Το 2022 ήταν μια σημαντική χρονιά για την Attica Bank, με την Τράπεζα να παρουσιάζει βελτίωση σε σχεδόν όλες τις λειτουργικές γραμμές των επαναλαμβανόμενων οργανικών αποτελεσμάτων, σηματοδοτώντας την έναρξη της πλήρους και οριστικής εξυγίανσης του ισολογισμού της, με σημαντικότερα στοιχεία τον περιορισμό των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (ΜΕΑ) και την εξάλειψη της του DTC.
Μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της αύξησης μετοχικού κεφαλαίου, ύψους 473,3 εκατ. ευρώ τον Απρίλιο του 2023, οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας αποκαθίστανται σε επίπεδα υψηλότερα των ελάχιστων εποπτικών απαιτήσεων και ανέρχονται pro-forma σε επίπεδο Ομίλου, ο δείκτης CET Ι και ο δείκτης συνολικής κεφαλαιακής επάρκειας (CAD) σε 15,1% και 19,2%, αντίστοιχα.
Οι καταθέσεις του ομίλου
Οι συνολικές καταθέσεις του Ομίλου αυξήθηκαν κατά περίπου 2% στο σύνολο του 2022 και κατά 9% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και ανήλθαν σε 2,97 δισ. ευρώ, χωρίς ενδείξεις αλλαγής στην σύνθεσή τους, αντικατοπτρίζοντας παράλληλα τη σημαντική άνοδο στην αύξηση των καταθέσεων από επιχειρήσεις. Το ισχυρό προφίλ ρευστότητας του Ομίλου επιβεβαιώνεται και από το δείκτη κάλυψης ρευστότητας (LCR) και από το δείκτη σταθερότητας χρηματοδότησης (NSFR) στο 131% τον Δεκέμβριο του 2022.
Η τράπεζα κατέγραψε αύξηση κατά περίπου 3% στις νέες χρηματοδοτήσεις και αναχρηματοδοτήσεις, ύψους €374 εκατ. το 2022. Αξιοσημείωτη είναι η σημαντική αύξηση των εξυπηρετούμενων δανείων κατά 10% σε ετήσια βάση, καθώς και η μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΜΕΑ) κατά 5% σε ετήσια βάση (ή κατά €112 εκατ.) με το σχετικό δείκτη να περιορίζεται κατά 310 μ.β., στο 65,7%. Αντίστοιχα, ο δείκτης κάλυψης ενισχύθηκε κατά περίπου 15 ποσοστιαίες μονάδες, στο 67%.
Τα καθαρά έσοδα από τόκους
Τα καθαρά έσοδα από τόκους σημείωσαν πτώση κατά 10,6% για το σύνολο του 2022 λόγω της ολοκλήρωσης της τιτλοποίησης Omega το β΄ εξάμηνο του 2021, ωστόσο, ο ρυθμός μείωσης επιβραδύνθηκε σημαντικά σε σχέση με το 9μηνο του 2022 (-23,5%). Ειδικότερα, κατά το δ΄ τρίμηνο του 2022, τα καθαρά έσοδα από τόκους, σημείωσαν υψηλό έτους, επιτυγχάνοντας αύξηση κατά 5% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και 56% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο. Βασικοί συντελεστές στην αύξηση αυτή αποτέλεσαν τα υψηλότερα επιτόκια δανείων και οι νέες εκταμιεύσεις, παρά την αύξηση στο κόστος καταθέσεων.
Τα επαναλαμβανόμενα καθαρά έσοδα από προμήθειες σημείωσαν αύξηση κατά 13% σε ετήσια βάση, ως αποτέλεσμα της ανόδου των προμηθειών χορηγήσεων εγγυητικών επιστολών, καθώς και της συνεχιζόμενης θετικής συνεισφοράς των εργασιών μέσω των εναλλακτικών δικτύων της Τράπεζας.
Το 2022 σημειώθηκε μείωση των επαναλαμβανόμενων λειτουργικών εξόδων κατά 9,8%. Εξαιρουμένων των αποσβέσεων, η μείωση των λειτουργικών εξόδων ήταν ακόμη μεγαλύτερη, στο 14% σε ετήσια βάση, χωρίς τα μη επαναλαμβανόμενα έξοδα. Η μείωση αυτή ήρθε ως αποτέλεσμα της προσπάθειας της διοίκησης για περιστολή των γενικών λειτουργικών εξόδων παρά τον υψηλό πληθωρισμό και τις αυξημένες επενδύσεις στον τομέα της πληροφορικής. Παράλληλα, η μείωση του προσωπικού, στο πλαίσιο του νέου προγράμματος εθελούσιας εξόδου, συνετέλεσε στη μείωση του κόστους μισθοδοσίας κατά 10,3% σε ετήσια βάση.
