Το συγκεκριμένο σύμφωνο μεταξύ του συμπλέγματος κρατών και της Ένωσης υπεγράφη το 2020, αμέσως μετά το Brexit. Η επιδίωξη αφορά την αλλαγή του πρωτοκόλλου της Βόρειας Ιρλανδίας, με σκοπό τη διευκόλυνση της ροής αγαθών από τη Μεγάλη Βρετανία προς εκείνη, σύμφωνα με το BBC.
Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιτίθεται, αναφέροντας ότι τούτη η προοπτική παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο. Η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου αμφισβητεί τον ισχυρισμό, υποστηρίζοντας ότι οι αλλαγές θα ενισχύσουν το κλίμα ενότητας μεταξύ των χωρών του Νησιού.
Οι πιθανές τροποποιήσεις του νομοσχεδίου αναμένεται να συζητηθούν και να ψηφισθούν από το κοινοβούλιο της Μεγάλης Βρετανίας.
Η αγγλική κυβέρνηση υπόσχεται να αφαιρέσει την «περιττή» γραφειοκρατία για τους ελέγχους αγαθών και ότι οι επιχειρήσεις στη Βόρεια Ιρλανδία θα λάβουν τις ίδιες φορολογικές ελαφρύνσεις που ισχύουν σε άλλα σημεία του Ηνωμένου Βασιλείου.
Το νομοσχέδιο θα διασφαλίσει, επίσης, ότι τυχόν εμπορικές διαφορές θα επιλύονται με «ανεξάρτητη διαιτησία» και όχι από το ευρωπαϊκό δικαστήριο.
Η Βρετανίδα Υπουργός Εξωτερικών, Λιζ Τρας, υποστήριξε ότι αποτελεί «μία λογική, πρακτική λύση στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Βόρεια Ιρλανδία.
«Το Ηνωμένο Βασίλειο μπορεί να σημειώσει πρόοδο μέσω συνομιλιών, μονάχα εάν η Ένωση είναι πρόθυμη να αλλάξει το πρωτόκολλο. Θα προτιμούσαμε μία λύση κατόπιν διαπραγματεύσεων».
Η επικεφαλής του ιρλανδικού κόμματος Sinn Fein, Μισέλ Ο’ Νίλ, κατηγόρησε τον Μπόρις Τζόνσον ότι προκαλεί «περισσότερη αστάθεια και αβεβαιότητα» στη Βόρεια Ιρλανδία.
«Η ενέργεια του Βρετανού Πρωθυπουργού είναι παράνομη, παραβιάζει κατάφωρα το Διεθνές Δίκαιο», σημείωσε και προσέθεσε: «Ο ίδιος υπέγραψε μία διεθνή συμφωνία και τώρα, νομοθετεί για να την παραβιάσει».