Όγκοι και τζίροι που δεν έχουν ξαναγίνει τα τελευταία χρόνια εντός μόλις δέκα συνεδριάσεων έχουν καταγραφεί στο ελληνικό χρηματιστήριο τις δύο τελευταίες εβδομάδες, με αφορμή το placement της Πειραιώς Financial και το rebalancing εγχώριων και διεθνών δεικτών που ακολούθησε, λόγω των αλλαγών στάθμισης της μετοχής της συγκεκριμένης τράπεζας.
Στις δέκα τελευταίες συνεδριάσεις, έχει γίνει αθροιστικός τζίρος στο Χ.Α. άνω των 3 δισ. ευρώ, καθώς την εβδομάδα του placement έγιναν συναλλαγές αξίας 1,830 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 1,214 δισ. ευρώ αφορούσαν τα πακέτα για το 27% της τράπεζας, ενώ την περασμένη εβδομάδα, έγινε συνολικός τζίρος 1,23 δισ. ευρώ στο χρηματιστήριο!
Η μερίδα του λέοντος από αυτές τις θηριώδεις συναλλαγές, ήτοι συνολικά 2,228 δισ. ευρώ έγιναν από τον τραπεζικό κλάδο, ενώ τα υπόλοιπα 832 εκατ. ευρώ έγιναν από τις μετοχές της πραγματικής οικονομίας, που σημαίνει ότι και αυτές, είχαν αυξημένους τζίρους.
Μολονότι αυτοί οι τζίροι οφείλονται σε έκτακτα γεγονότα (placement και rebalancing δεικτών), είναι σίγουρο ότι ένα σημαντικό κομμάτι αυτών θα μείνει στην αγορά, αυξάνοντας το βάθος όλου του συστήματος, κάτι που έγινε άλλωστε και μετά το placement της Εθνικής Τράπεζας τον περασμένο Νοέμβριο.
Οι μέσες συναλλαγές την περασμένη εβδομάδα διαμορφώθηκαν στα 245,1 εκατ. ευρώ, επίδοση εξαιρετικά μεγάλη, η οποία ήρθε μετά από την αμέσως προηγούμενη εβδομάδα όπου ο μέσος τζίρος ήταν στα 366,9 εκατ. ευρώ.
Στον τραπεζικό κλάδο γίνεται ένα μεγάλο «παιχνίδι» εναλλαγής θέσεων, ενώ ισχυροί ξένοι θεσμικοί αναπροσαρμόζουν σημαντικό τμήμα των χαρτοφυλακίων τους.
Πρόκειται για συναλλαγές που μαρτυρούν τον όγκο των κεφαλαίων που κινούνται γύρω από την ελληνική χρηματιστηριακή αγορά και δύνανται να κάνουν τη μεγάλη διαφορά σε κάθε περίπτωση.
Μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, η ελληνική αγορά αρχίζει και μπαίνει περισσότερο στο ραντάρ των μεγάλων διεθνών κεφαλαίων που επενδύουν μόνο σε αγορές χωρών που έχουν στάθμιση, οπότε ένα απειροελάχιστο κομμάτι της μεγάλης παγκόσμιας επενδυτικής «πίτας» να κερδίσει το Χ.Α., θα βγει πολλαπλά ωφελημένο.
Πλέον, μετά από τις εκκωφαντικά μεγάλες επιδόσεις των δύο τελευταίων εβδομάδων, οι μέσες συναλλαγές των πρώτων δυόμισι μηνών του νέου έτους διαμορφώνονται στα 148,1 εκατ. ευρώ, που μεταφράζεται σε αύξηση άνω του 34% από τα 111 εκατ. ευρώ που ήταν ο μέσος τζίρος του 2023.
Μεγάλοι παίκτες στις τράπεζες
Το επιτυχημένο placement της Πειραιώς είναι μια κομβική εξέλιξη για όλη τη χρηματιστηριακή αγορά αλλά και την ελληνική οικονομία ευρύτερα, καθώς ο κλάδος ναυαρχίδα επανέρχεται πλέον για τα καλά στην κανονικότητα, φεύγοντας από μετόχους – δεκανίκια και διαδικασίες έκτακτης ανάγκης.
