Μία από τις μεγαλύτερες εξαγωγικές εταιρείες μυδιών της Βρετανίας υπέστη ζημιά ύψους 150.000 λιρών, μετά την απόρριψη τριών φορτίων της από τις γαλλικές τελωνειακές αρχές τις τελευταίες εβδομάδες. Η οικογενειακή επιχείρηση Offshore Shellfish, με έδρα το Ντέβον, συνέχισε να εξάγει μύδια προς την Ευρώπη μετά το Brexit, παρά το αυξημένο γραφειοκρατικό βάρος και τις απαιτήσεις για κτηνιατρικούς ελέγχους.
Ωστόσο, τον τελευταίο μήνα, τρία από τα τέσσερα φορτηγά της εταιρείας εμποδίστηκαν να περάσουν στην Ε.Ε. από το λιμάνι της Βουλόνης στη Γαλλία. Οι λόγοι της απόρριψης χαρακτηρίστηκαν από τη διευθύντρια εμπορικών σχέσεων, Σάρα Χόλμιαρντ, ως «υποκειμενικοί και ασυνεπείς».
«Έχουμε στείλει εκατοντάδες φορτία από το Brexit και ποτέ δεν είχαμε απόρριψη. Ξαφνικά, μέσα σε έναν μήνα, τρία φορτία μας απορρίφθηκαν», ανέφερε η Χόλμιαρντ στην Guardian. Τα μύδια που καλλιεργούνται σε σχοινιά στον κόλπο Lyme Bay, λίγα μίλια από τις ακτές του νότιου Ντέβον, αποτελούν το κύριο προϊόν της εταιρείας.
Η Offshore Shellfish εξάγει σχεδόν όλη την παραγωγή της στην Ολλανδία, όπου τα μύδια επεξεργάζονται και στη συνέχεια καταλήγουν κυρίως στα εστιατόρια και τα ράφια των σούπερ μάρκετ του Βελγίου, για το εθνικό πιάτο moules-frites — μύδια με τηγανητές πατάτες. Κανείς σχεδόν δεν φαντάζεται πως αρκετά από αυτά τα μύδια προέρχονται από τα νερά της Αγγλίας.
Η αβεβαιότητα των εξαγωγών και η «πολιτική» διάσταση
Όλα τα φορτία που απορρίφθηκαν καταστράφηκαν με δαπάνη της εταιρείας. «Δεν υπήρχε καμία διαφορά με τις προηγούμενες αποστολές. Είναι εντελώς υποκειμενικό και απρόβλεπτο. Δεν μπορείς να προγραμματίσεις έτσι μια επιχείρηση – είναι σαν λοταρία», είπε η Χόλμιαρντ.
Μετά το Brexit, κάθε εξαγωγή προϊόντων ζωικής ή φυτικής προέλευσης από τη Βρετανία προς την Ε.Ε. απαιτεί πλέον κτηνιατρικούς ελέγχους και εκτεταμένα έγγραφα, ενώ οι «ζωντανοί δίθυροι μαλακοί οργανισμοί», όπως μύδια, στρείδια και χτένια, υπόκεινται σε αυστηρότερους κανόνες. Επιτρέπεται να εισέρχονται στην Ε.Ε. χωρίς επεξεργασία μόνο αν προέρχονται από ύδατα «υψηλής ποιότητας», κάτι που σπάνια ισχύει για την Αγγλία και την Ουαλία.
Παρά ταύτα, οι εγκαταστάσεις της Offshore Shellfish λειτουργούν συνήθως σε περιοχές κατηγορίας «Class A», δηλαδή της υψηλότερης ποιότητας. Γι’ αυτό, η εταιρεία αδυνατεί να εξηγήσει γιατί απορρίφθηκαν τα φορτία της. «Οι γαλλικές αρχές είπαν ότι δεν είχαν πλυθεί σωστά, αλλά αυτό είναι απλώς παράλογο. Βγήκαν από καθαρά νερά και είχαν πλυθεί επανειλημμένα», σχολίασε.
