Μέρισµα από το 2028 προβλέπει το επιχειρησιακό πλάνο της Τράπεζας Αττικής και της Παγκρήτιας Τράπεζας ενόψει της συγχώνευσης, που φιλοδοξεί να δηµιουργήσει τον πέµπτο πόλο στο τραπεζικό σύστηµα.
Το επιχειρησιακό σχέδιο προβλέπει ότι η ενιαία τράπεζα θα διεκδικήσει µεσοσταθµικά µερίδιο 9% στα δάνεια, µέσα από ένα φιλόδοξο σχεδιασµό ο οποίος περιλαµβάνει τριψήφιο σχεδόν ρυθµό αύξησης των χρηµατοδοτήσεων στο σύνολο του δανειακού της χαρτοφυλακίου.
Στόχος είναι να εκµεταλλευθεί το κενό που υπάρχει στην αγορά των µικρών και πολύ µικρών επιχειρήσεων, αξιοποιώντας την υψηλή ρευστότητα που θα είναι σε θέση να διαθέτει µέσα από την ανταγωνιστική τιµολόγηση των καταθέσεων σε σχέση µε το υπόλοιπο τραπεζικό σύστηµα, χωρίς ωστόσο να υπονοµεύεται ο στόχος για τη συγκράτηση του κόστους, που αποτελεί βασική παράµετρο του επιχειρησιακού σχεδιασµού.
Με βάση τις παραδοχές του επιχειρησιακού σχεδίου ο φιλόδοξος σχεδιασµός προβλέπει ότι η νέα τράπεζα θα καταστεί κερδοφόρα αµέσως µετά την τρέχουσα οικονοµική χρήση που θα ενσωµατώσει τις ζηµίες των τιτλοποιήσεων των δύο τραπεζών.
Η κερδοφορία, εκκινώντας από το χαµηλό των περίπου 80 εκατ. ευρώ το 2025 θα τριπλασιαστεί έως το 2028, αλλά η διανοµή µερίσµατος θα καταστεί δυνατή µετά το πέρας της 6ετίας και υπολογίζεται ότι θα προσεγγίσει τα 800 εκατ. ευρώ έως και το 2034.
Αυτό σηµαίνει ότι το ΤΧΣ θα αρχίσει σταδιακά να αποσβένει την επένδυσή του σε βάθος χρόνου, αναµένοντας την ανάκτηση των κεφαλαίων που έχει επενδύσει σε χρόνο που εκτείνεται πέραν του επιχειρησιακού σχεδίου που καλύπτει την περίοδο 2024-2034.
Στο µεσοδιάστηµα οι δύο τράπεζες υπό την ενιαία οντότητα θα εστιάσουν στην ολοκλήρωση της λειτουργικής τους συγχώνευσης, αξιοποιώντας τις συνέργειες που δηµιουργούνται από τον εξορθολογισµό του δικτύου των καταστηµάτων και του προσωπικού, που θα περιοριστεί σε πρώτη φάση µέσα από την εφαρµογή προγράµµατος εθελουσίας εξόδου.
Σηµείο εκκίνησης θα αποτελέσει το 2024, καθώς µετά τη συγχώνευση το συνολικό ενεργητικό της ενιαίας τράπεζας θα διαµορφωθεί στα 10,2 δισ. ευρώ, οι καταθέσεις στα 9,3 δισ. ευρώ, ενώ τα κέρδη προ προβλέψεων εκτιµώνται κοντά στα 100 εκατ. ευρώ.
Στόχος το 2027 οι καταθέσεις να αυξηθούν στα 11,5 δισ. ευρώ και στα 19 δισ. ευρώ το 2034, ενώ οι χορηγήσεις θα ανέλθουν στα 8 δισ. ευρώ το 2027 και στα 15 δισ. ευρώ το 2024.
Τα κέρδη µετά από φόρους αναµένεται να ξεπεράσουν τα 160 εκατ. ευρώ το 2027 και να διπλασιαστούν το 2034, ενώ η απόδοση κεφαλαίων εκτιµάται ότι θα βελτιωθεί σε παρόµοιο επίπεδο µε αυτή των συστηµικών τραπεζών, δηλαδή κοντά στο 14%.
Αιχµή του δόρατος για την αύξηση των εργασιών της ενιαίας τράπεζας θα αποτελέσουν οι µικρές και µικροµεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες όπως περιγράφεται στο επιχειρηµατικό σχέδιο δεν εξυπηρετούνται σήµερα επαρκώς από το τραπεζικό σύστηµα.
Η νέα τράπεζα θα στοχεύσει στη διεύρυνση του µεριδίου αγοράς της στο 8% από το σηµερινό 3% σε ό,τι αφορά τις µικρές επιχειρήσεις και στο 10% από το σηµερινό 8% σε ό,τι αφορά τις µικροµεσαίες επιχειρήσεις, ενώ στο 4% από το σηµερινό 3% εκτιµάται ότι θα αυξηθεί το µερίδιό της στη χρηµατοδότηση µεγάλων επιχειρήσεων.
