Ανησυχία και προβληματισμό προκαλεί στους ευρωπαϊκούς θεσμούς η θεαματική αύξηση της παραγωγής και της διακίνησης του ναρκωτικού χαπιού captagon, καθώς τόσο η ευκολία στην παρασκευή του αλλά και η χρησιμοποίησή του ως πηγή εσόδων για τις αυταρχικές κυβερνήσεις από μία σειρά κρατών της Μέσης Ανατολής θεωρούνται ως τα συστατικά ενός εξαιρετικά επικίνδυνου μίγματος, το οποίο μπορεί να φέρει την Γηραιά ήπειρο μπροστά σε απροσδόκητες καταστάσεις στο άμεσο μέλλον.
Το captagon, ένα ναρκωτικό «νέας γενιάς» τύπου αμφεταμίνης είναι ήδη ιδιαίτερα δημοφιλές μεταξύ των νεαρών κατοίκων κυρίως των χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων σε Συρία, Λίβανο και σε γειτονικά αραβικά κράτη, ενώ σύμφωνα με τους ειδικούς είναι υπεύθυνο για «εκρήξεις» ενέργειας και παραγωγικότητας, εμφάνιση παραισθήσεων, αίσθημα ευφορίας καθώς και για την αίσθηση αήττητου που δίνει στον χρήστη.
Μάλιστα, όπως αναφέρει το Bloomberg σε δημοσίευμά του, το ναρκωτικό είχε διαδοθεί ευρέως μεταξύ των μαχητών του Ισλαμικού Κράτους μαχητές στο Ιράκ και τη Συρία, χαρίζοντάς του το παρατσούκλι «ναρκωτικό των τζιχαντιστών», ενώ ονομάζεται και ως «η κοκαΐνη του φτωχού», καθώς παράγεται πολύ εύκολα και χωρίς ιδιαίτερα μεγάλο κόστος. Η τιμή του ενός χαπιού captagon μπορεί να φτάσει ως και τα 25 δολάρια, όμως σε αρκετές περιπτώσεις ακόμα και 3 ευρώ είναι αρκετά ώστε κάποιος να το αγοράσει.
Ωστόσο, αν και η δημιουργία του πηγαίνει πίσω στην δεκαετία του 1960, μόλις τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να εξελίσσεται σε πονοκέφαλο για τις διωκτικές αρχές ανά την υφήλιο, ενώ ευρωπαίοι αξιωματούχοι εκτιμούν πως στο άμεσο μέλλον η Γηραιά ήπειρος θα βρεθεί στο επίκεντρο των προσπαθειών εξαγωγής του ναρκωτικού στην ευρωπαϊκή αγορά.
Όπως εκτιμούν τα υπουργεία Εξωτερικών των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας αλλά και ανεξάρτητοι ερευνητές, το captagon παράγεται και διακινείται κυρίως από άτομα και ομάδες που συνδέονται με τον Πρόεδρο της Συρίας Μπασάρ Αλ Άσαντ και τον στενό του σύμμαχο τη λιβανική πολιτοφυλακή Χεζμπολάχ, ενώ εκτιμάται πως ο τζίρος που σχετίζεται με την παραγωγή και την εμπορία του ξεπερνά τα 10 δισ. δολάρια σε βάθος τριετίας.
Ωστόσο, οι κυρώσεις από τη Δύση με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπο το καθεστώς Άσαντ σε συνδυασμό με τη πρόθεση της Σαουδικής Αραβίας και άλλων κρατών του Κόλπου να περιορίσουν τις εγκληματικές δραστηριότητες που σχετίζονται με το captagon οδηγούν τους παραγωγούς να αναπτύξουν νέες διαδρομές και αγορές, με την Ευρώπη να φαντάζει ιδανικός προορισμός για τα παράνομα φορτία με το «ναρκωτικό των τζιχαντιστών».
«Όπως κάθε παράνομη οικονομία, αυτοί οι διακινητές και λαθρέμποροι γίνονται πολύ πιο εξελιγμένοι και προχωρημένοι στην προσπάθειά τους να στοχεύσουν νέες αγορές διαμετακόμισης, να εντοπίσουν νέες διαδρομές και στη συνέχεια να προσπαθήσουν να χαράξουν νέες αγορές κατανάλωσης», εκτιμά η Caroline Rose, διευθύντρια στο New. Lines Institute, το οποίο ηγείται ενός ερευνητικού προγράμματος για το εμπόριο του captagon.
«Προσαρμόζονται και υιοθετούν νέες μεθόδους», προσθέτει η ίδια, ενώ στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και οι εκτιμήσεις ανώτερων αξιωματούχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που μίλησαν υπό τον όρο της ανωνυμίας στο Bloomberg, υπογραμμίζοντας πως πληροφορίες από τις αρχές στη Μέση Ανατολή αναφέρουν ότι είναι πολύ πιθανό οι ροές captagon στην Ευρώπη να ενταθούν, λόγω της ανάγκης της Συρίας για μετρητά και της επιθυμίας του Άσαντ να εξαγωγή εθισμού και κοινωνικών εντάσεων σε χώρες που κατά την άποψή του τον έβλαψαν.
Οι αξιωματούχοι, που ζήτησαν να μην κατονομαστούν λόγω της ευαισθησίας του θέματος, δήλωσαν ότι ενώ το captagon δεν έχει γίνει ακόμη πρόβλημα στην Ευρώπη, το θέμα είναι πλέον στο ραντάρ όλων με τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και τους αξιωματούχους ασφαλείας σε όλη την ήπειρο να ανησυχούν όλο και περισσότερο για αυτό.