Η τιμή του πετρελαίου τύπου Brent σκαρφάλωσε στα μέσα Φεβρουαρίου σε σχεδόν 97 δολάρια, το υψηλότερο επίπεδο από τον Σεπτέμβριο του 2014, επισημαίνει η γερμανική τράπεζα Commerzbank.
Οι κυριότεροι λόγοι είναι οι βελτιωμένες προοπτικές σε επίπεδο ζήτησης και το γεγονός ότι η προσφορά είναι πιο περιορισμένη από ό,τι αναμενόταν. Επιπλέον, τα αποθέματα στις βιομηχανικές χώρες είναι ήδη πολύ χαμηλότερα από τον μέσο όρο των τελευταίων 5 ετών.
Οι ανησυχίες για κλιμάκωση της σύγκρουσης Ρωσίας-Ουκρανίας και οι συναφείς διαταραχές στο ρωσικό εφοδιασμό με πετρέλαιο έχουν επίσης προκαλέσει αισθητή αύξηση του ασφαλίστρου κινδύνου στην τιμή του πετρελαίου, προσθέτει η γερμανική τράπεζα. «H ζήτηση στο πετρέλαιο αποδεικνύεται πιο εύρωστη από ό,τι αναμενόταν και αναμένεται να επιστρέψει στα προ – πανδημίας επίπεδα το αργότερο έως τα μέσα του έτους», εκτιμούν οι αναλυτές του οίκου. Το διευρυμένο καρτέλ παραγωγής ΟΠΕΚ+ εμμένει στο σχέδιό του για αύξηση της ημερήσιας παραγωγής κατά 400 χιλιάδες βαρέλια κάθε μήνα.
Στην πραγματικότητα, ωστόσο, η επέκταση της παραγωγής υστερεί σε σχέση με αυτό εδώ και μήνες. Τον Ιανουάριο, ο ΟΠΕΚ+ παρήγαγε 900 χιλιάδες βαρέλια αργού πετρελαίου την ημέρα, λιγότερο από ό,τι είχε συμφωνηθεί ενώ η παραγωγή πετρελαίου στις ΗΠΑ αυξάνεται σταδιακά λόγω του υψηλού επιπέδου των τιμών. Η παραγωγή σχιστολιθικού πετρελαίου στη λεκάνη Permian βρίσκεται ήδη σε επίπεδο ρεκόρ.
Εξάλλου, η αμερικανική παραγωγή αναμένεται να αυξηθεί κατά 770 χιλιάδες βαρέλια ημερησίως φέτος, σύμφωνα με την αμερικανική Υπηρεσία Πληροφοριών για την Ενέργεια (EIA).
«Βραχυπρόθεσμα, ωστόσο, η σύγκρουση Ρωσίας-Ουκρανίας καθορίζει τις τιμές του πετρελαίου. Η αγορά πετρελαίου αναμένεται να είναι υπερπλήρης φέτος χωρίς να προκληθούν διαταραχές στην προσφορά. Κατά τη διάρκεια του έτους, οι ιρανικές εξαγωγές πετρελαίου θα μπορούσαν να επιστρέψουν και η τιμή του πετρελαίου Brent είναι επομένως πιθανό να μειωθεί και πάλι κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους και να κλείσει το έτος στα 80 δολάρια», συμπεραίνουν οι αναλυτές της γερμανικής τράπεζας.