Η Attica Bank για το 2022 παρουσίασε λειτουργικό αποτέλεσμα προ προβλέψεων ζημία ύψους €38,5 εκατ. κυρίως λόγω του περιορισμού του επιτοκιακού εσόδου και της μείωσης των αποτελεσμάτων από χρηματοοικονομικές πράξεις και πράξεις επενδυτικού χαρτοφυλακίου. Η ζημία προ προβλέψεων περιορίστηκε στα €23,4 εκατ., μη συμπεριλαμβανομένων των μη επαναλαμβανόμενων εξόδων σε σχέση με ζημίες ύψους €25,1 εκατ. το 2021.
Στο πλαίσιο υλοποίησης της Στρατηγικής Διαχείρισης των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (NPE Strategy), η Τράπεζα έλαβε στα μέσα Απριλίου δεσμευτικές και μη προσφορές από υποψήφιους επενδυτές για την απόκτηση των χαρτοφυλακίων Astir 1 και Metexelixis και προέβη στον απαιτούμενο σχηματισμό προβλέψεων πιστωτικού κινδύνου. Οι προβλέψεις αυτές, οι οποίες ανήλθαν σε περίπου 300 εκατ. ευρώ, επιβάρυναν τα αποτελέσματα του 2022. Τα αποτελέσματα προ φόρων διαμορφώθηκαν σε ζημία 317,6 εκατ. ευρώ και μετά από φόρους σε ζημία 388,6 εκατ. ευρώ.
Η Διευθύνουσα Σύμβουλος της Attica Bank, κυρία Ελένη Βρεττού δήλωσε σχετικά: «Το 2022 υπήρξε έτος μετασχηματισμού και σημαντικών αποφάσεων για την Attica Bank. Η δουλειά που ξεκίνησε πέρυσι σηματοδότησε τη μετάβαση και την επικέντρωση των προσπαθειών μας στην εξυγίανση και ανάπτυξη της Τράπεζας, ώστε να καταστεί ένας δυναμικός, ανταγωνιστικός και κερδοφόρος χρηματοπιστωτικός οργανισμός και επισφραγίστηκε με την επιτυχή ολοκλήρωση της αύξησης μετοχικού κεφαλαίου, ύψους 473,3 εκατ. ευρώ. Μέσα από την κεφαλαιακή ενίσχυση που πετύχαμε, η Τράπεζα θα μπορέσει να υλοποιήσει τους βασικούς στόχους της που αφορούν κυρίως την κάλυψη των άμεσων κεφαλαιακών αναγκών, την υλοποίηση του επιχειρηματικού σχεδίου της που περιλαμβάνει δυναμική και ολοκληρωμένη διαχείριση του χαρτοφυλακίου μη εξυπηρετούμενων δανείων και κυρίως τη βιώσιμη κερδοφορία εντός της τριετίας εστιάζοντας σε δράσεις ανάπτυξης, αλλά και στη μείωση της βάσης κόστους μέσω καλύτερης εσωτερικής οργάνωσης, μείωσης των αμοιβών τρίτων και την επανεστίαση του δικτύου λιανικής. Αυτές είναι οι προτεραιότητές μας για το 2023 με στόχευση στη δυναμική και υγιή πιστωτική επέκταση, στην αύξηση των εσόδων μέσα από τη διεύρυνση της γκάμας των προϊόντων και υπηρεσιών μας, αλλά και στην αποδοτικότερη λειτουργία της Τράπεζας».
Κύριες Εξελίξεις
- Μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της ΑΜΚ ύψους €473,3 εκατ., Pro-forma, οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας του Ομίλου CET Ι και συνολικής κεφαλαιακής επάρκειας (CAD), ανέρχονται σε 15,1% και 19,2% αντίστοιχα.
