέτες είναι η μια πάνω στην άλλη – μάσκες, φυσικές αποστάσεις, πλύσιμο χεριών, περιορισμένες κοινωνικές επαφές – υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες μείωσης του ρυθμού μετάδοσης.
Υποθέτουμε πως ότι κάνουμε σε εξωτερικούς χώρους είναι ασφαλές
Το ρίσκο που παίρνουμε όταν βρισκόμαστε δίπλα σε άλλους ή κουβεντιάζουμε με άλλους ανθρώπους στο πεζοδρόμιο είναι συγκριτικά μικρότερο με αυτό που παίρνουμε αν κάναμε το ίδιο σε έναν κλειστό χώρο. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως «έξω» είμαστε απόλυτα προστατευμένοι.
Εάν στεκόμαστε κοντά σε κάποιον για αρκετή ώρα, στο πεζοδρόμιο ή περιμένοντας στη στάση του λεωφορείου ή σε μια ουρά, τότε κάποια στιγμή ο ιός που εκπνέεται από αυτόν που είναι δίπλα μας, μπορεί να καταλήξει στα ρουθούνια μας. Η διάρκεια λοιπόν και η απόσταση που διατηρείς από τους άλλους παίζουν καθοριστικό ρόλο, ακόμη και σε εξωτερικούς χώρους.
Φοράμε λάθος (τη) μάσκα
Στο τρίπτυχο «πρόσωπο, χέρια, αποστάσεις» όλα έχουν την ίδια βαρύτητα, αλλά όχι απαραίτητα αυτή τη σειρά. Οι φυσικές αποστάσεις θα έπρεπε να έρχονται πάντα πρώτες και η χρήση της μάσκας να ακολουθεί, ιδιαίτερα στην περίπτωση που δεν είναι εφικτή η φυσική απόσταση ή αν βρισκόμαστε σε έναν ανεπαρκώς αεριζόμενο χώρο.
Οι σωστές μάσκες ωστόσο πρέπει να καλύπτουν και τη μύτη και το στόμα, όχι… ένα από τα δυο. Πρέπει να έχουν δυο στρώματα υφάσματος – ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας προτείνει τρία στρώματα υφάσματος. Αυτή η σύσταση όμως μπορεί να αλλάξει από στιγμή σε στιγμή ανάλογα με την πορεία και τις μεταλλάξεις του ιού.
Οι μάσκες τύπου FFP2 με φίλτρο έγιναν υποχρεωτικές σε καταστήματα και δημόσια μέσα μεταφοράς στην Αυστρία και τη Βαυαρία. Στην υπόλοιπη Γερμανία και στη Γαλλία συστήνεται η χρήση των χειρουργικών μασκών. Οι υφασμάτινες μάσκες δεν είναι αναποτελεσματικές.
Το πρόβλημα με τις υφασμάτινες έγκειται κυρίως στην ύφανση και την ποιότητα του υφάσματος, στο γεγονός πως «νοτίζουν» γρήγορα (και δεν την αλλάζουμε) και στο ότι δεν είναι όλες απόλυτα σταθερές στο πρόσωπο.
Κάναμε το εμβόλιο άρα είμαστε «ελεύθεροι»
Μπορεί στη Βρετανία των δραματικών ποσοστών το εμβολιαστικό πρόγραμμα κατά του κορωνοϊού να προχωρά με γοργούς ρυθμούς, όμως το γεγονός παραμένει: το 90% του πληθυσμού δεν έχει κάνει ούτε την πρώτη δόση και θα περάσουν μήνες μέχρι να την κάνει.
Μόλις λάβουμε την πρώτη δόση του εμβολίου, θα χρειαστούν πάλι μερικές εβδομάδες για να ανταποκριθεί το ανοσοποιητικό μας σύστημα και να αρχίσει να αναπτύσσει αντισώματα και ακόμη και τότε, δεν είναι σίγουρο πόσο προστατευμένοι είμαστε μέχρι να κάνουμε και τη δεύτερη δόση η οποία, επίσης, χρειάζεται ένα χρονικό διάστημα σημαντικό μέχρι να ολοκληρώσει τη δράση του εμβολίου.
Είναι επίσης ασαφές αν εκείνοι που έχουν εμβολιαστεί, να μπορούν να μεταδώσουν τον ιό σε άλλους ανθρώπους που δεν έχουν ακόμη εμβολιαστεί και σε τι ποσοστό. Τα εμβόλια κατά του κορωνοϊού σίγουρα είναι η μόνη ελπίδα αυτή τη στιγμή για την επιστροφή μας στην κανονικότητα, αλλά το ότι υπάρχουν δεν σημαίνει ότι έχουμε γλιτώσει…
Πιστεύουμε πως δεν θα «κολλήσουμε» δεύτερη φορά
Αν και είναι σπάνιες οι περιπτώσεις, υπάρχουν άνθρωποι που νόσησαν και επαναπροσβλήθηκαν από τον ιό. Δεν έχουμε επαρκή στοιχεία που να υποδεικνύουν πως αν έχεις ήδη νοσήσει με ήπια συμπτώματα, δεν κινδυνεύεις να ξανακολλήσεις τον ιό και αυτό γιατί, στην αρχή της πανδημίας, υπήρξαν πολλοί που εμφάνισαν ήπια συμπτώματα αλλά δεν έκαναν το τεστ ώστε να επιβεβαιωθεί η παρουσία του ιού.
Ασαφές παραμένει επίσης αν, άνθρωποι που έχουν ήδη νοσήσει μπορούν να κολλήσουν ξανά και να μεταδώσουν τον ιό σε άλλους, χωρίς να εμφανίσουν συμπτώματα του κορωνοϊού οι ίδιοι. Έτσι, ακόμη κι αν έχουμε βγει θετικοί στον ιό στο παρελθόν, πρέπει να τηρούμε με την ίδια ευλάβεια τα μέτρα, σαν να μην έχουμε κολλήσει ποτέ.
Και αν δεν έχουμε κάνει ποτέ τεστ αλλά φανταζόμαστε πως κάποια στιγμή ίσως την άνοιξη τον είχαμε «περάσει», θα πρέπει να είμαστε διπλά προσεκτικοί. Υπάρχουν κι άλλοι ιοί με παρόμοια συμπτώματα. Η άγνοια δεν μας προστατεύει.