Η Χόλμιαρντ θεωρεί ότι πίσω από τις απορρίψεις υπάρχει πολιτική σκοπιμότητα, καθώς συνέπεσαν χρονικά με την ανακοίνωση της νέας συμφωνίας «επανεκκίνησης» των εμπορικών σχέσεων Ηνωμένου Βασιλείου–Ε.Ε. από την κυβέρνηση του Κιρ Στάρμερ. «Δεν είμαι η μόνη που πιστεύει ότι αυτό δεν είναι τυχαίο», είπε.
Η νέα συμφωνία, που αναμένεται να εφαρμοστεί το 2027, στοχεύει στην κατάργηση των ελέγχων για τα προϊόντα φυτικής και ζωικής προέλευσης (γνωστοί ως SPS έλεγχοι), μειώνοντας έτσι το κόστος για παραγωγούς και λιανέμπορους. Όμως για πολλές επιχειρήσεις, όπως η Offshore Shellfish, το 2027 φαντάζει υπερβολικά μακρινό.
Εν τω μεταξύ, οι Βρετανοί εξαγωγείς οστρακοειδών έχουν αναφέρει αύξηση των ελέγχων και απορρίψεων στα γαλλικά σύνορα. Το βρετανικό υπουργείο Εμπορίου, πάντως, δήλωσε ότι «δεν υπάρχει ένδειξη σημαντικής αύξησης» στις απορρίψεις προϊόντων. «Εργαζόμαστε για μια συμφωνία που θα μπορούσε να προσθέσει έως και 5,1 δισεκατομμύρια λίρες ετησίως στην οικονομία μας, μειώνοντας το κόστος και τη γραφειοκρατία», ανέφερε εκπρόσωπος.
Για την Offshore Shellfish, όμως, η ζημιά είναι ήδη πραγματική. Οι απορρίψεις ήρθαν στην αρχή της εξαγωγικής περιόδου, όταν η εταιρεία περίμενε να ανακτήσει έσοδα μετά τους θερινούς μήνες – μια περίοδο όπου η συγκομιδή παύει, καθώς τα μύδια αναπαράγονται.
Η εταιρεία, που ιδρύθηκε από τον Τζον Χόλμιαρντ πριν από 30 χρόνια, προσπαθεί τώρα να βρει λύση μέσω διαπραγματεύσεων με τις γαλλικές αρχές και την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου. Μετά από συνομιλίες με Ολλανδούς συνεργάτες και αξιωματούχους, οι αρχές του Boulogne-sur-Mer υποσχέθηκαν περισσότερη «ευελιξία» στην ερμηνεία των κανόνων — αλλά αυτό μένει να αποδειχθεί.
«Έχουμε χάσει πάρα πολλά χρήματα μέσα σε λίγες εβδομάδες και δεν μπορούμε να συνεχίσουμε έτσι. Το χειρότερο είναι ότι κινδυνεύουμε να χάσουμε τους πελάτες μας», τονίζει η Χόλμιαρντ. «Και όλο αυτό, σε μια εποχή που όλοι μιλούν για επισιτιστική ασφάλεια, καταλήγει να δημιουργεί σπατάλη τροφίμων και ζωών.»
Διαβάστε ακόμη:
- Tα πιο δημοφιλή «ψηφιακά καφενεία»: Αυτά είναι τα μεγαλύτερα ελληνικά Facebook groups
- Ελληνικό Χρηματιστήριο 2025: Από την εκρηκτική άνοδο στην επενδυτική κόπωση
- Ξεκίνησαν οι μελέτες για την επέκταση του Μετρό προς Ελληνικό και Γλυφάδα
- Δακτύλιος: Επιστρέφει τη Δευτέρα 20 Οκτωβρίου – Οι ώρες και οι εξαιρέσεις