Ο κλάδος πέρασε δια πυρός και σιδήρου όλη τη δεκαετία του 2010, με αλλεπάλληλες ανακεφαλαιοποιήσεις και πολλαπλά reverse split για να μη μηδενίσει, συμπαρασύροντας και το χρηματιστήριο σε χαμηλά 34 ετών και στα επίπεδα των 420 μονάδων που βρέθηκε ο Γενικός Δείκτης το Φεβρουάριο του 2016.
Είναι ο κλάδος που οριοθετεί κατά το μέγιστο βαθμό το momentum της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς, η οποία είναι μια τραπεζοκεντρική αγορά.
Πλέον, μετά την πώληση του 10% της Alpha Bank στον ιταλικό κολοσσό UniCredit, το επιτυχημένο placement της Εθνικής, αλλά το placement της Πειραιώς, o τραπεζικός κλάδος είναι ξανά δυνατός και ικανός να… τραβήξει το χρηματιστήριο προς υψηλότερα επίπεδα.
Συγκρίσεις αποτιμήσεων και τιμών με το παρελθόν δεν μπορούν να γίνουν, ενώ θυμίζουμε πως ο κλάδος από τις 15 και πλέον εισηγμένες που είχε προ 15ετίας, πλέον αποτελείται μόλις από τέσσερις συστημικές, την Τράπεζα Ελλάδος, την Attica Bank και την Optima Bank.
Η προοπτική
Το 2023 ο τραπεζικός δείκτης είχε άνοδο άνω του 65%, φέτος έφτασε να κερδίζει έως και 19,41% (7/3), ενώ μετά τη διόρθωση που ακολούθησε, πλέον ενισχύεται κατά 13,79%.
Εγχώριοι αλλά και διεθνείς οίκοι συνεχίζουν να δίνουν πολύ υψηλότερες από τα σημερινά επίπεδα τιμές – στόχους, δείχνοντας τα τεράστια περιθώρια περαιτέρω ανόδου που υπάρχουν, ενώ και οι συγκρίσεις με τις αντίστοιχες διεθνείς τραπεζικές μετοχές, δείχνουν την ελκυστικότητα των ελληνικών τραπεζικών μετοχών.
Θυμίζουμε πως η ελληνική αγορά έχασε το υπερδεκαετές bull market των διεθνών αγορών καθ’ όλη τη διάρκεια των ετών από το 2010 έως πρόπερσι, ενώ μέσα σε αυτά τα 14 χρόνια, μόνο σε δύο χρονιές, το 2019 όταν κέρδισε 50% και πέρυσι που ενισχύθηκε κατά 39,09%, το Χ.Α. υπερκέρασε την άνοδο των ξένων δεικτών.
Το ελληνικό χρηματιστήριο πρόσθεσε 22 δισ. ευρώ στην κεφαλαιοποίησή του το 2023, βγάζοντας το έτος με συνολική αποτίμηση 88,2 δισ. ευρώ, ενώ μετά την άνοδο (+9,97%) των πρώτων δυόμισι μηνών φέτος, η αποτίμηση ανέρχεται στα 98,7 δισ. ευρώ.
Για πρώτη φορά μετά από χρόνια, το χρηματιστήριο δημιουργεί πλούτο, «κουμπώνει» με την πορεία της οικονομίας, έχει αλληλουχία με τις ευρύτερες πολιτικοοικονομικές εξελίξεις και δείχνει ότι συνεχίζει να έχει μεγάλες προοπτικές.
Και τούτο διότι παρά την άνοδο των 32 δισ. ευρώ από τις αρχές του 2023, το Χ.Α. εξακολουθεί να διαπραγματεύεται σε χαμηλά επίπεδα συγκριτικά με το ΑΕΠ, αποτιμώμενο περίπου στο 45% αυτού, πολύ κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και ασύγκριτα πιο κάτω από τους αντίστοιχους συσχετισμούς των αμερικανικών αγορών, που ασφαλώς διέπονται από διαφορετική φυσιογνωμία.