Η νέα τράπεζα αναµένεται να δηµιουργήσει µια τραπεζική λύση one-stop µε ελκυστική πρόταση factoring και leasing, βελτιστοποιηµένη πρόσβαση σε κονδύλια του Ταµείου Ανάκαµψης και σε πόρους της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αξιοποιώντας την ισχυρή περιφερειακή παρουσία της στην Κρήτη µέσω της Παγκρήτιας.
Περαιτέρω η νέα τράπεζα προσβλέπει στο να αξιοποιήσει την τεχνογνωσία της σε συγκεκριµένους τοµείς, όπως οι κατασκευές και ο τουρισµός στην Κρήτη, εστιάζοντας στις δυνατότητες του project finance για την αύξηση της κερδοφορίας της.
Πεδίο για την ανάπτυξη των εργασιών αναµένεται να αποτελέσει η αναχρηµατοδότηση των παλιών κόκκινων δανείων, στοχεύοντας σε µια αγορά 15 – 20 δισ. για την οποία οι συστηµικές τράπεζες έχουν περιορισµένο ενδιαφέρον.
Γενική συνέλευση στις 3 Σεπτεµβρίου
Σηµείο εκκίνησης της συγχώνευσης αποτελεί η 3η Σεπτεµβρίου, ηµεροµηνία κατά την οποία συγκαλείται η γενική συνέλευση της Τράπεζας Αττικής, που θα κληθεί να εγκρίνει τη συγχώνευσή της µε την Παγκρήτια Τράπεζα, µε απορρόφηση της δεύτερης από την πρώτη.
Η γενική συνέλευση θα κληθεί να εγκρίνει επίσης την αύξηση του µετοχικού κεφαλαίου της Attica, συνεπεία της συγχώνευσης, λόγω εισφοράς του µετοχικού κεφαλαίου της Παγκρήτιας στην Attica, µε ταυτόχρονη µείωση του µετοχικού κεφαλαίου της λόγω ακύρωσης των µετοχών της Attica που κατείχε η Παγκρήτια.
Με βάση τον σχεδιασµό, θα ακολουθήσουν οι εγκρίσεις των εποπτικών αρχών –ΤτΕ και Επιτροπής Ανταγωνισµού– προκειµένου τον Οκτώβριο ή το αργότερο τον Νοέµβριο να υλοποιηθεί η συµφωνηθείσα αύξηση µετοχικού κεφαλαίου (ΑΜΚ) ύψους 675,1 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων 475,1 εκατ. ευρώ κατ’ ανώτατο όριο θα καταβάλει σε µετρητά το ΤΧΣ και 200 εκατ. ευρώ κατ’ ανώτατο όριο θα καταβάλει σε µετρητά η Thrivest.
Επιπλέον, θα εκδοθούν τίτλοι κτήσης µετοχών (warrants) υπέρ των µετόχων που θα συµµετάσχουν στην αύξηση του µετοχικού κεφαλαίου. Το συνολικό ποσό που επιδιώκεται να αντληθεί από την έκδοση νέων µετοχών και warrants θα ανέλθει σε έως και 735 εκατ. ευρώ.
Στο πλαίσιο της συµφωνίας, το ΤΧΣ «αναλαµβάνει την υποχρέωση µετά από έγγραφη ειδοποίηση της Thrivest να µεταβιβάσει και να παραδώσει στην Thrivest χωρίς επιβάρυνση 180,8 εκατ. τίτλους κτήσης, έτσι ώστε µετά από την άσκησή τους από την Thrivest η συµµετοχή της στη συγχωνευµένη τράπεζα να ανέρχεται σε 50% + 1 µετοχές της συγχωνευµένης τράπεζας».
Πρόκειται για την επακόλουθη επένδυση που περιγράφεται στη σύµβαση την οποία υπέγραψαν τα δύο µέρη, προκειµένου η πλευρά του ιδιώτη επενδυτή να καταστεί µέτοχος πλειοψηφίας σε ποσοστό που µπορεί να φτάσει έως το 58,5%, εφόσον η Thrivest επενδύσει το συνολικό ποσό των έως 200 εκατ. ευρώ και ασκήσει πλήρως τα δικαιώµατά της.
Το µερίδιο του ΤΧΣ θα κυµανθεί από 35% έως 37% και του ∆ηµοσίου συνολικά (µαζί µε τον ΕΦΚΑ) µεταξύ 38,5% έως 40%. Συνολικά στο πλαίσιο της ΑΜΚ θα εκδοθούν 359,5 εκατ. µετοχές, µε τιµή 1,87 ευρώ ανά µετοχή.
Επιπλέον, θα εκδοθούν 359,5 εκατ. τίτλοι κτήσης, οι οποίοι θα παραχωρηθούν χωρίς αντάλλαγµα σε αναλογία µία µετοχή της συγχωνευµένης τράπεζας έναντι ενός τίτλου κτήσης. Η τιµή έκδοσης κάθε µετοχής της συγχωνευµένης τράπεζας που αντιστοιχεί σε κάθε τίτλο κτήσης είναι 0,05 ευρώ, ενώ ο αριθµός των µετοχών που αντιστοιχούν σε κάθε τίτλο κτήσης είναι 3,5.