- Οι συνολικές καταθέσεις του Ομίλου αυξήθηκαν κατά περίπου 2% σε ετήσια βάση και κατά ένα ισχυρό 9% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο. Οι καταθέσεις ανήλθαν στα επίπεδα των €2,97 δισ., χωρίς ενδείξεις αλλαγής στην σύνθεσή τους, αντικατοπτρίζοντας παράλληλα τη σημαντική άνοδο στην αύξηση των καταθέσεων από επιχειρήσεις. Η τράπεζα επέτρεψε στρατηγικά να φύγουν «ακριβές» καταθέσεις προκειμένου να προστατεύσει την κερδοφορία της.
- Tο ισχυρό προφίλ ρευστότητας του Ομίλου επιβεβαιώνεται και από το δείκτη κάλυψης ρευστότητας (LCR) στο 160% και με το δείκτη σταθερότητας χρηματοδότησης (NSFR) στο 131% τον Δεκέμβριο του 2022.
- Aύξηση στις νέες χρηματοδοτήσεις και αναχρηματοδοτήσεις για το 2022 κατά περίπου 3% σε σχέση με τη συγκριτική χρήση, ύψους €374 εκατ.
- Τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (ΜΕΑ) σημείωσαν μείωση κατά 5% σε ετήσια βάση (ή κατά €112 εκατ.) και ο σχετικός δείκτης περιορίστηκε κατά 310 μ.β. στο 65,7%. Αντίστοιχα, ο δείκτης κάλυψης ενισχύθηκε κατά περίπου 15 ποσοστιαίες μονάδες στο 67%. Με βάση τα IFRS, ο δείκτης ΜΕΑ περιορίστηκε στο 39,1% ενώ ο δείκτης κάλυψης ενισχύθηκε στο 61,8%, για τα εντός ισολογισμού στοιχεία . Με δεδομένη την εγκεκριμένη στρατηγική μείωσης των ΜΕΑ, αναμένεται σημαντική συρρίκνωση του σχετικού δείκτη την φετινή χρήση, ήδη από το α΄ εξάμηνο 2023.
- Τα εξυπηρετούμενα δάνεια σημείωσαν σημαντική αύξηση κατά 10% σε ετήσια βάση.
- Τα καθαρά έσοδα από τόκους σημείωσαν πτώση κατά 10,6% σε ετήσια βάση, για το σύνολο του 2022, με το ρυθμό μείωσης όμως να επιβραδύνεται σημαντικά σε σχέση με το 9μηνο του 2022 (-23,5%). Το 2022 τα καθαρά έσοδα από τόκους επηρεάστηκαν αρνητικά από την ολοκλήρωση της τιτλοποίησης Omega που ολοκληρώθηκε το β΄ εξάμηνο του 2021. Κατά το δ΄ τρίμηνο του 2022, τα καθαρά έσοδα από τόκους, σημείωσαν υψηλό έτους, επιτυγχάνοντας αύξηση κατά 5% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 56% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο. Βασικοί συντελεστές στην αύξηση αυτή αποτέλεσαν τα υψηλότερα επιτόκια δανείων και οι νέες εκταμιεύσεις, παρά την αύξηση στο κόστος καταθέσεων.
- Τα επαναλαμβανόμενα καθαρά έσοδα από προμήθειες σημείωσαν αύξηση κατά 13% σε ετήσια βάση, ως αποτέλεσμα της ανόδου των προμηθειών χορηγήσεων εγγυητικών επιστολών καθώς και της συνεχιζόμενης θετικής συνεισφοράς των εργασιών μέσω των εναλλακτικών δικτύων της Τράπεζας.
- Τα επαναλαμβανόμενα λειτουργικά έξοδα παρουσίασαν μείωση κατά 9,8% σε ετήσια βάση, επιταχύνοντας το ρυθμό μείωσης τους σε σχέση με το 9-μηνο (-8%). Εξαιρουμένων των αποσβέσεων, η μείωση των λειτουργικών εξόδων σε ετήσια βάση χωρίς τα μη επαναλαμβανόμενα έξοδα, ήταν ακόμη μεγαλύτερη στο 14%. Η μείωση αυτή ήρθε ως αποτέλεσμα της προσπάθειας της διοίκησης για περιστολή των γενικών λειτουργικών εξόδων παρά τον υψηλό πληθωρισμό και τις αυξημένες επενδύσεις στον τομέα της πληροφορικής. Παράλληλα, η μείωση του προσωπικού, στο πλαίσιο του νέου προγράμματος εθελούσιας εξόδου, συντέλεσε στη μείωση του κόστους μισθοδοσίας κατά 10,3% σε ετήσια βάση.